της Ελένης Πατσιατζή
Οι ανώνυμες ηρωίδες της Μπογιάνου, ακολουθούν μια σταθερή πορεία από την ανηλικότητα προς το γήρας προσπαθώντας εναγώνια να διασώσουν ό,τι μπορούν από το δικαίωμα αυτοκαθορισμού και αξιοπρέπειας σε συνθήκες ασφυκτικές τόσο εντός του κοινωνικού πλαισίου που επιβάλλει συγκεκριμένους έμφυλους ρόλους (gender) όσο και εντός του βιολογικού τους φύλου (sex) που συχνά περιορίζει τη δράση τους, ιδίως κατά τα ηλικιακά στάδια της εμμηνόπαυσης και της κλιμακτηρίου, λόγω των ορμονικών αλλαγών και των συνεπακόλουθων συμπτωμάτων τους (π.χ. ημικρανίες, μείωση libido). Όλα τα γυναικεία πρόσωπα της συγκεκριμένης συλλογής θα μπορούσαν να συντεθούν τελικά σε ένα, δημιουργώντας συνθήκες ενός σπονδυλωτού μυθιστορήματος. Ωστόσο, η συγγραφέας επιλέγει να αναδείξει τον πληθυντικό αριθμό, την πολλαπλότητα των εκδοχών αλλά και τις μικρές προσωπικές νίκες που συνιστούν κομβικά σημεία της ύπαρξης. Από τη ματιά της Μπογιάνου δεν διαφεύγει κανένας περιορισμός που οριοθετεί αυστηρά την προσωπική δράση όπως δεν διαφεύγουν και οι μικρές προσωπικές μάχες των γυναικών αυτών που επιλέγουν να αντιδράσουν, να αντισταθούν σε όλα όσα περιορίζουν διαρκώς την πορεία τους. Είναι χαρακτηριστική και η επιλογή του εξωφύλλου (εξαιρετική φωτογραφία του Γ. Θωμόπουλου), όπου μια γηραιά κυρία, με αποφασιστικό βήμα, προχωρά παράλληλα προς ένα τείχος ακριβώς για να το προσπεράσει και να μπορέσει να ακολουθήσει τη δική της πορεία.
Το σύνολο των μικροδιηγημάτων είναι γραμμένο σε μικροπερίοδο, στακάτο λόγο. Ο ρυθμός είναι ασθματικός, το υλικό εύφλεκτο και είναι θέμα χρόνου η έκρηξη που, αναπόφευκτα, έρχεται στο τέλος. Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα είναι η επιλογή της προσωποποίησης αφηρημένων εννοιών και συναισθημάτων (π.χ. βραδύτητα, αυτοσυντήρηση, δυσαρέσκεια), που έτσι αποκτούν οντότητα και συμπορεύονται κι αυτές με τις, κατά βάση μοναχικές, ηρωίδες. Κάθε περιττό στοιχείο απουσιάζει, η πραγματικότητα γίνεται ο καμβάς για να αφηγηθεί η συγγραφέας φανταστικές αποδράσεις μέσα από στιγμιότυπα της καθημερινής ζωής. Τα στιγμιότυπα αυτά δεν είναι παρά μικρές νίκες που συνιστούν κυρίως φαντασιακούς θριάμβους σε ένα διαρκές πλέγμα αδυναμίας εκπλήρωσης των επιθυμιών και των επιδιώξεων.
Οι νίκες των γυναικών αυτών είναι προσωπικές, γι΄ αυτό και είναι βαθύτατα πολιτικές. Ας θυμηθούμε, αν και διανύουμε την εποχή του Me Too, το εμβληματικό φεμινιστικό σύνθημα της δεκαετίας του 1960 «το προσωπικό είναι πολιτικό». Η Μπογιάνου πολιτικοποιεί όψεις της γυναικείας προσωπικής ζωής καθώς η πολιτική, ως δύναμη, βρίσκεται παντού, σε κάθε όψη της καθημερινότητας και η συγγραφέας αναδεικνύει με τη γραφή της πολιτικές κλίμακες σώματος και οικιακής ζωής δείχνοντας την άτυπη βία που βιώνουν οι γυναίκες προκειμένου σταδιακά να την εσωτερικεύσουν και να την αναπαραγάγουν. Οι «Αυτές», όμως, αντιστέκονται, δεν γίνονται πειθήνια όργανα, έχουν επίγνωση των περιορισμών που τους έχουν επιβληθεί, αν και δεν επιλέγουν μια πορεία συλλογικής δράσης, παρά την πληθυντικότητα του τίτλου. Το “εγώ” δεν έχει μεταβεί στο “εμείς”, δεν έχει συσταθεί συλλογικό υποκείμενο, κάθε γυναίκα λειτουργεί μόνη, όπως συνήθως συμβαίνει.
Σε μια εποχή που στον Κοινωνικό Λόγο (Social Discourse) αυξάνουν οι έμφυλες προσεγγίσεις σε κάθε πεδίο, επιστημονικό και καλλιτεχνικό, η Μπογιάνου επιλέγει συνειδητά να δώσει φωνή και ορατότητα στις γυναίκες εκείνες, της "διπλανής πόρτας", που υψώνουν το ανάστημά τους ακόμη και αν συντριβούν, που δεν πτοούνται από τις εσωτερικές χαίνουσες πληγές τους αλλά προχωρούν αποφασιστικά, παρά τα εμπόδια, στην πορεία που έχουν επιλέξει, όπως η γηραιά κυρία του εξωφύλλου. Με γραφή ώριμη, δουλεμένη στο έπακρο, αναδεικνύει τις πολλαπλές ανάγκες αυτών των γυναικών, ιδίως στον χώρο της οικογένειας, δηλαδή στον χώρο των πιο δυνατών ανθρώπινων δεσμών, των ελπίδων αλλά και των σφοδρότερων συγκρούσεων.
[Κλικ στις εικόνες για μεγέθυνση]