Σχολικό
έτος 2016-17.
Μάθημα:
Ιστορία Γ.Π. Γ΄Λυκείου
Ενότητα:
«Η Εθνική Αντίσταση κατά των δυνάμεων του Άξονα και η σημασία της.»
Κατευθυνόμενος
διάλογος με τη βοήθεια του σχολικού εγχειριδίου (ελλείψει επαρκούς υλικοτεχνικής υποδομής στη σχολική
μονάδα).
«- Μήπως
γνωρίζετε τον αρχηγό των δυνάμεων του ΕΛΑΣ; Για να σας βοηθήσω να σας πω πως
συνήθως απεικονίζεται έφιππος… (δεν ολοκληρώνεται η πρόταση).
- Κυρία! Κυρία!
Ο Μεγαλέξανδρος!»
Άναυδη η
καθηγήτρια, κάποια γελάκια ακούγονται, αμήχανη η μαθήτρια αντιλαμβάνεται πως
κάποιο λάθος έκανε αλλά απάντηση, τελικά, δεν δόθηκε. Άλλωστε, όπως φάνηκε λίγο
αργότερα, κάποιοι που είχαν γελάσει, είχαν
συσχετίσει, συνειρμικά, τον ΕΛΑΣ με την ΕΛΑΣ (Ελληνική Αστυνομία). Ένα από τα
πολλά περιστατικά που όλοι οι συνάδελφοι/-ισσες μπορούν να διηγηθούν, εξιστορώντας
τις εμπειρίες τους από τη διδασκαλία του γνωστικού αντικειμένου της Ιστορίας
στα ελληνικά σχολεία. Ιδίως, όσοι/-ες έχουν τις ψυχικές αντοχές να διδάσκουν τη
σύγχρονη Ιστορία, ως (υποβαθμισμένο) μάθημα Γενικής Παιδείας, στη Γ΄ Λυκείου.
Οι παθογένειες
στη διδασκαλία του μαθήματος της Ιστορίας (ξεπερασμένα σχολικά εγχειρίδια,
μεγάλος όγκος ύλης, έμφαση στην αποστήθιση και συνακόλουθη υποβάθμιση της
κριτικής ικανότητας των μαθητών/τριών, αναντιστοιχία του σχολείου με τις
παιδαγωγικές εξελίξεις, διδασκαλία του μαθήματος από καθηγητές άλλων ειδικοτήτων για συμπλήρωση
του ωραρίου τους κ.α) είναι γνωστές εδώ και δεκαετίες σε όλους τους «παροικούντες
την Ιερουσαλήμ». Τα αποτελέσματα τα βιώνουμε όλοι/-ες οι μάχιμοι/-ες εκπαιδευτικοί
καθημερινά στην τάξη.
Όσοι/-ες από εμάς επιλέγουμε να διδάσκουμε
Ιστορία, να επιμορφωνόμαστε και να επιμένουμε να αντέχουμε αλλά και να αντιπαλεύουμε
όλες τις στρεβλώσεις και τις παθογένειες του ελληνικού εκπαιδευτικού
συστήματος, παρακολουθούμε την αυξανόμενη παραγωγή δημόσιου λόγου γύρω από την
πρόταση του ΙΕΠ για αλλαγή του Προγράμματος Σπουδών με ενδιαφέρον και ιδιαίτερη ανησυχία. Ενδιαφέρον
για τις καινοτόμες ιδέες που συμπεριλαμβάνει (έμφαση -επιτέλους!- στη σύγχρονη
ιστορία, υπέρβαση της αποκλειστικότητας του μοναδικού σχολικού εγχειριδίου,
υιοθέτηση εναλλακτικών πολυτροπικών προσεγγίσεων κ.α.) αλλά και ανησυχία για την
ένταση με την οποία γίνεται προσπάθεια απόρριψής του από φορείς εκπαίδευσης που
λίγη σχέση έχουν -πλέον- τόσο με τη μάχιμη εκπαιδευτική πραγματικότητα και τα
αδιέξοδά της όσο και με σύγχρονες
διδακτικές προσεγγίσεις.
Ιδιαίτερη
ανησυχία προκαλεί το γεγονός πως οι νέες
προσεγγίσεις και θεωρίες στους τομείς της γλωσσολογίας, της θεωρίας της
λογοτεχνίας, της φιλοσοφίας κ.α. (όλα όσα διδασκόμαστε οι «ρομαντικοί» που επιμένουμε
να επιμορφωνόμαστε και να μελετούμε τη διεθνή βιβλιογραφία) , αν και συνέβαλαν
στην αλλαγή των όρων προσέγγισης κι ερμηνείας του παρελθόντος, φαίνεται πως
συνιστούν πεδία που προσκρούουν σε κυρίαρχες, παραδοσιακές πεποιθήσεις –και
στον χώρο των φιλολόγων- που εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν τα συλλογικά
υποκείμενα ως έρμαια νομοτελειακών κοινωνικών μεταβολών κι όχι ως υποκείμενα
που αλληλεπιδρούσαν/ αλληλεπιδρούν δυναμικά με τα συστήματα στα οποία
εντάσσονταν/ εντάσσονται. Κυρίως, ανησυχία προκαλεί η επιμονή της ΠΕΦ όχι μόνο
να υπερασπίζεται το μοναδικό σχολικό εγχειρίδιο αλλά και να απορρίπτει τη δυνατότητα
να επιλέγουν οι διδάσκοντες/-ουσες ιστορικά θέματα και πηγές λαμβάνοντας υπόψη τόσο
τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά όσο και τα ενδιαφέροντα των μαθητών και μαθητριών
τους. Βάση ποίων ερευνητικών δεδομένων, άραγε, προκύπτει αυτή η έλλειψη
εμπιστοσύνης της ΠΕΦ απέναντι στους/στις μάχιμους/-ες εκπαιδευτικούς και στη δουλειά
τους; Ποια ήταν η αντίδρασή της όταν κληθήκαμε, ως κλάδος, να στηριχθούμε, για τη διδασκαλία του
μαθήματος, σε (μοναδικά..) σχολικά εγχειρίδια, όπως αυτό της Ιστορίας Γ΄Λυκείου
της Γενικής Παιδείας; Ποιος/-α αναρωτήθηκε για τον αριθμό των μαθητών/-τριών
που επιλέγουν να εξετασθούν πανελλαδικά στο συγκεκριμένο μάθημα αλλά και για
τις επιδόσεις τους;
Ως κλάδος,
οφείλουμε να αναστοχασθούμε και να αναλάβουμε τις ευθύνες μας τόσο για την
υποβάθμιση του συγκεκριμένου γνωστικού αντικειμένου στη σχολική πραγματικότητα
όσο και για τις προοπτικές του. Η παρούσα συγκυρία συνιστά μια ευκαιρία
υπεύθυνης τοποθέτησης αλλά και κριτικής παρέμβασης με νηφάλια, τεκμηριωμένη
επιστημονικά και καλοπροαίρετη κριτική προσέγγιση των επιχειρούμενων αλλαγών. Στο
πλαίσιο αυτό, οι σπουδές φύλου, η μεγαλύτερη διασύνδεση Λογοτεχνίας-Ιστορίας θα
μπορούσαν να είναι εποικοδομητικές προτάσεις προς μια κατεύθυνση εμπλουτισμού
του μαθήματος, μακριά από τα κανονιστικά
στεγανά παλαιότερων προσεγγίσεων του παρελθόντος.
Ελένη Πατσιατζή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου