Τετάρτη 28 Ιουλίου 2010

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΚΡΙΤΗΡΙΟΥ "Καταναλώνω άρα υπάρχω"

Α. Το κείμενο, με αφορμή τον παροξυσμό αγοράς δώρων τις γιορτινές μέρες, παρουσιάζει τις διαστάσεις του καταναλωτισμού. Αρχικά, αναφέρεται πως σε θεωρητικό επίπεδο, η οικονομική ανάπτυξη με την ποσότητα των παραγόμενων αγαθών υποβαθμίζει τις πνευματικές αξίες και με τη συνδρομή των Μ.Μ.Ε. δημιουργεί διαρκώς ψεύτικες ανάγκες, συντηρώντας τον καταναλωτισμό. Τονίζεται πως η επινόηση καινούριων προϊόντων αποτελεί λειτουργική αναγκαιότητα για τη διαιώνιση του καπιταλισμού και επισημαίνεται πως για την προώθηση των αγορών επιστρατεύονται ακόμα και τα πολιτιστικά αγαθά. Το αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας είναι η ταύτιση της ευτυχίας με τη δυνατότητα απεριόριστης κατανάλωσης, καθώς και ένα αίσθημα μειονεξίας που νιώθουμε όταν υπολειπόμαστε των προβαλλόμενων από την τηλεόραση προτύπων. Μόνη λύση απομένει η αντίσταση σε καθετί που μας μετατρέπει σε άκριτους καταναλωτές. (119 λέξεις)
Β1. Η υπερδιόγκωση των επίπλαστων αναγκών του ανθρώπου οφείλεται σε ένα πλέγμα αιτιών. Δεν είναι μόνο η διαφήμιση που διαρκώς υποβάλλει στο άτομο νέες επιθυμίες αλλά και μια γενικότερη αντίληψη που καλλιεργείται και το εθίζει στο να αναζητά και να ταυτίζει την ευτυχία με τα υλικά αγαθά. Αν επιπλέον αναλογιστούμε τις συνθήκες ζωής του σύγχρονου ανθρώπου, με τους γρήγορους ρυθμούς ζωής, την απουσία ουσιαστικής επικοινωνίας με τους γύρω του, την αδυναμία του να αντλήσει συναισθήματα χαράς και δημιουργικότητας από την εργασία του, κατανοούμε γιατί αναζητά υποκατάστατα στις πραγματικές και ουσιαστικές ανάγκες του.
Β2. Θεματική περίοδος: «Ο νεοφιλελευθερισμός … υπερκαταναλωτισμό».
Ανάπτυγμα: «Χωρίς αυτόν … με το αζημίωτο μάλιστα».
Κατακλείδα: «Δάνεια … υλικά αγαθά».
Τρόπος ανάπτυξης: με συνδυασμό μεθόδων. Με αιτιολόγηση («Χωρίς αυτόν … ακλόνητο») και παραδείγματα («Παρατηρούμε … το αζημίωτο μάλιστα»).
Β3. Το παρόν κείμενο ανήκει στο είδος της ερμηνευτικής δημοσιογραφίας. Διαθέτει τίτλο, μικρή έκταση και αφορμάται από την επικαιρότητα («Ημέρες Χριστουγέννων»). Τα παραπάνω στοιχεία αποτελούν τα σημεία διαφοροποίησής του από ένα αποδεικτικό δοκίμιο. Ωστόσο, η θεματολογία του (το κοινωνικό φαινόμενο του καταναλωτισμού), η γλωσσική του επεξεργασία, καθώς και ο πλούτος των ιδεών που διαθέτει, του προσδίδουν χαρακτήρα διαχρονικότητας και το καθιστούν είδος συγγενές με το αποδεικτικό δοκίμιο.
Β4. Η 5η § («Εκτός … χαρακτήρα») οργανώνεται παραγωγικά. Στη θεματική περίοδο βρίσκεται η αποδεικτέα θέση και στο ανάπτυγμα της παραγράφου συναντάμε την απόδειξη.
Β5. επικρίνουμε = κατηγορούμε ≠ επαινούμε // πλασματικές = ψεύτικες ≠ γνήσιες
Γ. Ενδεικτικές απαντήσεις
 Mοχλός όλων, γενεσιουργός αιτία και μέτρο των πάντων λογίζεται σήμερα το χρήμα. Σχεδόν δεν υπάρχει ανθρώπινη σχέση που να ρυθμίζεται χωρίς τη διαμεσολάβησή του, πόσο μάλλον το δώρο: αυτή η ένδειξη αγάπης, σεβασμού, τιμής, συναρτάται απόλυτα με την αγορά. Tις μέρες των γιορτών, οπότε λαμβάνει χώ-ρα το μεγαλύτερο ετήσιο εμπορικό πανηγύρι, κολοσσιαία ποσά δαπανώνται σε δώρα. Mόνο τα Xριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά οι περισσότεροι κλάδοι καταγράφουν το 40% - 50% του συνολικού ετήσιου τζίρου τους. Πώς αγοράζονται όλα αυτά; Mε τον 13ο μισθό, φυσικά, με πιστωτικές κάρτες επίσης, και, βέβαια, με εορτοδάνεια, που έχουν γίνει πολύ δημοφιλή.
 H συζήτηση γύρω από τα δώρα είναι ευνόητη. Έχει επηρεάσει το καταναλωτικό κοινό κι έχει δημιουργήσει ένα νέο είδος «ευαισθησίας». H αποδοχή του δώρου, η χρησιμότητά του είναι τρομερά σημαντική• έχει περισσότερο από ποτέ συναισθηματικές αντηχήσεις. Kαι οικονομικές επίσης. Tο καλό δώρο είναι το ακρι-βό δώρο. Tο αποδεικνύει μια έρευνα των Σόνικ και Xέμενγουεϊ στην οικονομική σελίδα του πρωτοχρονιά-τικου «Nιου Γιόρκερ»: Το σβήσιμο της τιμής, η έμμονη ιδέα πως ο παραλήπτης του δώρου ίσως ανακαλύψει πόσα πληρώσαμε (ποιο είναι δηλαδή το «κοστολόγιο» της σχέσης), αποδεικνύει ότι τα ακριβά δώρα φανερώνουν το ενδιαφέρον πιο πειστικά από τα φτηνά. Eξ ου και η απογοήτευση, όταν τα ακριβά δώρα δεν ενθουσιάζουν τους παραλήπτες. Ίσως γι’ αυτό ανθούν τα τελευταία χρόνια οι κάρτες δώρων, μια ήπια και κοινωνικά αποδεκτή μορφή ανταλλαγής μετρητών. Oι κάρτες δώρων λένε με ευγενικό τρόπο: «Αφού είσαι εξ ορισμού ανικανοποίητος πάρε ό,τι θέλεις και ξεφορτώσουμε».
 Σε πολλές κοινωνίες στο απώτερο παρελθόν, όπως εξηγούσε στις αρχές του περασμένου αιώνα ο Γάλλος ανθρωπολόγος Mαρσέλ Mως, το δώρο αποτελούσε ένα μέσο απαραίτητο για την παραγωγή και αναπα-ραγωγή των βασικών δομών της κοινότητας. Kάποιος χρειαζόταν να μπει σε ανταγωνισμούς ανταλλαγής πολύτιμων δώρων, προκειμένου να αναβαθμιστεί σε κύρος, να αποκτήσει πρόσβαση στην εξουσία.Yπήρχε μια ηθική του δώρου, η οποία έκανε την ανταπόδοση του προσφερθέντος υποχρεωτική, αφού η προσφορά υποχρεώνει.
 Σήμερα η ηθική του δώρου ναι μεν υφίσταται, όμως έχει αποκοπεί πλήρως από την παλαιότερη λειτουργία της που ήταν, κατά κύριο λόγο, να αναπαράγει τις θεμελιώδεις κοινωνικές σχέσεις. Το δώρο αποτελεί κυρίως μια υπόθεση ατομική, προσωπική, την έκφραση προσωπικών σχέσεων, χωρίς υπολογισμό. Ταυτόχρονα, όμως, σφραγίζεται από τη λογική της αγοράς και του κέρδους. Οι σημερινές εμπορευματικές κοινωνίες «αξιοποιούν» με αμέτρητους τρόπους την πρακτική του δώρου, την οποία έχουν διευρύνει και αποπροσωποποιήσει στο έπακρο.
 Το δώρο σήμερα αποτελεί ένα μεγάλο κομμάτι της νέας οικονομίας. Συνδεδεμένο άρρηκτα με τις τάσεις και τις διαθέσεις της αγοράς, με την ιεροτελεστία της κατανάλωσης, έχει χάσει σε μεγάλο βαθμό εκείνο το κάτι από το συναίσθημα του δωρητή, εκείνη τη μικρή έστω ιδιαιτερότητα που το έκανε μοναδικό. Προϊόντα της αλυσίδας μαζικής παραγωγής, τα δώρα για παιδιά, τα πάσης φύσεως αντικείμενα που προορίζονται για φίλους και συγγενείς, τα χριστουγεννιάτικα «δώρα» (στολίδια) που κάποτε φτιάχνονταν μόνο με τη... διαμεσολάβηση των ιδεών, της φαντασίας και του διαθέσιμου χρόνου από ευτελή υλικά, προσφέ-ρονται πλέον σε εκατομμύρια πολλαπλά αντίτυπα. Πολύ λίγα δώρα φτιάχνονται σήμερα κατ' οίκον, από τα δικά μας χέρια, με προσωπικό μεράκι, με ζήλο, με αγάπη.
 Δεν υπάρχει η κοινωνική, πολιτιστική αξία του χειροποίητου δώρου, μια αξία που να προκύπτει από την πρωταρχική, άυλη και όχι από την υλική πλευρά της εργασίας. Mια αξία που να αποκομίζεται από τα ταλέντα, τη γνώση, το πολιτιστικό υπόβαθρο του δωρητή. H αξία του δώρου έχει συρρικνωθεί στο ύψος της τιμής του, που βεβαίως διαμορφώνεται από τους νόμους της προσφοράς και της ζήτησης. Η αγορά του έχει αναγορευτεί σε ψυχαγωγία, σε κοινωνική έξη, σε εργαλείο εξύψωσης του προσωπικού γοήτρου. Aποτελεί καθαρή κατανάλωση - μια «θρησκεία» με ρίζες πλέον βαθιά μέσα στην τρέχουσα καθημερινότητα.
 Η ξεκούραση, το χαλάρωμα, η διασκέδαση, η φροντίδα του εαυτού μας, που έχει προαχθεί σε υπ' αριθμόν ένα πρότυπο ζωής, το κοινωνικό στάτους - οι αγορές μας είναι τα «μανταλάκια» που μας τοποθετούν σε μια συγκεκριμένη θέση στην κοινωνία - τα δώρα προς τον εαυτό μας και τους άλλους πραγματώνονται μέσα από την κατανάλωση.
 Καταναλώνεις και μελαγχολείς. Αυτές τις μέρες ψωνίζεις καταναγκαστικά, γιατί όλοι ψωνίζουν, όλοι θύουν, όλοι λιβανίζουν με τις πιστωτικές τους στους πάμφωτους βωμούς. Κι όλοι μένουν με μια στυφάδα, ανεκπλήρωτοι και πεινασμένοι: το shopping δεν χορταίνει• ερεθίζει, αλλά δεν χορταίνει, δεν ανακουφίζει. Η κατανάλωση κατακλύζει τον νου, κυριεύει τις νευρικές ίνες, στήνει λίστες, υποχρεώσεις, εφευρίσκει αχόρταγες πτυχές, σε καταλαμβάνει σαν πυρετός και σε κατατρώει. Κι ύστερα σ’ αφήνει λιώμα, ματαιωμένο και αχόρταγο, βουλιμικό και μόνο, ένα μοναχικό αγρίμι μετά το μάταιο πλιάτσικο. (Από άρθρο του Νίκου Ξυδάκη, στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ).
 Tο δώρο αποτελούσε πάντα (και συνεχίζει να αποτελεί) ένα μέσο επιβολής εξουσίας, ένα μέσο κυριαρχίας. Aπό τον πλούσιο στον φτωχότερο, από τον ισχυρό στον αδύνατο, από τον διευθυντή στον υφιστάμενο, από το κράτος στον πολίτη, αλλά και μεταξύ ισότιμων ατόμων.
 H πρακτική του δώρου υπάρχει όσο και ο άνθρωπος. Mεταλλάσσεται, αλλά δεν εξαφανίζεται. Σήμερα έχει απλουστευθεί από τα νέα κοινωνικά ήθη, έχει διευρυνθεί και έχει εμπορευματοποιηθεί από την αγορά, όμως παράλληλα έχει να προσφέρει κι έναν νέο τρόπο αντίστασης σ' αυτήν.

Δεν υπάρχουν σχόλια: