Ένα βιβλίο για το ματωμένο πρόσωπο της Κύπρου
Όταν ο Ζήνων Σιερεπεκλής τιτλοφόρησε με αυτήν τη μακάβρια φράση το μικρό βιβλίο του, που κυκλοφόρησε τον περασμένο Νοέμβριο από τις εκδόσεις Δόμος, ίσως να μην φανταζόταν πως αυτή η φράση θα ήταν η πλέον κατάλληλη λίγους μήνες μετά, για να αποτυπώσει με βιτριολική, θα έλεγα, ενάργεια τη νέα δοκιμασία του πολύπλαγκτου νησιού του.
"Το Σπίτι της Κύπρου", την Παρασκευή 29 Απριλίου 2013, παρουσίασε το βιβλίο του κύριου Σιερεπεκλή. Για το βιβλίο μίλησε ο εκλεκτός φιλόλογος και κριτικός λογοτεχνίας κύριος Νικήτας Παρίσης, ενώ αποσπάσματα διάβασε ο φιλόλογος συγγραφέας κύριος Μάριος Μιχαηλίδης.
Ο Ζήνων Σιερεπεκλής είναι ένας από τους πλέον καταξιωμένους και σημαντικούς αρχιτέκτονες της Κύπρου, είπε, καλωσορίζοντας τους παρευρισκομένους, ο Λειτουργός του Σπιτιού της Κύπρου κ. Τάκης Βοΐλας. Απόψε όμως, συνέχισε, μέσα από την πρωτοπρόσωπη αφηγηματική καταγραφή περιστατικών που βίωσε, τα οποία αντικατοπτρίζουν βιώματα και πτυχές από το πρόσφατο ματωμένο και πολύνεκρο δράμα της Κύπρου, θα έχουμε την ευκαιρία να γνωρίσουμε και τον συγγραφέα Ζήνωνα Σιερεπεκλή. Έναν συγγραφέα, που στα όψιμα χρόνια, εισβάλλει με έναν ξαφνικό αιφνίδιο, απότομο και εντυπωσιακό τρόπο στον κόσμο της ώριμης και πολλά σημαίνουσας γραφής, υπογράμμισε, ξεκινώντας την παρουσίαση του βιβλίου ο φιλόλογος-συγγραφέας κ. Νικήτας Παρίσης. Σύμφωνα με τον κ. Παρίση, ο συγγραφέας, με μια γνήσια, αυθεντική, γήινη και πολλά σημαίνουσα γλώσσα, έντεχνα αδιακόσμητη, εισάγει με το αφήγημά του ένα νέο ήθος γλωσσικής ποιότητας και γραφής. Το βιβλίο, συνέχισε, δεν αποτελεί προϊόν μυθοπλαστικής φαντασίας, αλλά ένα απόσταγμα γεγονότων, εμπειριών και βιωμάτων, που αναδύεται, ως πικρό απόσταγμα, μέσα από σκληρά χρόνια και σκληρά γεγονότα, καταδεικνύοντας το αξιακό σύστημα του συγγραφέα.
"Για τον ομιλούντα υπήρξε το βιβλίο αυτό ισχυρό αναγνωστικό ξάφνιασμα. Ομολογώ ότι είχα καιρό να σκύψω πάνω σε τόσο σκληρή, γνήσια και αυθεντική γραφή. Οι λέξεις έμοιαζαν πέτρινες, βαριές, ίδιες μολύβι και προκαλούσαν βούισμα ψυχής και ταραχή στο νου. Οι σελίδες απεικόνιζαν το ματωμένο πρόσωπο της Κύπρου και τα παλικάρια που τα θέρισε όρθια το λεπίδι του θανάτου.
Ο συγγραφέας είναι Κύπριος με άμεση και ενεργό συμμετοχή στους αγώνες του κυπριακού λαού. Αρχιτέκτονας κα καθηγητής σήμερα στο Πανεπιστήμιο της Λευκωσίας, μας έδωσε, έστω και τόσο αργά, την πιο γνήσια αφήγηση για τα κυπριακά δρώμενα".
Στις 7 Δεκεμβρίου 2012, ο κύριος Παρίσης κουβέντιασε με τον συγγραφέα.
- Το εξώφυλλο του βιβλίου έχει φιλοτεχνηθεί από σας. Έχει κάποιο συμβολισμό; Υποδηλώνει κάτι; παράγει, όπως λέμε, σημαινόμενα;
Μπράβο! Μου αρέσουν τα ερωτήματα για το εξώφυλλο. Ξέρετε, το εξώφυλλο είναι το προκειμενικό στοιχείο ενός βιβλίου. Συνιστά την εξωτερική όψη, το έξω πρόσωπο, προτού να περάσουμε στα ενδότερα της λογοτεχνικής γραφής.
Στο συγκεκριμένο βιβλίο, το εξώφυλλο είναι μια σύνθεση φωτογραφική και εν μέρει και εικαστική του ίδιου του συγγραφέα. Άρα αποτυπώνει και εκφράζει, με μιαν άλλη γλώσσα, κάτι από τη λογική, το πνεύμα και την ψυχή του κειμένου. Το ξέρετε αλλά ίσως πρέπει να το υπενθυμίσω. Αφηγούνται τα εξώφυλλα. Μιλούν και διαλέγονται με τον αναγνώστη. Συνομιλούν μ’ έναν τρόπο μη λεκτικό. Είναι άφωνος λόγος αλλά πολύ άμεσος και δραστικός.
Στο Πολλάκις εις θάνατον, πώς μας μιλάει η άφωνη γλώσσα του εξώφυλλου; Προβάλλει πρώτα, με πληθωρικό τρόπο, την ένταση του μαύρου. Το μαύρο εγκλείει μέσα του μια απουσία, αυτούς που χάθηκαν, που τους κατάπιε το σκοτάδι του θανάτου. Το μαύρο, όμως, περιέχει και την οδύνη, το δικό μας πόνο για όσους θέρισε το δρεπάνι του χάρου. Υπάρχει και μια άλλη σημαίνουσα λεπτομέρεια. Δύο ευθείες από μαύρο χρώμα διαπλέκονται και δημιουργούν το σχήμα του σταυρού, σύμβολο μαρτυρίου και πόνου γι’ αυτό το νησί.
Σ’ ένα δεύτερο επίπεδο υπάρχουν δυσδιάκριτα πράγματα. Μια σκιά, μια ρευστή εικόνα, μια συγκεχυμένη μορφή ανθρώπου, μια σκάλα. Να είναι όλα αυτά ο κόσμος των σκιών, το επέκεινα της ζωής, το θολό τοπίο ενός άλλου κόσμου; Αυτά νομίζω φθέγγεται το εξώφυλλο. Μόνο που η φθεγγόμενη φωνή δεν ακούγεται ως ήχος λέξεων. Την ακούει μόνο η ευαισθησία μας.
- Στο βιβλίο, μεταξύ ανάμνησης και φαντασίας, υπάρχει μια αναλογία. Μπορείτε να μας μιλήσετε σχετικά με την ποσοτική έκταση της μιας και της άλλης;
Η ακριβής αναλογία, που συνδέει την ανάμνηση και τη φαντασία, δεν είναι εύκολο να προσδιοριστεί. Έχω την εντύπωση όμως ότι η φαντασία υπερισχύει της μνήμης κατά το μέτρο της λογοτεχνικής ποιότητας του κειμένου. Η ανάμνηση ασφαλώς και αναφέρεται στα αυθεντικά γεγονότα. Η φαντασία τα περιγράφει δημιουργικά. Τους δίνει μορφή και χρώμα, τους βάζει το άρωμα ας πούμε. Παρόλα αυτά η πρώτη ύλη, τα συστατικά της διήγησης είναι οι εικόνες της μνήμης, που και αυτά δεν είναι άμοιρα της φαντασίας, αφού κανείς δεν μας έχει βεβαιώσει ότι προσλαμβάνουμε κατά τον ίδιο τρόπο τα γεγονότα. Βιώνω ένα γεγονός δεν σημαίνει μόνο βλέπω, φωτογραφίζω. Πάνω απ´ όλα σημαίνει θεωρώ, ιδεολογικοποιώ.
Να σας το θέσω διαφορετικά. Για να σχηματίσεις εποπτική άποψη των βιωματικών εμπειριών, πρέπει να μεταβληθείς σε θεατή του εαυτού σου, να βγεις έξω από την δράση. Όταν βρεθείς σ’ αυτή τη θέση του θεωρού, τότε και μόνο τότε μπορείς να μορφοποιήσεις της φαντασίας τα σκευάσματα. Αυτό σημαίνει πως η απελευθέρωση της δημιουργικής φαντασίας προϋποθέτει ένα εσωτερικό στοχασμό ανάλογο με την αισθητική απόσταση από τα γεγονότα αυτά καθ’ εαυτά.
- Θεωρείτε ότι υπάρχει μια συγκεκριμένη σχέση μεταξύ συγγραφέα και αναγνώστη;
Κάθε γραπτό κείμενο, από τη στιγμή που γίνεται δημόσιο, αποκτά τη σημασία ενός συμβολαίου μεταξύ συγγραφέα και αναγνώστη. Στη σύμβαση αυτή ο μεν συγγραφέας δεσμεύεται με μια υπόσχεση, ενώ ο αναγνώστης με μια προσδοκία. Υπόσχεση και προσδοκία νοήματος. Αν στο νόημα αυτό συμπέσουν οι πνευματικές διαθέσεις και των δύο, τότε επισυμβαίνει ένα ευτυχές λογοτεχνικό γεγονός. Το κείμενο από υποκείμενη βούληση μετατρέπεται σε αντικείμενη αλήθεια. Είναι η στιγμή της υπογραφής του συμβολαίου. Ο δεσμός που προκύπτει απ’ αυτή τη σύμβαση αντιστοιχεί με το δεσμό του γάμου, όπου ισχύει το «άνθρωπος μη χωριζέτω».
- Παρόλο που στον πρόλογο εξηγείτε ότι οι λόγοι που σας ώθησαν να γράψετε το βιβλίο είναι «για το χατίρι των παιδιών των δικών σας και των άλλων», εντούτοις στο κείμενο διακρίνει κανείς τα ίχνη ενός άλλου κινήτρου, που έχει να κάνει περισσότερο με το πικρό μέρος της γεύσης.
Το πικρό και το γλυκό πάνε μαζί, όπως ο θάνατος με τη ζωή. Στο βιβλίο υπάρχει τόσο η γλυκιά όσο και η πικρή γεύση της ζωής. Το μη ισόποσο των δόσεων οφείλεται στο ότι τα γεγονότα που περιγράφονται, ερμηνευόμενα εκ των αποτελεσμάτων τους – εννοώ ασφαλώς τα τετελεσμένα του πραξικοπήματος και της εισβολής – δεν επιτρέπουν παρά ελάχιστες γλυκές αναμνήσεις.
Το κίνητρο για το γράψιμο του βιβλίου εξακολουθώ να μην το κατέχω πλήρως γιατί σε μεγάλο ποσοστό σχετίζεται και με τον υποσυνείδητο κόσμο. Ξέρω πως το βιβλίο ήρθε χωρίς προσχεδιασμό. Βγήκε ως απότοκο μιας μακρόσυρτης εσωτερικής διεργασίας της οποίας οι λεπτομέρειες μου είναι άγνωστες. Αυτό είναι σίγουρο και καθορίζει την φωτεινή περιοχή του κινήτρου. Για τα άλλα μόνο εικασίες μπορώ να κάνω. Εκ των υστέρων θα μπορούσα ίσως να πω ότι το όλο εγχείρημα εμπεριέχει και ένα είδος προσωπικού απολογισμού, κάτι σαν ξεκαθάρισμα απωθημένων και ερωτηματικών.
- Ένα λογοτεχνικό κείμενο πρέπει να περιέχει ένα ηθικό μήνυμα; Πρέπει δηλαδή να είναι διδακτικό; να έχει κάποιο σκοπό;
Ένα κείμενο που βασίζεται στη μνήμη βιωμάτων που αφορούν το πρόσωπο, ίσως όχι. Ένα κείμενο στο οποίο τα θεωρούμενα γεγονότα άπτονται του συλλογικού μας συνειδέναι, ναι. Θα μου πείτε όλα τα κείμενα στηρίζονται στη μνήμη του συγγραφέα. Εννοώ εδώ τα κείμενα που ανακαλούν γεγονότα ιστορικής και πολιτικής σημασίας, όχι για να καταγράψουν απλώς ένα χρονικό αυτών που έχουν συμβεί, αλλά για να μορφώσουν ένα λόγο προσωπικής ευθύνης.
Το διδακτικό και ηθικό μήνυμα απ´ αυτή την άποψη προκύπτει αυτονόητα όχι ως αποτέλεσμα στοχευμένου σχεδιασμού και κατευθυνόμενης ηθικολογίας αλλά περισσότερο ως απόρροια κριτικής στάσης. Η υπό μορφή κειμένου ανάκληση της ιστορικής μνήμης νοηματοδοτείται μόνο εάν και εφ’ όσον σ’ αυτήν εκφράζεται και μια εποπτεία διακριτική του γράφοντος. Αυτή η θέση συναρτάται κατά τη γνώμη μου και με την έννοια της δημιουργίας, η οποία – ας μη ξεχνάμε – προέρχεται από το δημο-εργία. Να δώσεις δηλαδή το έργο σου στο Δήμο. Που σημαίνει να πάρεις δημόσια θέση, να αναλάβεις ευθύνη. Να πεις τον λόγο σου, τον προσωπικό σου λόγο, εν Δήμω. Να κοινωνήσεις. Κάπως έτσι αντιλαμβάνομαι το διδακτικό μήνυμα του βιβλίου.
Ας μη ξεχνάμε αυτό που μας υπέδειξε ο Αριστοτέλης, ότι δηλαδή στον υπηρετικό σκοπό της τέχνης περιέχεται ένα διδακτικό μήνυμα ικανό να φρονιματίσει.