Α1. Τι λοιπόν; Δεν είναι και αυτό λογικό, είπα εγώ, και δεν απορρέει ως αναγκαίο συμπέρασμα από όσα είπαμε προηγουμένως, ότι δηλαδή ούτε οι απαίδευτοι και όσοι δεν γνώρισαν την αλήθεια δεν θα μπορούσαν ποτέ να διοικήσουν ικανοποιητικά μια πόλη, ούτε όσοι έχουν αφεθεί να απασχολούνται ως το τέλος της ζωής τους με την παιδεία, οι πρώτοι διότι δεν έχουν θέσει έναν ορισμένο σκοπό στη ζωή τους, προς τον οποίο στοχεύοντας πρέπει να κάνουν τα πάντα, όσα τυχόν πράττουν και στον ιδιωτικό και το δημόσιο βίο, και οι δεύτεροι, γιατί δε θα δραστηριοποιηθούν με τη θέλησή τους, επειδή νομίζουν, ότι, αν και είναι ακόμα ζωντανοί, είναι εγκατεστημένοι στα νησιά των Μακάρων;
- Αλήθεια; είπε.
- Δικό μας έργο λοιπόν, είπα εγώ, των ιδρυτών της πόλης, είναι να αναγκάσουμε τις εξαιρετικές φύσεις να στραφούν προς εκείνο το μάθημα που αναγνωρίσαμε προηγουμένως ως το πιο σημαντικό, δηλαδή και να δουν το αγαθό και ν’ ανέβουν εκείνη την ανηφορική οδό, και αφού ανέβουν και δουν αρκετά, να μην τους επιτρέπουμε αυτό που τους επιτρέπεται τώρα.
Β1.
"ἐν παιδείᾳ":
Βασική έννοια τόσο για το σύνολο της Πολιτείας, όσο και για τη συγκεκριμένη αλληγορία είναι η παιδεία. Αποτελεί άλλωστε το μέσον με το οποίο οι άνθρωποι θα περάσουν από την άγνοια στη γνώση και τον νοητό κόσμο, τον μόνο πραγματικό, κατά τον Πλάτωνα. Όχι όμως η σύμφωνη με τις σοφιστικές αντιλήψεις που την παρίσταναν σαν μια εμφύτευση καινούργιων δυνάμεων μέσα στην ανθρώπινη ψυχή, αλλά η παιδεία η ικανή να στρέψει τους οφθαλμούς της ψυχής προς τη σωστή κατεύθυνση, από την άγνοια και το σκοτάδι στο φως και τη γνώση. Αρχικά, η λέξη «παιδεία» σήμαινε αυτό που πρέπει να μάθει το παιδί. Ήδη όμως από τον 5ο αι. ως όρος της παιδαγωγικής δηλώνει τη γενική καλλιέργεια, που είναι προνόμιο μόνο του ανθρώπουž γι’ αυτόν τον λόγο, άλλωστε, αποδίδεται στα λατινικά ως humanitas. Βάσει της παιδείας είναι για τον Πλάτωνα η μουσική (λογοτεχνία, τραγούδι, καλλιέργεια της καλλιτεχνικής ευαισθησία) και η γυμναστική (βλ. Πολιτεία 376e)· παίδευση είναι η πορεία προς την παιδεία (Πλατ. Ὅροι 410: παίδευσις παιδείας παράδοσις). Η παιδεία είναι το κριτήριο με το οποίο αναδεικνύονται και οι «ἐπιτροπεύοντες τὴν πόλιν», οι επίτροποι (οι πολιτικοί και πνευματικοί ταυτόχρονα ταγοί). Αντίθετα, «ἀπαίδευτοι» είναι οι άνθρωποι που δε διαθέτουν γνώση. Και επειδή η αρετή είναι γνώση, έπεται ότι οι «ἀπαίδευτοι» δεν είναι ενάρετοι.
"ἀναβῆναι ἐκείνην τὴν ἀνάβασιν":
Στο συγκεκριμένο χωρίο ο Πλάτωνας αναφέρεται στο καθήκον των οικιστών, δηλαδή των ιδρυτών της ιδεώδους πολιτείας, να αναγκάσουν τα καλύτερα πνεύματα να ανέβουν την ανηφορική οδό προς την έξοδο του σπηλαίου (ἀναβῆναι ἐκείνην τήν ἀνάβασιν). Πολύ συχνά στον Πλάτωνα λέξεις που σημαίνουν το ἄνω και την ανάβαση χρησιμοποιούνται μεταφορικά για την παιδεία και τα αγαθά που προσφέρει. Η χρήση των παραπάνω λέξεων δείχνει την εργώδη προσπάθεια που πρέπει να καταβάλει κάποιος για να σπάσει τα δεσμά της ψευδούς γνώσης, να ανυψωθεί και να φτάσει στο ανώτατο σημείο γνώσης, τη θέαση του αγαθού.
Β2. Μετά την περιγραφή του σπηλαίου και τη συσχέτιση με την πολιτική κοινωνία της εποχής του, ο Σωκράτης περνάει σε ένα πολύ καίριο ζήτημα που αφορά στη λειτουργία της ιδεώδους πολιτείας: Ποιος θα αναλάβει την εξουσία στην ιδεώδη πολιτεία; Ξεκινά τον προβληματισμό του με αναφορές και πάλι στην πολιτική κοινωνία της εποχής του. Υποστηρίζει ότι δεν μπορούν να κυβερνήσουν:
1. Οι απαίδευτοι: όσοι δεν ασχολήθηκαν με κανένα τρόπο με οποιαδήποτε παιδευτική διαδικασία (μουσική, γυμναστική – μαθηματικές επιστήμες – διαλεκτική). Πρόκειται για ανθρώπους που κυριαρχούνται από τα κατώτερα μέρη της ψυχής, το θυμοειδές και το επιθυμητικόν. Αυτοί δεν είναι ικανοί να κυβερνήσουν την πολιτεία, γιατί, καθώς υπολείπεται το λογιστικόν, δεν έχουν υψηλούς σκοπούς, που να αφορούν την ευημερία του συνόλου. Οι τυχαίοι δηλαδή και αφιλοσόφητοι πολιτικοί δεν έχουν έναν υψηλό σκοπό να υπηρετήσουν παρά μόνο το προσωπικό τους συμφέρον. Δεν κατέχουν την υπέρτατη γνώση, βασίζονται στη «δόξα», δηλ. στην επιφανειακή γνώση. Δε διακρίνουν το καλό από το κακό, την αλήθεια από την πλάνη, το πραγματικό από το απατηλό φαινόμενο. Δοκησίσοφοι οι ίδιοι, επιδεικνύουν στείρες γνώσεις, οι οποίες επικαλύπτουν την ουσία της γνώσης, διαστρεβλώνουν το «πολιτεύεσθαι» και υιοθετούν παραφθορές του δίκαιου πολιτεύματος, παρεμβαίνοντας στις δημόσιες υποθέσεις, χωρίς τις αρετές του ενάρετου φύλακα.
Β2. Μετά την περιγραφή του σπηλαίου και τη συσχέτιση με την πολιτική κοινωνία της εποχής του, ο Σωκράτης περνάει σε ένα πολύ καίριο ζήτημα που αφορά στη λειτουργία της ιδεώδους πολιτείας: Ποιος θα αναλάβει την εξουσία στην ιδεώδη πολιτεία; Ξεκινά τον προβληματισμό του με αναφορές και πάλι στην πολιτική κοινωνία της εποχής του. Υποστηρίζει ότι δεν μπορούν να κυβερνήσουν:
1. Οι απαίδευτοι: όσοι δεν ασχολήθηκαν με κανένα τρόπο με οποιαδήποτε παιδευτική διαδικασία (μουσική, γυμναστική – μαθηματικές επιστήμες – διαλεκτική). Πρόκειται για ανθρώπους που κυριαρχούνται από τα κατώτερα μέρη της ψυχής, το θυμοειδές και το επιθυμητικόν. Αυτοί δεν είναι ικανοί να κυβερνήσουν την πολιτεία, γιατί, καθώς υπολείπεται το λογιστικόν, δεν έχουν υψηλούς σκοπούς, που να αφορούν την ευημερία του συνόλου. Οι τυχαίοι δηλαδή και αφιλοσόφητοι πολιτικοί δεν έχουν έναν υψηλό σκοπό να υπηρετήσουν παρά μόνο το προσωπικό τους συμφέρον. Δεν κατέχουν την υπέρτατη γνώση, βασίζονται στη «δόξα», δηλ. στην επιφανειακή γνώση. Δε διακρίνουν το καλό από το κακό, την αλήθεια από την πλάνη, το πραγματικό από το απατηλό φαινόμενο. Δοκησίσοφοι οι ίδιοι, επιδεικνύουν στείρες γνώσεις, οι οποίες επικαλύπτουν την ουσία της γνώσης, διαστρεβλώνουν το «πολιτεύεσθαι» και υιοθετούν παραφθορές του δίκαιου πολιτεύματος, παρεμβαίνοντας στις δημόσιες υποθέσεις, χωρίς τις αρετές του ενάρετου φύλακα.
2. Οι πεπαιδευμένοι, γιατί παρά την παιδεία που έχουν λάβει, και αυτοί είναι ακατάλληλοι να πάρουν την εξουσία. Αν και έχουν θέσει σκοπούς, όχι προσωπικούς αλλά κοινούς για το σύνολο, στην πραγματικότητα δεν προσπαθούν να τους επιτύχουν. Αντίθετα, είναι απορροφημένοι από τις πνευματικές τους αναζητήσεις σε σημείο που ο Πλάτωνας χρησιμοποιεί μια επιτυχημένη μεταφορά, για να στηλιτεύσει τη συμπεριφορά τους: νομίζουν πως είχαν μεταφερθεί στα νησιά των Μακάρων, νησιά στη Δύση πέρα από τις στήλες του Ηρακλέους στο ρεύμα του Ωκεανού. Εκεί σύμφωνα με τις λαϊκές δοξασίες ζούσαν οι ήρωες, οι άνθρωποι της χρυσής εποχής (η πρώτη γενιά του ανθρωπίνου γένους) καθώς και οι ευσεβείς. Έχει σημασία να τονιστεί ότι μια τέτοια κριτική εναντίον των θεωρητικών ανθρώπων διατυπώνεται από τον Πλάτωνα, μια κατεξοχήν διανοητική φύση. Μην ξεχνάμε όμως ότι ο Πλάτωνας εφάρμοσε αυτά που δίδασκε, ταξιδεύοντας τρεις φορές στις Συρακούσες, για να υλοποιήσει τις απόψεις του στην πολιτική ζωή.
Β3. Σχολικό βιβλίο, σελ. 102: "Όταν οι κηφήνες ... ανοσιούργημα".
Β4.
απόρρητος: προειρημένων
ντροπαλός: ἐπιτροπεῦσαι
αντιβιοτικό: βίῳ
αποχή: ἔχουσι
δυσπραγία: πράξουσιν
μονοκατοικία: ἀπωκίσθαι
προφήτης: ἔφαμεν
είδωλο: ἴδωσι
βάθρο: ἀνάβασιν (ἀναβάντες)
ανυπόμονος: καταμένειν
Γ1. Εκείνοι, λοιπόν, έτρωγαν σιωπώντας, λες και αυτό είχε επιβληθεί σε αυτούς από κάποια ανώτερη δύναμη. Αλλά ο Φίλιππος ο γελωτοποιός, αφού χτύπησε την πόρτα, είπε σ' αυτόν που άκουσε να αναγγείλει ποιος ήταν και για ποιο λόγο επιθυμούσε να μπει στο σπίτι, και είπε ότι προσέρχεται, αφού ετοίμασε όλα τα αναγκαία για να δειπνήσει σε ξένο σπίτι (σε βάρος άλλων), και είπε ότι ο δούλος του ήταν πολύ στενοχωρημένος, διότι δεν έφερε τίποτε και επειδή ήταν νηστικός. Ο Καλλίας αφού άκουσε αυτά, είπε: Θα ήταν ντροπή βέβαια, φίλοι μου, να αρνηθούμε μια στέγη. Ας μπει λοιπόν. Και ταυτόχρονα κοίταξε τον Αυτόλυκο, προφανώς εξετάζοντας πώς φάνηκε σ' εκείνον το αστείο.
Γ2.
κρείττονας (κρείττους)
οὗτινος (ὅτου)
φαίη
τοῖς πᾶσι(ν)
ἐνεγκεῖν
αὗται
ὦ ἄνερ
αἰσχίονι
εἴσιθι
ἔδοξε
Γ3α.
αὐτοῖς: αντ. στο "'ἐπιτεταγμένον"
τῷ ὑπακούσαντι: επιθ. μετοχή και έμμεσο αντ. στο "εἶπε"
διά τὸ φέρειν: εμπρ. προσδ. του αναγκαστικού αιτίου στο "πιέζεσθαι"
ἀνάριστον: κατηγορούμενο στο "παῖδα"από το απαρ. "εἶναι"
φθονῆσαι: υποκ. στην απρόσωπη έκφραση αἰσχρόν (ἐστί) και τελ. απαρ.
ἐκείνῳ: δοτ. προσωπική του κρίνοντος προσώπου στο "δόξειε"
Γ3β.
Εἰσάγγειλον τὶς (ὅστις) εἰμί / ἦν (ἐστι )
3 σχόλια:
"εἰσάγγειλον ὅστις εἰμί" είναι η απάντηση στον πλάγιο λόγο. Δεν υπάρχει λόγος να αλλάξει η αντωνυμία. Επίσης το "εἰμί" είναι το σωστό πρόσωπο, αφού το "εἴη" έχει για υποκείμενο τον Φίλιππο, τον ομιλούντα δηλαδή. Δεν μπορεί να αναφέρεται στο εαυτό του σε γ΄ πρόσωπο!
σωστο θα ηταν να δοθει το ρημα της πλαγιας ( ειη ) σε οριστικη παρατατικου σε γ προσωπο η οριστικης ενεστωτα σε γ΄προσωπο .... παρατατικου, γιατι εξαρταται απο ιστορικο χρονο (ειπε) και νοηματικα αποδιδει καλυτερα....οπως και να εχει και το α' και το γ' ενικο ειναι αποδεκτα!
Σωστές είναι και οι δύο απαντήσεις αλλά καλό είναι να μη μένουμε στον τύπο αλλά να κοιτάμε και λίγο την ουσία (ανώνυμοι και μη...). Ποια υπήρξαν τα κριτήρια επιλογής του συγκεκριμένου αποσπάσματος που ήταν γραμμένο με ύφος ειρωνικό χωρίς να προσφέρει κάτι ιδιαίτερο από άποψη νοήματος στους υποψηφίους;Η τυπολατρία και τα ανούσια κείμενα απομακρύνουν τα παιδιά από την αρχαιομάθεια.
Δημοσίευση σχολίου