Δευτέρα 15 Νοεμβρίου 2010

Σκέψεις 37 χρόνια μετά...

«Στο παιδί μου δεν άρεσαν ποτέ τα παραμύθια
Και του μιλούσανε για Δράκους και για το πιστό σκυλί
Για τα ταξίδια της Πεντάμορφης και για τον άγριο λύκο
Μα στο παιδί δεν άρεσαν ποτέ τα παραμύθια
Τώρα, τα βράδια, κάθομαι και του μιλώ
Λέω το σκύλο σκύλο, το λύκο λύκο, το σκοτάδι σκοτάδι,
Του δείχνω με το χέρι τους κακούς, του μαθαίνω
Ονόματα σαν προσευχές, του τραγουδώ τους νεκρούς μας.
Α, φτάνει πια! Πρέπει να λέμε την αλήθεια στα παιδιά».



Κι αυτή την ποιητική παρακαταθήκη οφείλουμε να ακολουθούμε όλοι μας. Μακριά από μυθοπλασίες και ζητωκραυγές, διθυράμβους και νεκρολογίες. Άλλωστε, τα δοξαστικά για τη γενιά του Πολυτεχνείου δεν ωφελούν. Οι αναφορές σ' ένα ένδοξο παρελθόν και οι συγκρίσεις με το μίζερο σήμερα δεν εξαγνίζουν ούτε εξωραΐζουν το παρόν και το μέλλον, αντίθετα αμβλύνουν τη μνήμη, τροφοδοτώντας την ανιστόρητη κοινωνία με αμνησιακά άτομα. Δυστυχώς, ο μύθος κάλυψε την πραγματικότητα. Γιατί το Πολυτεχνείο ήταν και είναι το άλλοθι μιας κοινωνίας απούσας και σιωπηρής, η "κολυμπήθρα του Σιλωάμ" που πρόσφερε εξαγνισμό στο ενοχικό κενό των συμβιβασμένων και των "τιποτοφρόνων".
Η γενιά του Πολυτεχνείου - εικονοκλαστική, απελευθερωτική και χειραφετημένη - γεννήθηκε σε μιαν ανύποπτη ρωγμή του χρόνου. Γενιά-μεταίχμιο ανάμεσα στον μετεμφυλιακό κύκλο που έκλεισε οριστικά με τη γέννησή της και στον μεταπολιτευτικό, που άρχισε ν' αχνοφαίνεται πάλι με τη γέννησή της.
Το Πολυτεχνείο ήταν και αυθόρμητο και συνειδητό. Ήταν αυθόρμητο, καθώς δεν σχεδιάστηκε γραφειοκρατικά από καμιά πολιτική οργάνωση, αλλά και μια συνειδητή αγωνιστική πράξη, που προετοιμάστηκε μέσα απ' όλη την προηγούμενη πορεία της αντιδικτατορικής πάλης. Υπήρξε η θρυαλλίδα για την έκρηξη ενός εύφλεκτου υλικού που αργά και βασανιστικά συσσωρευόταν χρόνια ολόκληρα, σε παρέες και σπίτια, σχολές και σχολεία, γήπεδα και πλατείες, βιβλιοπωλεία και κινηματογράφους, σε μπουάτ και ταβέρνες, στην Ασφάλεια και τα μπουντρούμια της ΕΑΤ-ΕΣΑ.
Η κατάληψη ήταν τα πάντα. Ήταν με μια καθυστέρηση πέντε ετών, ο απόηχος της μεγάλης πολιτισμικής έκρηξης, της εξέγερσης των νέων του '68 στη Δύση και την Ανατολή. Η κατάληψη ήταν τα πάντα. Τρεις μέρες προσδοκιών και ερώτων, ονείρων και θανάτων. 1968-1973-Τα αδέσποτα χρόνια - Βιετνάμ, Χιλή, Πράγα και Παρίσι, Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, Κον Μπεντίτ, Ρόμπερτ Κέννεντυ, Μαρκούζε, Σαρτρ και Μάο, Τσε Γκεβάρα και χιλιάδες ανώνυμοι αγωνιστές...
Τα σύμβολα, των ελεύθερων Ελλήνων, Στρατιώτες αδέλφια μας, Είμαστε άοπλοι, Εθνικός Ύμνος... σε γνωρίζω από την κόψη ... Ελληνική σημαία, σύμβολο μιας νέας πίστης, Λευκή σημαία, ένα άσπρο πουκάμισο, σύμβολο μιας αθωότητας κατά της βίας και της φασιστικής βαρβαρότητας.
Ένα είναι σίγουρο και αδιαμφισβήτητο γεγονός. Το Πολυτεχνείο δεν έγινε από κόμματα και υψιπετείς διανοούμενους, πολιτικούς και γραφειοκράτες. Η εξέγερση δεν έγινε από τους πανταχού απόντες. Δεν έγινε από χαμαιλέοντες και τυχοδιώκτες. Γιατί όλοι αυτοί κρύβονταν σαν τους τυφλοπόντικες στα λαγούμια της ιδιωτικότητάς τους, γιατί, τότε "όλα τα' σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά". Το Πολυτεχνείο έγινε από τους παρόντες, τους εμψυχωτές και ψυχικά συμμετέχοντες νέους, τους καιόμενους, που ήθελαν εκδίκηση για τα πολτοποιημένα από τον ξενόφερτο φασισμό όνειρά τους. Απ' όλους αυτούς που θεωρούν τη δημοκρατία, την ελευθερία, την ανεξαρτησία, την αλληλεγγύη και την κοινωνική δικαιοσύνη υπέρτατες και οικουμενικές αξίες. Απ' όλους αυτούς που θεωρούν την πολιτική συμμετοχή όχι απλώς δικαίωμα μα υποχρέωση και ολοκλήρωση του ανθρώπου. Αυτό ήταν το Πολυτεχνείο - αντιεξουσιαστικό, αντικομφορμιστικό και αντιοργανωτικό. Ένα «ΑΝΤΙ» που καρφώθηκε σαν πρόκα στο σώμα της αποκοιμισμένης κοινωνίας.
Η σημερινή προσπάθεια να ξεχαστούν οι πρόσφατες ιστορικές μνήμες, να επετειοποιηθεί το Πολυτεχνείο, να μουμιοποιηθεί η γενιά του, δεν είναι τυχαία. Στο πλαίσιο των σύγχρονων κοινωνιών της απάθειας, της αδιαφορίας και του ωχαδερφισμού, του βολέματος και της λοβιτούρας, η μνεία του Πολυτεχνείου είναι είτε άχρηστη είτε υπονομευτική. Το '73 θεωρείται "ντεμοντέ", καθώς δεν μπορεί να εμφιλοχωρήσει στις τρέχουσες μνήμες και συνειδήσεις παρά μόνο σαν καρικατούρα, σα μελό, άχρωμο και άοσμο.
Το Πολυτεχνείο ξεχάστηκε συνειδητά, διότι δεν υπήρχε λόγος να μην ξεχαστεί, ίσως διότι έπρεπε να ξεχαστεί.
Παιδιά! Μην ξεχνάτε πως οι ομόλογοί σας τριάντα χρόνια πριν πίστεψαν πως μπορούν να συγκροτήσουν ένα συλλογικό πολιτικό υποκείμενο, πως ο κόσμος στον οποίον ζούμε δεν είναι δεδομένος και αμετακίνητος, πως οι σχέσεις μας δεν θα επικαθορίζονται νομοτελειακά από την άδικη και φρικαλέα πραγματικότητα, πως μπορούμε να ζήσουμε έξω από συμβατικές παρενθέσεις και συμμορφωτικά πρότυπα "πρέπει" και "μη", πως το μυαλό και η καρδιά μας είναι δυνατόν να φαντασθούν και να επιβάλουν νέα συστήματα κοινωνικών σχέσεων, αξιών και αρμονιών.
Η σημερινή κατάσταση - με την κατίσχυση του ατομοκεντρικού μοντέλου, τη γενίκευση του αγοραίου ανταγωνισμού, όπου το ΕΙΝΑΙ και το ΓΙΓΝΕΣΘΑΙ ταυτίστηκε με το ΕΧΕΙΝ και το ΚΤΕΙΣΘΑΙ - μοιάζει με είδωλο της δικτατορίας. Πολλοί μέσα στο κυνήγι της επιτυχίας έχουν απανθρωποποιηθεί τόσο, ώστε να χάσουν το νεανικό ρομαντισμό, το νόημα και τις αξίες της ζωής. Νεκροζώντανοι, γεμάτοι τύψεις και ενοχές, τοξικομανείς της τρυφής και της μικροαστικής αυταπάτης, υποταγμένοι στο κοσμοείδωλο της ιδιώτευσης, συνθλίβουν τα όνειρά τους και τη νεανική ζωντάνια τους στις μυλόπετρες της μικρονοϊκής συμφεροντολογίας, θυσιάζοντας το απέραντο Αύριο στο τσιφούτικο Σήμερα. Κανείς πια δεν τολμά να σκέφτεται ή να δρα ουτοπικά.
Σήμερα που η επανάσταση είναι αδύνατη και τα οράματα θαμπά και ίσως ύποπτα, που η δημοκρατία γίνεται παρωδία, η αλλαγή συνώνυμη με τη γελοιότητα και τον εξευτελισμό και ο πατριωτισμός μασκαράτα γραικύλων φαυλοκρατών, αναπολούμε νοσταλγικά το πάθος και το σφρίγος εκείνου του Νοέμβρη.
Τώρα ξέρουμε πια ότι οι εκρήξεις λάμπουν για πάντα, αλλά δυστυχώς, διαρκούν για πολύ λίγο.

Δεν υπάρχουν σχόλια: