Παρασκευή 27 Μαΐου 2011

"Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος" ο ποιητής έφυγε χθες σε ηλικία 56 ετών. Γεννήθηκε το 1955 στην Αθήνα. Σπούδασε νομικά. Έχει εκδώσει ποιητικές συλλογές, μεταφράσεις, θεατρικά και λογοτεχνικά δοκίμια. Από το 1976 γράφει κριτική θεάτρου. Η συλλογή του «Ο κύριος Φογκ» έχει εκδοθεί στα αγγλικά από τον Philip Ramp. Μεταφράσεις του αττικής και νέας κωμωδίας έχουν παρουσιαστεί στην Επίδαυρο και αλλού. Το 1996 του απονεμήθηκε το Κρατικό Βραβείο Κριτικής-Δοκιμίου. Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί σε ανθολογίες στα αγγλικά, στα γαλλικά, στα γερμανικά, στα ιταλικά, στα ισπανικά και στα ρουμάνικα. Το 2001 του απονεμήθηκε το Βραβείο Καβάφη.
Γιάννης Βαρβέρης, Ένα κερί
Αυτό το κερί που άναψα
περαστικός από τον οίκο Σου
δεν είναι η προσευχή μου
για να Σε φτάσει εκεί ψηλά
δεν είναι οι παρακλήσεις μου
ούτε βεβαίως καμιά ελπίδα
που εναπέθεσα σε Σένα.
Η καθαρότητα της ύλης του
δε συμβολίζει το ακηλίδωτο
της πρόθεσής μου
και η μαλακή του υφή
καθόλου δεν υπόσχεται
την εύπλαστη μεταστροφή μου
στη μετάνοια
όπως οι αλληγορίες εγγράμματων πιστών Σου
ξέρουν να τυλίγουν.
Μπορεί να μοιάζει μ’ όλα τ’ άλλα
όμως αυτό
ανάφτηκε για να Σου πει
πως ευτυχώς
στέκομαι εδώ αβοήθητος
και πως ακόμα
όσο μπορώ
θα λάμπω.

Παρασκευή 20 Μαΐου 2011

Απαντήσεις Αρχαίων Ελληνικών [2011]

Α1. Τι λοιπόν; Δεν είναι και αυτό λογικό, είπα εγώ, και δεν απορρέει ως αναγκαίο συμπέρασμα από όσα είπαμε προηγουμένως, ότι δηλαδή ούτε οι απαίδευτοι και όσοι δεν γνώρισαν την αλήθεια δεν θα μπορούσαν ποτέ να διοικήσουν ικανοποιητικά μια πόλη, ούτε όσοι έχουν αφεθεί να απασχολούνται ως το τέλος της ζωής τους με την παιδεία, οι πρώτοι διότι δεν έχουν θέσει έναν ορισμένο σκοπό στη ζωή τους, προς τον οποίο στοχεύοντας πρέπει να κάνουν τα πάντα, όσα τυχόν πράττουν και στον ιδιωτικό και το δημόσιο βίο, και οι δεύτεροι, γιατί δε θα δραστηριοποιηθούν με τη θέλησή τους, επειδή νομίζουν, ότι, αν και είναι ακόμα ζωντανοί, είναι εγκατεστημένοι στα νησιά των Μακάρων;
- Αλήθεια; είπε.
- Δικό μας έργο λοιπόν, είπα εγώ, των ιδρυτών της πόλης, είναι να αναγκάσουμε τις εξαιρετικές φύσεις να στραφούν προς εκείνο το μάθημα που αναγνωρίσαμε προηγουμένως ως το πιο σημαντικό, δηλαδή και να δουν το αγαθό και ν’ ανέβουν εκείνη την ανηφορική οδό, και αφού ανέβουν και δουν αρκετά, να μην τους επιτρέπουμε αυτό που τους επιτρέπεται τώρα.

Β1.
"ἐν παιδείᾳ":
Βασική έννοια τόσο για το σύνολο της Πολιτείας, όσο και για τη συγκεκριμένη αλληγορία είναι η παιδεία. Αποτελεί άλλωστε το μέσον με το οποίο οι άνθρωποι θα περάσουν από την άγνοια στη γνώση και τον νοητό κόσμο, τον μόνο πραγματικό, κατά τον Πλάτωνα. Όχι όμως η σύμφωνη με τις σοφιστικές αντιλήψεις που την παρίσταναν σαν μια εμφύτευση καινούργιων δυνάμεων μέσα στην ανθρώπινη ψυχή, αλλά η παιδεία η ικανή να στρέψει τους οφθαλμούς της ψυχής προς τη σωστή κατεύθυνση, από την άγνοια και το σκοτάδι στο φως και τη γνώση. Αρχικά, η λέξη «παιδεία» σήμαινε αυτό που πρέπει να μάθει το παιδί. Ήδη όμως από τον 5ο αι. ως όρος της παιδαγωγικής δηλώνει τη γενική καλλιέργεια, που είναι προνόμιο μόνο του ανθρώπουž γι’ αυτόν τον λόγο,  άλλωστε, αποδίδεται στα λατινικά ως humanitas. Βάσει της παιδείας είναι για τον Πλάτωνα η μουσική (λογοτεχνία, τραγούδι, καλλιέργεια της καλλιτεχνικής ευαισθησία) και η γυμναστική (βλ. Πολιτεία 376e)· παίδευση είναι η πορεία προς την παιδεία (Πλατ. Ὅροι 410: παίδευσις παιδείας παράδοσις). Η παιδεία είναι το κριτήριο με το οποίο αναδεικνύονται και οι «ἐπιτροπεύοντες τὴν πόλιν», οι επίτροποι (οι πολιτικοί και πνευματικοί ταυτόχρονα ταγοί). Αντίθετα, «ἀπαίδευτοι» είναι οι άνθρωποι που δε διαθέτουν γνώση. Και επειδή η αρετή είναι γνώση, έπεται ότι οι «ἀπαίδευτοι» δεν είναι ενάρετοι.

"ἀναβῆναι ἐκείνην τὴν ἀνάβασιν":
Στο συγκεκριμένο χωρίο ο Πλάτωνας αναφέρεται στο καθήκον των οικιστών, δηλαδή των ιδρυτών της ιδεώδους πολιτείας, να αναγκάσουν τα καλύτερα πνεύματα να ανέβουν την ανηφορική οδό προς την έξοδο του σπηλαίου (ἀναβῆναι ἐκείνην τήν ἀνάβασιν). Πολύ συχνά στον Πλάτωνα λέξεις που σημαίνουν το ἄνω και την ανάβαση χρησιμοποιούνται μεταφορικά για την παιδεία και τα αγαθά που προσφέρει. Η χρήση των παραπάνω λέξεων δείχνει την εργώδη προσπάθεια που πρέπει να καταβάλει κάποιος για να σπάσει τα δεσμά της ψευδούς γνώσης, να ανυψωθεί και να φτάσει στο ανώτατο σημείο γνώσης, τη θέαση του αγαθού.

Β2.   Μετά την περιγραφή του σπηλαίου και τη συσχέτιση με την πολιτική κοινωνία της εποχής του, ο Σωκράτης περνάει σε ένα πολύ καίριο ζήτημα που αφορά στη λειτουργία της ιδεώδους πολιτείας: Ποιος θα αναλάβει την εξουσία στην ιδεώδη πολιτεία; Ξεκινά τον προβληματισμό του με αναφορές και πάλι στην πολιτική κοινωνία της εποχής του.  Υποστηρίζει ότι δεν μπορούν να κυβερνήσουν:
1. Οι απαίδευτοι: όσοι δεν ασχολήθηκαν με κανένα τρόπο με οποιαδήποτε παιδευτική διαδικασία (μουσική, γυμναστική – μαθηματικές επιστήμες – διαλεκτική). Πρόκειται για ανθρώπους που κυριαρχούνται από τα κατώτερα μέρη της ψυχής, το θυμοειδές και το επιθυμητικόν. Αυτοί δεν είναι ικανοί να κυβερνήσουν την πολιτεία, γιατί, καθώς υπολείπεται το λογιστικόν, δεν έχουν υψηλούς σκοπούς, που να αφορούν την ευημερία του συνόλου. Οι τυχαίοι δηλαδή και αφιλοσόφητοι πολιτικοί δεν έχουν έναν υψηλό σκοπό να υπηρετήσουν παρά μόνο το προσωπικό τους συμφέρον. Δεν κατέχουν την υπέρτατη γνώση, βασίζονται στη «δόξα», δηλ. στην επιφανειακή γνώση. Δε διακρίνουν το καλό από το κακό, την αλήθεια από την πλάνη, το πραγματικό από το απατηλό φαινόμενο. Δοκησίσοφοι οι ίδιοι, επιδεικνύουν στείρες γνώσεις, οι οποίες επικαλύπτουν την ουσία της γνώσης, διαστρεβλώνουν το «πολιτεύεσθαι» και υιοθετούν παραφθορές του δίκαιου πολιτεύματος, παρεμβαίνοντας στις δημόσιες υποθέσεις, χωρίς τις αρετές του ενάρετου φύλακα.
2. Οι πεπαιδευμένοι, γιατί παρά την παιδεία που έχουν λάβει, και αυτοί είναι ακατάλληλοι να πάρουν την εξουσία. Αν και έχουν θέσει σκοπούς, όχι προσωπικούς αλλά κοινούς για το σύνολο, στην πραγματικότητα δεν προσπαθούν να τους επιτύχουν. Αντίθετα, είναι απορροφημένοι από τις πνευματικές τους αναζητήσεις σε σημείο που ο Πλάτωνας χρησιμοποιεί μια επιτυχημένη μεταφορά, για να στηλιτεύσει τη συμπεριφορά τους: νομίζουν πως είχαν μεταφερθεί στα νησιά των Μακάρων, νησιά στη Δύση πέρα από τις στήλες του Ηρακλέους στο ρεύμα του Ωκεανού. Εκεί σύμφωνα με τις λαϊκές δοξασίες ζούσαν οι ήρωες, οι άνθρωποι της χρυσής εποχής (η πρώτη γενιά του ανθρωπίνου γένους) καθώς και οι ευσεβείς. Έχει σημασία να τονιστεί ότι μια τέτοια κριτική εναντίον των θεωρητικών ανθρώπων διατυπώνεται από τον Πλάτωνα, μια κατεξοχήν διανοητική φύση. Μην ξεχνάμε όμως ότι ο Πλάτωνας εφάρμοσε αυτά που δίδασκε, ταξιδεύοντας τρεις φορές στις Συρακούσες, για να υλοποιήσει τις απόψεις του στην πολιτική ζωή.

Β3. Σχολικό βιβλίο, σελ. 102: "Όταν οι κηφήνες ... ανοσιούργημα".

Β4.
απόρρητος: προειρημένων
ντροπαλός: ἐπιτροπεῦσαι
αντιβιοτικό: βίῳ
αποχή: ἔχουσι
δυσπραγία: πράξουσιν
μονοκατοικία: ἀπωκίσθαι
προφήτης: ἔφαμεν
είδωλο: ἴδωσι
βάθρο: ἀνάβασιν (ἀναβάντες)
ανυπόμονος: καταμένειν

Γ1. Εκείνοι, λοιπόν, έτρωγαν σιωπώντας, λες και αυτό είχε επιβληθεί σε αυτούς από κάποια ανώτερη δύναμη. Αλλά ο Φίλιππος ο γελωτοποιός, αφού χτύπησε την πόρτα, είπε σ' αυτόν που άκουσε να αναγγείλει ποιος ήταν και για ποιο λόγο επιθυμούσε να μπει στο σπίτι, και είπε ότι προσέρχεται, αφού ετοίμασε όλα τα αναγκαία για να δειπνήσει σε ξένο σπίτι (σε βάρος άλλων), και είπε ότι ο δούλος του ήταν πολύ στενοχωρημένος, διότι δεν έφερε τίποτε και επειδή ήταν νηστικός. Ο Καλλίας αφού άκουσε αυτά, είπε: Θα ήταν ντροπή βέβαια, φίλοι μου, να αρνηθούμε μια στέγη. Ας μπει λοιπόν. Και ταυτόχρονα κοίταξε τον Αυτόλυκο, προφανώς εξετάζοντας πώς φάνηκε σ' εκείνον το αστείο.

Γ2.
κρείττονας (κρείττους)
οὗτινος (ὅτου)
φαίη
τοῖς πᾶσι(ν)
ἐνεγκεῖν
αὗται
ὦ ἄνερ
αἰσχίονι
εἴσιθι
ἔδοξε

Γ3α. 
αὐτοῖς: αντ. στο "'ἐπιτεταγμένον"
τῷ ὑπακούσαντι: επιθ. μετοχή και έμμεσο αντ. στο "εἶπε"
διά τὸ φέρειν: εμπρ. προσδ. του αναγκαστικού αιτίου στο "πιέζεσθαι"
ἀνάριστον: κατηγορούμενο στο "παῖδα"από το απαρ. "εἶναι"
φθονῆσαι: υποκ. στην απρόσωπη έκφραση αἰσχρόν (ἐστί) και τελ. απαρ.
ἐκείνῳ: δοτ. προσωπική του κρίνοντος προσώπου στο "δόξειε"

Γ3β.
Εἰσάγγειλον τὶς (ὅστις) εἰμί / ἦν (ἐστι )

Τι σημαίνει "Σκέφτομαι ιστορικά";


Ο ρόλος των εκπαιδευτικού που διδάσκει ιστορία δε μπορεί να είναι η παρότρυνση στην αποστήθιση και η αναπαραγωγή της κυρίαρχης ιδεολογίας.

Τετάρτη 18 Μαΐου 2011

Aπαντήσεις Ιστορίας Θεωρητικής Κατεύθυνσης [2011]

ΟΜΑΔΑ Α'
Α1.
α-Σ
β-Λ
γ-Λ
δ-Σ
ε-Σ

Α2.
α. σελ. 139: "Οι άνδρες ... αρρώστιες".
β. σε. 142-143: "Τον Οκτώβριο ... ελληνικής κυβέρνησης".
γ. σελ. 151-152: "Με βάση το άρθρο 11 ... ανταλλάξιμων".

Β1. 
α. σελ. 75-76: "Περί τα τέλη ... Κουμουνδούρος".
β. σελ. 76: "Τον Φεβρουάριο του 1862 ... χώρα".

Β2. σελ. 219: "Εκείνο που δεν είχε ... πλέον εξαφανισθεί από την Κρήτη".

ΟΜΑΔΑ Β'  
Γ1.
α. Το απόσπασμα από την Ι.Ε.Ε. που παρατίθεται συμπληρώνει και φωτίζει την ιστορική αφήγηση του σχολικού εγχειριδίου. Γνωρίζουμε ήδη ότι το αποφασιστικό βήμα για την ολοκλήρωση της αγροτικής μεταρρύθμισης έγινε στα ταραγμένα χρόνια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου και του "εθνικού διχασμού". Το 1917 η κυβέρνηση του Ελ. Βενιζέλου στη Θεσσαλονίκη αποφάσισε την ολοκλήρωση της μεταρρύθμισης. Ο στόχος ήταν διπλός: αφενός η στήριξη και ο πολλαπλασιασμός των ελληνικών ιδιοκτησιών γης στις νεοαποκτηθείσες περιοχές και αφετέρου η αποκατάσταση των προσφύγων και η πρόληψη κοινωνικών εντάσεων στον αγροτικό χώρο. Τα συγκεκριμένα μέτρα θεσπίστηκαν, σύμφωνα με το παράθεμα, στις 20 Μαίου 1917 και τα προς απαλλοτρίωση κτήματα ξεπερνούσαν τα 1.000 στρέμματα. Οι κολλίγοι και οι αγροτικοί εργάτες θα έπαιρναν κλήρους είτε από γαίες του δημοσίου είτε από τις απαλλοτριωμένες γαίες των τσιφλικιών. Ωστόσο, κανένα από τα μέτρα αυτά, λόγω των ιστορικών συγκυριών δεν εφαρμόστηκε άμεσα.

β. Η ολοκλήρωση της αγροτικής μεταρρύθμισης κατέστη δυνατή με βάση τα νομοθετήματα της κυβέρνησης το 1917 στα αμέσως μετά τον πόλεμο χρόνια, όταν η ανάγκη αποκατάστασης των προσφύγων βρέθηκε στο επίκεντρο του κρατικού ενδιαφέροντος. Διάφορα προβλήματα δυσχέραναν αυτή την προσπάθεια. Τα προβλήματα αυτά σχετίζονταν με τους όρους της ελεύθερης αγοράς (εκμετάλλευση μικρών παραγωγών από μεσάζοντες, έλλειψη κεφαλαίων, τοκογλύφοι...) κι επέβαλαν την ανάγκη ένταξης των μικροϊδιοκτητών γης στους συνεταιρισμούς. Εκτός των συνεταιρισμών, οι παραγωγοί μπορούσαν να προσφύγουν  στο Υπουργείο Γεωργίας, που είχε ιδρυθεί ήδη από τον Ιούνιο του 1917, το οποίο όμως αρχικά παρενέβαινε υποτυπωδώς. Επίσης, προωθήθηκε και η ίδρυση της Αγροτικής Τράπεζας καθώς και κρατικών οργανισμών παρέμβασης. Έτσι, το αγροτικό ζήτημα απέκτησε νέο περιεχόμενο, χωρίς να προκαλέσει τις εντάσεις που γνώρισαν άλλα κράτη της Ευρώπης (Ισπανία, Βουλγαρία, Ρουμανία κ.λπ.). Συμπερασματικά, παρά τα ποικίλα προβλήματα που ανέκυψαν, η ολοκλήρωση της αγροτικής μεταρρύθμισης συνέβη μετά την άφιξη των προσφύγων, λόγω της κοινωνικής πίεσης που αυτοί άσκησαν αλλά και λόγω των προϋπαρχόντων νομοθετικών ρυθμίσεων. Έτσι, η αναδιανομή έφτασε στο 85% των καλλιεργήσιμων εκτάσεων στη Μακεδονία και στο 68% στη Θεσσαλία. Στο σύνολο της καλλιεργήσιμης γης το ποσοστό αυτό ανήλθε στο 40%,ποσοστό πολύ σημαντικό για την εξέλιξη της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας.

Δ1.
Το απόσπασμα από τη μελέτη του Γ. Γιαννακόπουλου που παρατίθεται επιβεβαιώνει και συμπληρώνει με επιπρόσθετες πληροφορίες την ιστορική αφήγηση του σχολικού εγχειριδίου σχετικά με τις συνέπειες της άφιξης των Μικρασιατών προσφύγων στον τομέα της ελληνικής βιομηχανίας. Γνωρίζουμε ήδη ότι η άφιξη των προσφύγων αναζωογόνησε τη βιομηχανία με νέο, ειδικευμένο και φθηνό εργατικό δυναμικό, με τη διεύρυνση της καταναλωτικής αγοράς αλλά και με τη δράση ανθρώπων με επιχειρηματικές ικανότητες. Πολλοί από αυτούς πρωταγωνιστούσαν παλαιότερα στον οικονομικό στίβο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 1926 (πληροφορία από έκδοση της ΚΤΕ, που μας δίνεται από το παράθεμα) στους 7.000 εμπόρους - βιομηχάνους του Επιμελητηρίου της Αθήνας, οι χίλιοι ήταν πρόσφυγες, ενώ στην πόλη του Πειραιά η αναλογία ήταν μεγαλύτερη. Οι Έλληνες που προέρχονταν από τα αστικά κέντρα της Μ. Ασίας και την Κων/πολη υπερείχαν σε σύγκριση με τους αυτόχθονες σε επιχειρηματικό πνεύμα, εκπαίδευση, κατάρτιση και προοδευτικές αντιλήψεις. Ο κοσμοπολιτικός χαρακτήρας της ζωής τους, η γνώση ξένων γλωσσών, οι επαφές που είχαν αναπτύξει με την Ευρώπη και η πείρα που διέθεταν τούς βοήθησαν, όταν εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα, να οργανώσουν δικές τους επιχειρήσεις ή να στελεχώσουν επιχειρήσεις άλλων, προσφύγων ή γηγενών. Είναι χαρακτηριστικό πως η πολιτική της Ε.Α.Π. από την αρχή ενθάρρυνε την εγκατάσταση βιομηχανιών κοντά στους συνοικισμούς, με σκοπό την εκτόνωση της ανεργίας. Επρόκειτο για μικρές βιοτεχνικές μονάδες ,κατά κύριο λόγο, που ενισχύθηκαν από το κράτος, την ΕΑΠ και την ΕΤΕ, με κοινωνικά, κυρίως, κριτήρια και δευτερευόντως αναπτυξιακά. Έτσι, στη δεκαετία του 1922-1932 διπλασιάστηκε ο αριθμός των βιομηχανικών μονάδων. Επειδή, όμως, όπως προαναφέρθηκε, τα κριτήρια ενίσχυσής τους ήταν κυρίως κοινωνικά και όχι αναπτυξιακά, η πρόοδός τους δεν ήταν σημαντική, καθώς εξακολούθησαν να διατηρούν τις παραδοσιακές δομές λειτουργίας τους. Η συμμετοχή των προσφύγων (ως κεφαλαιούχων και ως εργατών) ήταν μεγαλύτερη στην κλωστοϋφαντουργία, ταπητουργία, μεταξουργία, παραγωγή τροφίμων,  αλευροβιομηχανία, παραγωγή πλαστικών, βυρσοδεψία και παραγωγή οικοδομικών υλικών. Ιδίως, ο τομέας της παραγωγής οικοδομικών υλικών υποκατέστησε μαζικά τις εισαγωγές στο Μεσοπόλεμο.
Η βιομηχανία θα αρχίσει να κινείται με ταχύτερους ρυθμούς το 1913, χάρη κυρίως στην πολιτική υποκατάστασης των εξαγωγών που ακολουθεί το ελληνικό κράτος (γνωστή και ως "κλήριγκ") μετά το "κραχ" του χρηματιστηρίου της Ν.Υόρκης και τη διεθνή οικονομική κρίση που ακολούθησε.
Εδώ, ας τονισθεί και η ένταξη των γυναικών στον οικονομικά ενεργό πληθυσμό, καθώς το 1930 αποτελούσαν την πλειονότητα των εργατών στους βιομηχανικούς τομείς της κλωστοϋφαντουργίας, καπνοβιομηχανίας και βιομηχανίας ετοίμων ενδυμάτων. Συμπερασματικά, η άφιξη των προσφύγων επέδρασε καταλυτικά στην εκβιομηχάνιση και την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.   

Τρίτη 17 Μαΐου 2011

Προτεινόμενο διαγώνισμα Εξετάσεων στη Ν. Γλώσσα της Β' Λυκείου


Η μεγάλη δύναμη της μικρής οθόνης
Αυτήν την περίοδο τα διάφορα κανάλια της ιδιωτικής τηλεόρασης διαφημίζουν τα νέα τους προγράμματα. Παρατηρούμε ωστόσο ότι ο ανταγωνισμός, ο οποίος υποτίθεται ότι θα έπρεπε να συμβάλλει στη δημιουργία καλύτερων προϊόντων και στον πλουραλισμό των επιλογών, οδηγεί αντίθετα σε μια διαρκή πτώση των ποιοτήτων και σε μιαν όλο και μεγαλύτερη ομοιομορφία. Φαίνεται ότι στο τηλεοπτικό πεδίο το «αόρατο χέρι» - εκείνο που φαντάστηκε ο Άνταμ Σμιθ να κινεί τα νήματα της οικονομίας της αγοράς - δεν κάνει και τόσο καλά τη δουλειά του.
Οι υπεύθυνοι για τα τηλεοπτικά προγράμματα υποστηρίζουν συνήθως ότι η τηλεόραση δεν είναι παρά ένας καθρέφτης της κοινωνίας μας. Πρόκειται βέβαια για ένα βολικό άλλοθι, που τους χρησιμεύει για να δικαιολογούν τις - συχνά απαράδεκτες - επιλογές τους. Οφείλουμε ωστόσο να αναγνωρίσουμε ότι αυτή η μεταφορά περιέχει και ένα στοιχείο αλήθειας. Όλοι εμείς που ασκούμε κριτική στην κακή ποιότητα των τηλεοπτικών προγραμμάτων θα ήμασταν πιο αξιόπιστοι, αν ήταν σίγουρο ότι δεν επιβραβεύουμε ως θεατές αυτό που στιγματίζουμε με το δημόσιο λόγο μας. Εκτός από τη δική μας ευθύνη, υπάρχει ωστόσο και η τάση αυτών που αποφασίζουν για τα τηλεοπτικά προγράμματα να θεωρούν το κοινό περισσότερο απαίδευτο και πρωτόγονο και πιο επιρρεπές στον εκχυδαϊσμό από όσο είναι στην πραγματικότητα. Όπως σε πολλά άλλα πεδία, έτσι και στην τηλεόραση υπάρχει μια προσφορά που δεν αντιστοιχεί σε μια προϋπάρχουσα ζήτηση. Αυτή η κακής ποιότητας προσφορά, χάρη στην τρομερή δύναμη του τηλεοπτικού μέσου, κατορθώνει ωστόσο να διαμορφώνει τη δική της ζήτηση.
Υπάρχει βέβαια πάντα η δυνατότητα να κλείνουμε την τηλεόραση που μας προσφέρει χαμηλής ποιότητας προγράμματα. Μπορούμε να υιοθετήσουμε μια κριτική ή ειρωνική στάση απέναντι στο τηλεοπτικό μέσο χωρίς κατ' ανάγκην να το δαιμονοποιούμε. Αν κάποιος δεν έχει τίποτε άλλο εκτός από την τηλεόραση στη ζωή του, έχει και αυτός ένα μερίδιο ευθύνης για την απώλεια της αυτονομίας του.
Το πεδίο στο οποίο οι κριτικές αντιστάσεις είναι εκ των πραγμάτων ελάχιστες ή ανύπαρκτες και επομένως εκδηλώνεται ακόμη πιο αρνητικά ο «ολοκληρωτισμός» της τηλεόρασης (η ικανότητά της να εισβάλλει παντού και να αποικιοποιεί το φαντασιακό των ανθρώπων) είναι κυρίως εκείνο της παιδικής ηλικίας. Πριν από μερικά χρόνια, σε ένα δημοτι-κό σχολείο στο Τορίνο, μια δασκάλα ζήτησε από τους μικρούς μαθητές της να μη δουν τηλεόραση για μια βδομάδα και έπειτα να καταγράψουν και να σχολιάσουν στο ημερολόγιό τους αυτήν την εμπειρία. Τα παιδιά περιέγραψαν αυτές τις εφτά ημέρες σαν μια σκληρή και βασανιστική δοκιμασία. Ένιωθαν λυπημένα σαν να τους είχε αφαιρεθεί το αγαπημένο τους παιχνίδι. Δεν ήξεραν τι να κάνουν στον ελεύθερο χρόνο τους, σαν να είχαν χάσει τον επιστήθιο φίλο τους, που τους συντρόφευε στις καθημερινές τους δραστηριότητες. Προφανώς είναι εξαιρετικά ανησυχητικό το γεγονός ότι η τηλε-όραση είχε αφαιρέσει από αυτά τα παιδιά την αναρχική ελευθερία της φαντασίας, που συνοδεύει και χαρακτηρίζει την παιδική νεότητα.
Κυνηγώντας τους μεγάλους δείκτες τηλεθέασης και τη μέγιστη εμπορική επιτυχία, οι υπεύθυνοι των τηλεοπτικών προγραμμάτων συγκλίνουν στον πιο χαμηλό κοινό παρονομαστή. Αντί να εμπλουτίζει με μια νέα προσφορά τη μεγάλη ποικιλία της ζωής, η τηλεόραση τείνει έτσι να επιβάλλει μιαν επικίνδυνη ομοιομορφία, έναν ισοπεδωτικό κομφορμισμό ή ακόμη και έναν ακραίο εμπορευματικό εκχυδαϊσμό της ανθρώπινης ύπαρξης. Η τηλεόραση δεν είναι απλώς ένα ουδέτερο τεχνικό εργαλείο που αναπαριστά τον κόσμο ή «καθρεφτίζει» την κοινωνία, αλλά είναι κυρίως ένα πανίσχυρο μέσο που επηρεάζει και συχνά διαμορφώνει την κρίση μας για τον κόσμο.
Γι' αυτό και το πρώτο χρέος όσων διαχειρίζονται μια τόσο πελώρια και ουσιαστικά ανεξέλεγκτη δύναμη είναι να αναλογίζονται αυτοκριτικά την ηθική, πνευματική και πολιτική τους ευθύνη και να μην υποτάσσουν την εργασία τους αποκλειστικά σε εμπορικές σκοπιμότητες. Η εξουσία που κατέχουν εμφανίζεται σαν δημοκρατική, διαλογική, μεταμφιέζεται ακόμη και σε κριτική αμφισβήτηση ή αντι-εξουσία. Είναι θεμελιωμένη με τέτοιον τρόπο ώστε να δίνει στους «υπηκόους» της την αυταπάτη της ελευθερίας. Αλλά οι ζημιές που μπορεί να προκαλέσει μακροπρόθεσμα στην ελευ-θερία και τον πολιτισμό μιας κοινωνίας είναι ανυπολόγιστες.
(Θανάσης Γιαλκέτσης, εφημ. «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ» - 9/10/2004)
Θέματα:
Α. Πυκνώστε το δημοσίευμα σε ένα δικό σας κείμενο 100 λέξεων.

Β1. Γράψτε από έναν πλαγιότιτλο σε κάθε παράγραφο του κειμένου.
Β2. Ποια η δομή και ο τρόπος ανάπτυξης της 4ης §;
Β3. Αναπτύξτε με παραδείγματα την παρακάτω διαπίστωση του συντάκτη, αφού πρώτα την τοποθετήσετε στην Θ.Π. της παραγράφου: «Παρατηρούμε ωστόσο ότι ο ανταγωνισμός, ο οποίος υποτίθεται ότι θα έπρεπε να συμβάλλει στη δημιουργία καλύτερων προϊόντων και στον πλουραλισμό των επιλογών, οδηγεί αντίθετα σε μια διαρκή πτώση των ποιοτήτων και σε μιαν όλο και μεγαλύτερη ομοιομορφία».
Β4. α. Δικαιολογήστε τη χρήση ενεργητικής / παθητικής σύνταξης στην ακόλουθη περίπτωση:
«η τηλεόραση είχε αφαιρέσει από αυτά τα παιδιά την αναρχική ελευθερία της φαντασίας».
β. Ξαναγράψτε σε παθητική σύνταξη την ακόλουθη πρόταση:
«όσοι διαχειρίζονται μια τόσο πελώρια και ουσιαστικά ανεξέλεγκτη δύναμη…»
Β5. Γράψτε από ένα συνώνυμο για τις παρακάτω λέξεις του κειμένου: στιγματίζουμε, επιρρεπές, επιστήθιος (φίλος), χρέος.

Γ. Σε ένα κείμενο 500 λέξεων – με τη μορφή άρθρου στην ιστοσελίδα του σχολείου σου – να κάνεις έναν απολογισμό για την παρουσία της ιδιωτικής τηλεόρασης στη χώρα μας.



Δευτέρα 16 Μαΐου 2011

Ενδεικτικές απαντήσεις Λογοτεχνίας Θεωρητικής Κατεύθυνσης [2011]

Α1.
α. θρησκευτική πίστη: ολόκληρο το απόσπασμα 2 [19], στ. 5-18: ο οραματισμός Έσχατης Κρίσης.
β. φυσιολατρία: 3 [20], στ. 1-11: η θαυμαστή μεταστροφή των καιρικών συνθηκών από την ταραχή της καταιγίδας στη γαλήνη και τη διαύγεια.
γ. λατρεία της γυναίκας: η εξιδανικευμένη παρουσίαση της κόρης [2] 19: στίχοι 7-18
[εναλλακτικά: η φιλοπατρία, η αγωνιστικότητα: 2 [19], στ.2, 3.]

Β1.
α. Μόλις θυμήθηκε την κόρη πεθαμένη (συνειρμικά από το στ. 4), ταράζεται ολόκληρος ο Κρητικός. Η παλιά αγάπη ξυπνά μέσα του και ξεσπά με ορμή. Η ιστορία διακόπτεται. Με την αποστροφή προς τη Σάλπιγγα της Δευτέρας Παρουσίας ανοίγει παρένθεση, όπου ο Κρητικός οραματίζεται την ώρα που θα δει ξανά την αγαπημένη του, κατά την ανάσταση νεκρών για την Έσχατη Κρίση. Ο ήρωας οπτασιάζεται τη Δευτέρα Παρουσία, γιατί έως εκεί φτάνει ο βαθύς έρωτάς του για την αγαπημένη του. Δρασκελά μεμιάς την αιωνιότητα και ζει ως άμεσο παρόν την ανάσταση των νεκρών. Η αφήγηση στο σημείο αυτό γίνεται πρόδρομη (προληπτική αφήγηση). Από αφηγηματολογική άποψη, το φαντασιακό αυτό «επεισόδιο», καθώς παραπέμπει στην Έσχατη Κρίση, αντιστοιχεί εξ ορισμού σε μια δοκιμασία και μάλιστα την τελική δοκιμασία, όπου σύμφωνα με το θρησκευτικό κώδικα θα κριθούν όλοι οριστικά και τελεσίδικα, για να δικαιωθούν ή να καταδικαστούν στην αιωνιότητα. Παρατηρούμε πρώτα ότι στον οραματισμό του ήρωα δεν περιλαμβάνεται η κρίση καθαυτή, αλλά η προσδοκία της, που θα πει ότι δεν ολοκληρώνεται ένα πλήρες σχήμα δοκιμασίας. Τίθενται ωστόσο όλοι οι όροι που προοιωνίζονται τη θετική έκβαση. Η κόρη εμφανίζεται δικαιωμένη, γεγονός που αποτελεί «πρόκριμα» για το αποτέλεσμα της αναμενόμενης Κρίσης. Ένα δεύτερο στοιχείο είναι η έμφαση που δίνεται στην προσδοκία της συνάντησης με τη νεκρή αγαπημένη, της κοινής αντιμετώπισης της Έσχατης Κρίσης και της παντοτινής ένωσης μαζί της μέσα στη μακαριότητα μιας αιώνιας δικαίωσης.

β. Στο σημείο συνάντησης φυσικού και μεταφυσικού επιπέδου βρίσκεται η ιδεατή σύνθεση, η νέα διάσταση της ύπαρξης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η αποκαλυπτική στιγμή της Έσχατης Κρίσης, που, όπως παρουσιάζεται από τον ποιητή, αποτελεί επεξεργασία του μοτίβου της συντέλειας του κόσμου (σύνδεση θανάτου με ανάσταση, υποχώρηση του γήινου κόσμου και προβολή της παραδείσιας ζωής και της εξιδανικευμένης αγάπης).
- η εικόνα των στίχων 9-10 [2] 19: το κάψιμο και η εξαϋλωση της Γης, που δίνεται με το καταστροφικό και καθαρτήριο μαζί μοτίβο της φωτιάς, διαδέχεται «ο νιός ουρανός». Η γη έχει εξαφανιστεί, ο ουρανός ανανεώθηκε και ό,τι συνδέει το φθαρτό με το άφθαρτο είδωλο του κόσμου είναι ο έρωτας.
- η εικόνα των στίχων 11-18, [2] 19: στα λόγια του Κρητικού οι φυσικοί προσδιορισμοί υποχωρούν, για να ντυθούν την υπερβατική τους έκφραση, στην αγγελική απόκριση – με την παρουσία και την κάθοδο της κόρης – το παραδείσιο τοπίο εγκοσμιώνεται. Τοπικοί και χρονικοί προσδιορισμοί επίμονα ανακαλούν επίγειες μνήμες: ψηλά, πρωί, λουλούδια, θύρα, κορμί, σαλεύει, κοιτάζει εδώ κι εκεί κ.λπ. Δύο ροπές λοιπόν αντίθετες που πάνε να σμίξουν. Ακριβώς στο σημείο της ιδεατής αυτής σμίξης περιμένουμε τη μεταθανάτια (ερωτική) συνάντηση του Κρητικού και της κόρης – μια συνάντηση που ενώ προετοιμάζεται, σκόπιμα και με παραδειγματική ποιητική οικονομία δεν πραγματοποιείται.
[εναλλακτικά: «Κάτι κρυφό μυστήριο έστένεψε τη φύση»
«Τό κάψιμο ... αναμμένος»
«Έσειότουν τ' ολοστρόγγυλο ... καί στα χρυσά μαλλιά της.»]

Β2. Το μοτίβο της σιγής του κόσμου πρέπει να αναζητηθεί σε έργα του Σολωμού που διακρίνονται για τους θρησκευτικούς τους προβληματισμούς. Ειδικότερα, ο ποιητής εδώ αναπτύσσει το γνωστό σε αυτόν μοτίβο της σιγής του κόσμου πριν από τη θεία επιφάνεια, που στη συνέχεια βέβαια επιδρά με τρόπο θαυματουργό σε ολόκληρη τη φύση μεταμορφώνοντας και αγιάζοντας τα πάντα.
- Η επανάληψη της έννοιας της «ησυχίας» δηλώνει την έγνοια του ποιητή για την αλλαγή των συνθηκών. Δεν σηματοδοτεί μόνο την επικράτηση της ησυχίας στον εξωτερικό κόσμο αλλά και στον εσωτερικό, την ψυχή του αφηγητή.
- Αξιοπρόσεκτο είναι στο στ. 4 το χιαστικό σχήμα των φωνηέντων στη δεύτερη και τρίτη λέξη: ε-ι-ό-ι-ε-ό-ι-ε, όπου κι από τις δύο μεριές του «ε» τα φωνήεντα είναι τοποθετημένα αντικριστά, όπως σε καθρέφτη, με το «ο» τονισμένο και τις δύο φορές. Έτσι, έχουμε μια μίμηση της αντανάκλασης των άστρων που καθρεφτίζονται στη θάλασσα.
[εναλλακτικά: ο αχανής ουρανός του 18 εδώ περιορίζεται («περιβόλι» - μεταφορά), ο ουρανός σμίγει με τη θάλασσα και η θάλασσα – στο πλαίσιο μιας παρομοίωσης – οικειώνεται την ευωδιά της περίγυρης στεριάς. Είναι η έξαρση της ομορφιάς που τελικά συμφιλιώνει τα στοιχεία της φύσης.
Ή: η αντίθεση των στίχων 2-3: ξαφνικά η μανιώδης καταιγίδα κοπάζει και η τρικυμισμένη θάλασσα γαληνεύει.
Ή η εικόνα των στίχων 7-8 για να μεταδώσει την αίσθηση της ακινησίας που επικράτησε εκείνη τη στιγμή, επιλέγει την αρνητική περιγραφή, που θεωρείται και πιο παραστατική.]

Γ1. α) Η ευφημιστική επίκληση της αστραπής – «αστροπελέκι μου καλό» –, ο πλεονασμός ("για ξαναφέξε πάλι") και η μαγική πραγματοποίηση της ευχής κόβουν στη μέση την προηγούμενη οριζόντια γραμμή του πρώτου δίστιχου. Στο σημείο τομής εμφανίζεται πρώτη φορά και το δεύτερο πρόσωπο της σύνθεσης, η κορασιά, που απειλείται από τα τρία αστροπελέκια που πέφτουν κοντά της. Ο ποιητής αντί να περιγράψει κατευθείαν την καταιγίδα, αναθυμάται πώς έκανε έκκληση στο αστροπελέκι, για να φωτίσει τη σκηνή και να προσανατολιστεί. Το λέει καλό για να το καλοπιάσει, δηλ. αποδίδει σε ένα φυσικό φαινόμενο ανθρώπινα αισθήματα ή θεϊκές ιδιότητες (προσωποποίηση). Τα επανειλημμένα αστροπελέκια (σχήμα των τριών) δηλώνουν το τέλος της τρικυμίας και παράλληλα υποδηλώνουν την ανωτερότητα των φυσικών δυνάμεων. Τέλος, το ότι οι κεραυνοί (ακουστική εικόνα) πέφτουν δίπλα στην κοπέλα αποτελεί κακό οιωνό και υποδηλώνει τον επικείμενο θάνατό της.

β) Οι στίχοι υποδηλώνουν την ταυτόχρονα πνευματική και ένσαρκη παρουσία της αγαπημένης κορασιάς, δηλ. την επανεγκατάσταση της ψυχής στο σώμα, που είχε εγκαταλείψει με το θάνατό της. Εξάλλου, στην ορθόδοξη εσχατολογία υπάρχει διαβεβαίωση για την εν σαρκί Ανάσταση, καθώς το υλικό και το άυλο λαμβάνουν εξίσου τη χάρη της Ανάστασης, για να μπορέσει ο άνθρωπος να διασωθεί ως συνολική αξία.

Δ1. Τόσο ο Σολωμός όσο και ο Μαρκοράς εμπνέονται στα συγκεκριμένα ποιητικά αποσπάσματα από τους αγώνες των Κρητικών για την Ανεξαρτησία τους. Ο μεν Σολωμός από τα γεγονότα της Επανάστασης των ετών 1823-1824, ενώ ο Μαρκοράς από το επαναστατικό κίνημα των ετών 1866-1869. Οι ήρωές τους είναι ένα ζευγάρι Κρητικών και οι περιπέτειές τους. Ο ήρωας του «Όρκου», ο Μάνθος, απευθύνεται στην ετοιμοθάνατη αγαπημένη του Ευδοκία, ενώ ο ανώνυμος Κρητικός παλεύει με τα στοιχεία της φύσης για να επιβιώσει τόσο ο ίδιος όσο και η επίσης ανώνυμη αρραβωνιαστικά του (εδώ ας σημειωθεί ότι ο Σολωμός είχε αρχικά επιλέξει το όνομα «Ελένη» για την αγαπημένη, ωστόσο στην πορεία επέλεξε να μην της αποδώσει κάποιο συγκεκριμένο όνομα).
Οι δύο πρωταγωνιστές αγωνίσθηκαν κατά των Οθωμανών («Κρητικός» 2 [19], στ. 2,3 – «Όρκος», στ. 25, 26). Τα δύο ερωτικά ζεύγη δεν μπόρεσαν λόγω των ιστορικών συγκυριών και του θανάτου να ζήσουν ολοκληρωμένα τον έρωτά τους κι ευελπιστούν στη μετά θάνατο ένωση. Ο μεν Κρητικός οραματίζεται τη Δευτέρα Παρουσία, την εν σαρκί Ανάσταση της αγαπημένης του και την εναγώνια προσπάθειά της να τον βρει έστω και τότε (2 [19] , στ. 18), ο δε Μάνθος καλεί την ετοιμοθάνατη αγαπημένη του να βιασθεί να βρει εκείνον και τα υπόλοιπα οικεία της πρόσωπα, που έχουν ήδη πεθάνει (στ. 5, 6 και 19-22).
Ο μεν Μάνθος είναι ήδη νεκρός (στ.1 «στο ουράνιο περιγιάλι»), ενώ ο Κρητικός μάχεται με τα κύματα και είναι «μακριά ακόμη τ’ ακρογιάλι» (στ. 1).
Οι δύο αγαπημένες είναι ξεχωριστές και η ομορφιά και η αγνότητά τους επηρεάζουν τα «λουλούδια της παρθενιάς» (2 [19], στ. 11 και «Όρκος», στ. 18). Άλλωστε, το έντονο θρησκευτικό στοιχείο είναι διάχυτο και στα δύο κείμενα. Οι απόψεις για την ύπαρξη μετά θάνατον ζωής εκφράζουν μια βαθιά χριστιανική πίστη τόσο του Μαρκορά (όπου δεν είναι πρόσκαιρο…) όσο και του Σολωμού.
Η αναμονή της ψυχής της αγαπημένης στον «Όρκο» από το Μάνθο, στον "Κρητικό" παρουσιάζεται αμοιβαία καθώς οι δύο ψυχές ( Κρητικού και αγαπημένης ) αναζητούν εναγώνια η μια την άλλη σε μια σκηνή οραματισμού, χωρίς να υπάρχει ο ευθύς άμεσος λόγος του ήρωα του Μαρκορά που απευθύνεται στην κοπέλα.
Εν κατακλείδι, παρά τις διαφορές τους είναι σαφές πως ο «Όρκος» του Μαρκορά είναι ένα έργο βαθύτατα επηρεασμένο από τη θεματολογία και εν γένει την ποιητική του Σολωμού.

H K.E.E. έδωσε την εξής ενδεικτική απάντηση:
α) Ομοιότητες:
-η ερωτική σχέση μεταξύ δύο νέων,
-συναισθήματα απώλειας,
-έκφραση συναισθημάτων για αγαπημένο πρόσωπο,
-η προσδοκία συνάντησης,
-το μεταφυσικό πλαίσιο,
-η παρουσία του φυσικού στοιχείου,
-το παραπλήσιο ιστορικό πλαίσιο,
-η εγκοσμίωση του μεταφυσικού τοπίου.

β) Διαφορές:
-Στον «Κρητικό» ο ζωντανός νέος αναζητά τη νεκρή κόρη, στον «Όρκο» συμβαίνει το αντίστροφο.
-Ο Κρητικός αναζητεί την κόρη μέσω τρίτων, στον «Όρκο» ο νέος απευθύνεται άμεσα στην αγαπημένη του,
-Στον Κρητικό ο νέος μεταβαίνει εκούσια στον υπερβατικό κόσμο, στον «Όρκο» ο νεκρός νέος προσκαλεί την αγαπημένη του.
-Στον «Όρκο» υπάρχει έντονο στοιχείο νοσταλγίας της κοινής επίγειας ζωής,
-Η παρουσίαση του υπερβατικού κόσμου.

Σάββατο 14 Μαΐου 2011

ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΠΟΙΗΤΙΚΗΣ ΤΩΝ ΑΝΘΟΛΟΓΟΥΜΕΝΩΝ ΠΟΙΗΤΩΝ


Γιώργης Παυλόπουλος (Α’ Μεταπολεμική γενιά)
1. Αξιοποιεί το μύθο, τη φαντασία, το όνειρο (παραμυθικό στοιχείο).
2. Πρωτεύοντα ρόλο (στη δεύτερη περίοδο της ποίησής του) έχουν τα ποιήματα για την ποίηση (η εναγώνια προσπάθεια του ποιητή να προσεγγίσει τη βαθύτερη ουσία της ποίησης, προσπάθεια όμως που πέφτει στο κενό).
3. Γλωσσική απλότητα και σαφήνεια (κύριες προτάσεις, λιτός λόγος, πεζολογικός τόνος, καθημερινό λεξιλόγιο, κουβεντιαστό ύφος).
4. Συμβολιστική ποιητική γραφή (αλληγορική αφήγηση που στηρίζεται στην τεχνική των αντιθέσεων ή αντιφάσεων).
5. Νεοτερική ποιητική γραφή (ελεύθερος στίχος, τολμηρές μεταφορές, στοιχείο παραλόγου).
6. Έντονες επιδράσεις από την καβαφική ποίηση:
ως προς το περιεχόμενο:
i. οι δραματικές και ατελέσφορες προσπάθειες
ii. η υψηλή ευθύνη απέναντι στην τέχνη της Ποίησης
iii. η ματαιοπονία
iv. το «χάλασμα» της ζωής
ως προς τη μορφή:
i. ο διδακτικός τόνος
ii. η πεζολογία
iii. η υπαινικτική μορφή
iv. η χρήση της «καβαφικής ειρωνείας»
v. το καβαφικό λεκτικό: («τη ζωή τους χαλάνε», «να ιδούν»).

Μαρία Πολυδούρη (Γενιά του ’20, πρώτη δεκαετία του Μεσοπολέμου)
1. Βασικά μοτίβα: ο έρωτας και ο θάνατος, δηλ. οι κύριες συναισθηματικές καταστάσεις.
2. Πηγαίος λυρισμός (έντονη αισθηματολογία και μελοδραματισμός)
3. Αυθορμητισμός και εξομολογητικός τόνος («σελίδες ημερολογίου»,"ερωτική επιστολή").
4. Νεορομαντισμός:
i. εξιδανίκευση του έρωτα
ii. κυριαρχία του συναισθήματος
iii. στροφή στα ατομικά βιώματα
iv. μελαγχολία
v. απαισιοδοξία
vi. νοσταλγία του παρελθόντος
5. Νεοσυμβολισμός
i. μουσικότητα (ποίημα = τραγούδι)
ii. υποβλητικότητα
iii. τα πράγματα και τα φυσικά φαινόμενα λειτουργούν ως σύμβολα έκφρασης ψυχικών διαθέσεων (ήλιος, βροχή, χιόνια, κρίνο)

Κωνσταντίνος Καβάφης (sui generis ποιητής)
1. Ποιητής-αναγνώστης (εμπνέεται από την ιστορία, στήνοντας ένα ψευδοϊστορικό σκηνικό, στο συγκεκριμένο ποίημα).
2. Ιδιότυπη γλώσσα (η ομιλουμένη από την ελληνική παροικία της Αλεξάνδρειας: δημοτική με τύπους λόγιους και κωνσταντινουπολίτικους ιδιωματισμούς) και λέξεις «αντιποιητικές».
3. Φιλοσοφικός στοχασμός.
4. Συγκρατημένος λυρισμός (χρησιμοποιεί προσωπεία).
5. Στιχουργική (ελευθερωμένος στίχος: στίχοι ιαμβικοί, ανισοσύλλαβοι, ανομοιοκατάληκτοι, με χασμωδίες, αλλά με προσεγμένη στίξη).

Νίκος Εγγονόπουλος (Γενιά του ’30)
1. Υπερρεαλιστικές καταβολές:
i. ο τεμαχισμένος λόγος: ο ποιητής επιδιώκει να καταδείξει την αυτόνομη ποιητικά λειτουργία της γλώσσας
ii. οι λέξεις-θραύσματα
iii. η ελλειπτική διατύπωση
iv. η ολική αστιξία
2. Ζωγραφική ενάργεια (η εκτενής παρομοίωση με τα αγγελτήρια θανάτου).
3. Ιδιότυπη γλώσσα: κατά βάση δημοτική με στοιχεία λόγια σε καίρια σημεία (να γραφεί, ως αν, προπάντων) και λεπτή, καβαφικού τύπου, ειρωνεία («κι άλλα παρόμοια»)
4. Εσώτερος πικρός λυρισμός, επενδυμένος με χαμηλόφωνο, εξομολογητικό ύφος: λιτότητα εκφραστικών μέσων, απλή γλώσσα.
5. Πολιτική ποίηση με έντονη ιστορική χρωματικότητα: ο ρόλος της ποίησης και του ποιητή σε χαλεπούς καιρούς.

Μανόλης Αναγνωστάκης (Α’ Μεταπολεμική γενιά)
1. Το βιωματικό στοιχείο, ατομικό ή συλλογικό, υποστηρίζει την καθολικότητα του πολιτικού «πιστεύω» του ποιητή.
2. Δραστική ποιητική εικονοποιία.
3. Ρεαλισμός και οικειότητα:
i. εκφραστική απλότητα
ii. λιτότητα εκφραστικών μέσων
iii. ελλειπτικότητα
iv. υπαινικτικότητα
v. κυριολεξία και ακριβολογία
vi. λέξεις και εκφράσεις του προφορικού καθημερινού λόγου.
4. Η σχεδόν ολική αστιξία δίνει ασθματικό ρυθμό στην απαρίθμηση των δεινών.
5. Πολιτική ποίηση: το χρέος της ποίησης απέναντι στην ιστορική πραγματικότητα.
6. Τα θέματα αντλούνται από την Κατοχή, την Αντίσταση, τον Εμφύλιο, τη μετεμφυλιακή περίοδο.

Παρασκευή 13 Μαΐου 2011

Οι νεκροί βαραίνουν όλη την κοινωνία

Κάθε εικοσιτετράωρο κι ένας νεκρός. Στον δρόμο, στο κέντρο, στην πρωτεύουσα. Κι η κοινωνία, σπαραγμένη, φοβισμένη, κατασυγχυσμένη, αποτραβιέται ακόμη βαθύτερα στο καβούκι της, όσο διάφορες ομάδες διεκδικούν σώματα και σορούς. (Μερικές σορούς δεν τις διεκδικεί κανείς, μένουν αταύτιστες στα ψυγεία. Με μια ανορθόγραφη ετικέτα.)
Ο Μανώλης Καντάρης δολοφονήθηκε λίγο προτού γεννηθεί το παιδί του. Ο Γιάννης Καυκάς κρατούσε ένα πανώ και βρέθηκε να χαροπαλεύει. Ο νεαρός από το Μπανγκλαντές έπεσε νεκρός από μαχαιριές αγνώστων. Βία εγκληματική, βία παρακρατική, βία φασιστική. Οι φονιάδες παραμένουν άγνωστοι, κυκλοφορούν ανάμεσά μας· κι είμαστε όλοι υποψήφιοι θύτες και θύματα, όλοι βυθισμένοι σ’ έναν δαιμονικό κύκλο βίας και μίσους, φόβου και μισαλλοδοξίας, εξαθλίωσης και αυτοδικίας. Και παράλογης διεκδίκησης νεκρών: κάθε φατρία διεκδικεί το αίμα ενός αθώου.
Αυτός ο κύκλος αίματος πρέπει να διακοπεί. Τώρα. Με ευθύνη της πολιτικής κοινωνίας και του δημοκρατικού κράτους, όσου έχει απομείνει, με ευθύνη κάθε έμφρονος πολίτη, είτε κατοικεί πέριξ της Πατησίων είτε κατοικεί στο Παγκράτι, στα Εξάρχεια, στους Αμπελοκήπους, στο Μαρούσι. Γιατί η βία απειλεί να γίνει πάνδημη. Γιατί οι νεκροί βαραίνουν όλη την κοινωνία: η βίαιη διακοπή μιας ζωής μάς βαραίνει όλους, η μνήμη τους μας στοιχειώνει. Ο οικογενειάρχης Μανώλης Καντάρης, ο δάσκαλος Γιάννης, ο νεαρός Μπανγκλαντέζος, είναι όλοι πλάσματα του ίδιου Θεού· δεν ανήκουν σε καμιά ναζιστική σέχτα, σε κανέναν αυτόκλητο υπερασπιστή της φυλής και της τάξης.
Στη ματοβαμμένη άσφαλτο της 3ης Σεπτεμβρίου, της Στρατηγού Kαλλάρη, της Πανεπιστημίου, οι Ελληνες πολίτες να ανάψουν κεριά και να μείνουν σιωπηλοί, απειλητικοί, αποφασισμένοι. Να στείλουν μήνυμα προς την εγκληματικά ολιγωρούσα πολιτική ηγεσία, την κουφή, τυφλή και μοιραία, που περιφρουρεί τα προνόμιά της, ότι η πρωτεύουσα έχει μετατραπεί σε slum και η χώρα βυθίζεται στην κατάθλιψη.
Θα περιμέναμε από τον δήμαρχο και το δημοτικό συμβούλιο να τεθούν επικεφαλής σε τέτοιες εκδηλώσεις αισθήματος και αποφασιστικότητας, υπεράσπισης του δημόσιου χώρου και της ζωής. Θα περιμέναμε από τους υπουργούς να σπεύδουν ακαριαία στα νοσοκομεία και στις κηδείες, να παίρνουν, έστω την υστάτη ώρα, το μήνυμα μιας κοινωνίας που βουλιάζει και σπαράσσεται. Δεν το έκαναν. Κρύβονται από την πραγματικότητα, κρύβονται από την κοινωνία, κρύβονται από την Ελλάδα. Εγκατέλειψαν την Κάτω Αθήνα στην εξουσία της Χρυσής Αυγής. Οι τιμηθέντες με την ψήφο του λαού, οι λειτουργοί της δημοκρατίας, οι υπερασπιστές της νομιμότητας, οι εγγυητές της συνταγματικής τάξης και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, κρύβονται, δειλιάζουν, ψελλίζουν διαχειριστικές ανοησίες, πλασάρονται σε κούρσες διαδοχής, νίπτουν τας χείρας τους.
Η κλεπτοκρατική τάξη που διοίκησε τη χώρα την οδήγησε στη χρεοκοπία και την αναξιοπρέπεια. Εκχώρησε τη σημαία της Επανάστασης και τον Ύμνο προς την Ελευθερία στο αυγό του φιδιού. Τώρα παρακολουθεί εξ αποστάσεως τον ευτελισμό της ζωής στο αθηναϊκό slum: εκεί, στον ζόφο, βρισκόμαστε εμείς, οι πολίτες.
Νίκος Ξυδάκης, ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 13/5/2011

Απαντήσεις θεμάτων Ν. Γλώσσας Ημερησίων Λυκείων 2011

Α. Ο συντάκτης στο δημοσίευμα αυτό εξετάζει τη συμβολή του διαδικτύου στη διάδοση της γνώσης. Αρχικά, διαπιστώνει, με παραδείγματα, πως το διαδίκτυο καθιστά τη γνώση προσιτή στον καθένα. Ωστόσο, διατυπώνονται και διαφωνίες, όπως ότι το διαδίκτυο εγκυμονεί κινδύνους - αν και αυτοί παραμένουν άγνωστοι -, ότι αποτελεί περιττή πολυτέλεια, λόγω των άλυτων προβλημάτων του Τρίτου Κόσμου και, τέλος, ότι διευρύνει το χάσμα μεταξύ «πληροφοριοπλούσιων» και «πληροφοριοφτωχών». Από την άλλη, η εξατομικευμένη συμμετοχή του καθενός στον κυβερνοχώρο ως πομποδέκτη κλονίζει κατεστημένες διαβαθμίσεις και διαμορφώνει ατομικές θεωρήσεις του κόσμου, προκαλώντας, ταυτόχρονα, άγχος συλλογής των πληροφοριών. Τέλος, συμμερίζεται την άποψη πως η επανάσταση της Πληροφορικής βρίσκεται σε μεταβατικό στάδιο, γι’ αυτό και δημιουργεί αναστατώσεις. (108 λέξεις)

Β1. Βασικό συνεκτικό δεσμό των μελών μιας κοινωνικής ομάδας αποτελούν οι κοινές εμπειρίες. Με αυτόν τον όρο νοούνται τα συλλογικά βιώματα, τα ήθη και τα έθιμα, οι ιστορικές μνήμες, και οι αντιλήψεις που μοιράζονται οι άνθρωποι και τους επιτρέπουν να αλληλοαναγνωρίζονται ως μέλη του ίδιου συνόλου. Οι κοινές εμπειρίες σφυρηλατούν τη συνοχή και ενισχύουν την ενότητα της ομάδας. Αντίθετα, η έλλειψή τους λειτουργεί διαλυτικά, καθώς απουσιάζουν τα κοινά σημεία αναφοράς, τα συλλογικά οράματα και οι κοινοί στόχοι, που επιτρέπουν στους ανθρώπους να δουλέψουν από κοινού για την υπέρβαση των όποιων δυσχερειών. Στην εποχή μας, οι "δικτυακές" κοινότητες είναι κοινότητες ad hoc, οικοδομημένες γύρω από ένα κοινό κέντρο ενδιαφέροντος που μοιράζονται τα μέλη τους, ρευστές, καθώς βγαίνεις απ' αυτές με ένα "κλικ" και ελάχιστα ενοχοποιητικές. Κοντολογίς, η συλλογικότητα είναι που καθιστά εφικτή την κοινωνική συμβίωση.

Β2. α) Η παράγραφος αναπτύσσεται με διαίρεση (Διαιρετέα έννοια: γκρίνια, Διαιρετική βάση: ως προς τις επιπτώσεις της τεχνολογίας, Πηλίκο της διαίρεσης: «Η μία είναι η άρνηση… ανάπτυξή της», «Η δεύτερη γκρίνια… νέα τεχνολογία», «Η Τρίτη γκρίνια… «ψηφιακό χάσμα») και με παραδείγματα («Ο Πολ Βιρίλιο … ’’Πληροφοριακή Βόμβα’’», «Τι να το κάνω … για τον πυρετό;», «Ο Γουτεμβέργιος … του 19ου αιώνα».).
β) Θ.Π.: «Σ’ αυτόν τον κόσμο … τρεις γκρίνιες».
Ανάπτυγμα: «Η μία είναι η άποψη … με την Αφρική».
Κατακλείδα: δεν έχει.

Β3. α)
«Πληροφοριακή βόμβα»: περικλείουν τον τίτλο του συγγράμματος (μεταφορική χρήση της γλώσσας)
«Τι να το κάνω … πυρετό;»: μεταφέρουν αυτούσια μια διαδεδομένη άποψη για το ρόλο της τεχνολογίας.
«Πληροφοριακό άγχος»: νεολογισμός και επιστημονικός όρος της Ψυχολογίας.

β) κύμα εκδημοκρατισμού, «ψηφιακό χάσμα», σημείο εκκίνησης, πλημμύρα, διαχέεται (κτήμα, ορθώνονται, ισοπεδώνουν)

Β4. α) πιθανών = ενδεχόμενων
ξεχνάς = λησμονείς (παραλείπεις)
κατακερματισμό = διάσπαση (κομμάτιασμα, τεμαχισμό, κατάτμηση)
μετατρέπεται = μεταβάλλεται (αλλάζει, τροποποιείται)
διασπείρει = διασκορπά (μεταδίδει, προκαλεί)

β) υπαρκτό ≠ ανύπαρκτο
άρνηση ≠ αποδοχή (κατάφαση)
σίγουρος ≠ αμφίβολος (αβέβαιος, πιθανός)
προσβάσιμο ≠ απρόσιτο (απροσπέλαστο)
λογικό ≠ παράλογο (άλογο)

Γ. Ενδεικτικό διάγραμμα:
Α' ζητούμενο: Η συμβολή του διαδικτύου στη διάδοση της γνώσης
πρόσβαση σε γνώσεις (τράπεζες δεδομένων),
καθιέρωση εξ αποστάσεως εκπαίδευσης («Ανοιχτό Πανεπιστήμιο»),
κατάργηση ανισοτήτων μεταξύ παιδιών περιφέρειας-κέντρου (τηλεμαθήματα),
τροποποίηση παραδοσιακών τεχνικών μετάδοσης της γνώσης: εναλλακτικοί και πιο ελκυστικοί τρόποι παρουσίασης (διαδραστικότητα),
ανευρετική διαδικασία: η επιλογή της πλοήγησης μέσα στο πρόγραμμα εναπόκειται στην κρίση του μαθητή,
κίνητρο για συνεργασία, επικοινωνία και διανομή της πνευματικής δραστηριότητας,
συνδυασμός γνώσης με το παιχνίδι
εφαρμογή τεχνικών αυτοαξιολόγησης,
τροποποίηση του ρόλου του εκπαιδευτικού (σύνθετος, καθοριστικός, πολυδιάστατος)
δυνατότητα έκφρασης πρωτοποριακών και εναλλακτικών δημιουργών,
πολιτιστικές ανταλλαγές,
κατάργηση εθνικών συνόρων,
επιστημονική συνεργασία.

Β' ζητούμενο: Τρόποι δημιουργικής αξιοποίησης του διαδικτύου στο σχολείο
Το διαδίκτυο του οποίου η χρήση σημείωσε πραγματικά εκρηκτική εξάπλωση μετά το 1994, παρέχει μια σειρά εργαλείων που προσφέρουν διαφορετικές δυνατότητες και επιτρέπουν:
• να στείλουμε ή να λάβουμε μηνύματα ανά πάσα στιγμή, μέσω του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mail),
• να ανταλλάξουμε μεγάλα αρχεία ηλεκτρονικής μορφής,
• να αναζητήσουμε πληροφορίες και υλικό στη τεράστια διεθνή εγκυκλοπαίδεια, (με κείμενα, εικόνες, ήχους, και βίντεο) που έχει δημιουργηθεί στο παγκόσμιο ιστό του ‘World Wide Web’,
• να συζητήσουμε γραπτώς, ταυτόχρονα ή μη (συγχρόνως ή όχι) με πλήθος άλλων ανθρώπων αναφορικά με κάποιο θέμα κοινού ενδιαφέροντος (μέσω ‘Chatts’ και ‘Forums’ αντίστοιχα),
• να έχουμε οπτική επαφή και ηχητική επικοινωνία με συνομιλητές/τριες, δυνατότητα που επιτρέπει την τηλεσυνδιάσκεψη και τα σεμιναριακά μαθήματα από απόσταση,
• να εργαστούμε από κοινού ή συνεργατικά διαμέσου ειδικών εργαλείων (whiteboard, κ.ά.).
Kαθένα από τα παραπάνω εργαλεία έχει τα δικά του πλεονεκτήματα αλλά ενδεχομένως η αξιοποίησή του παρουσιάζει ιδιαίτερες δυσκολίες στο πλαίσιο μιας μαθησιακής διαδικασίας. Η αποτελεσματικότητα της όποιας χρήσης του διαδικτύου για εκπαιδευτικούς σκοπούς ουσιαστικά εξαρτάται λιγότερο από τη φύση του μέσου και περισσότερο από την καταλληλότητα της χρήσης του στο πλαίσιο των εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων.
Γενικά, στις περισσότερες χώρες, το διαδίκτυο αξιοποιείται εκπαιδευτικά για την εκπλήρωση των ακόλουθων στόχων:
• την επικοινωνία ανάμεσα σε σχολικές τάξεις και σχολικές μονάδες,
• την πρόσβαση σε πηγές παιδαγωγικού υλικού,
• την ανάπτυξη νέων μεθόδων που βασίζονται στη συνεργατική εργασία,
• τη διάχυση των τοπικών, περιφερειακών ή εθνικών εκπαιδευτικών πρακτικών,
• την πρόσβαση σε πηγές πολυμέσων.

Πέμπτη 5 Μαΐου 2011

ΘΕΜΑΤΑ ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ 2011 (10) - [τελικό]

Κρίση παιδείας η κρίση της οικονομίας

ΨΥΧΡΑΙΜΙΑ ΚΑΙ ΚΑΛΗ ΔΥΝΑΜΗ!!!

Ραντεβού την Πέμπτη με σχόλια για το θέμα της Νεοελληνικής Γλώσσας!

Τετάρτη 4 Μαΐου 2011

ΘΕΜΑΤΑ ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ 2011 (9)

Το χρέος των διανοουμένων στην εποχή μας

ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΝΑΦΟΡΑΣ
Οι διανοούμενοι στην Ελλάδα σήμερα (μια άποψη)
Για να απαντήσουμε στο ερώτημα αν σιωπούν οι διανοούμενοι σήμερα στη χώρα μας θα πρέπει πρώτα να προσδιορίσουμε ποιοι είναι οι διανοούμενοι στη χώρα μας, πράγμα κάθε άλλο παρά εύκολο. Διότι η έννοια του διανοουμένου είναι στα καθ΄ ημάς τόσο συγκεχυμένη που θα έπρεπε πρώτα να επιχειρήσουμε ορισμένες βασικές διακρίσεις.
Η βασικότερη διάκριση που θα μπορούσε να σκεφθεί κανείς είναι εκείνη ανάμεσα στην ευρύτερη και στη στενότερη έννοια του όρου. Με την ευρύτερη έννοια διανοούμενος είναι- μιλάω πάντοτε για την Ελλάδα- εκείνος που θεωρείται διανοούμενος (είτε από τους άλλους είτε από τον εαυτό του). Με την έννοια αυτή οι διανοούμενοι είναι σήμερα τόσο πολλοί ώστε να αποτελούν μία από τις πολυπληθέστερες τάξεις στη χώρα μας. Με τη στενότερη- δηλαδή, με την ακριβέστερη- έννοια του όρου, διανοούμενοι, κατά τη γνώμη μου, είναι όσοι διαθέτουν τις εξής τρεις ιδιότητες (και τις τρεις): α) Έχουν τις απαιτούμενες γνώσεις για τα φλέγοντα κοινωνικοπνευματικά ζητήματα της εποχής τους. β) Σκέφτονται με το μυαλό τους, όχι με το μυαλό των άλλων. γ) Διατυπώνουν δημοσίως τις σκέψεις τους για τα παραπάνω ζητήματα.
Σύμφωνα με την έννοια αυτή, οι διανοούμενοι στη χώρα μας είναι, αν δεν κάνω λάθος, τόσο λίγοι ώστε να μην μπορούν να γεμίσουν μια αίθουσα σεμιναρίου. Και τούτο γιατί οι περισσότεροι από τους διανοουμένους με την ευρεία έννοια δεν διαθέτουν τη δεύτερη- και σπουδαιότερη- από τις τρεις ιδιότητες που διακρίνουν τους διανοουμένους με την ακριβέστερη, δηλαδή με τη σωστή, έννοια του όρου (πολύ συχνά δεν διαθέτουν ούτε και την πρώτη). Είναι, πιστεύω, σπουδαιότερη η δεύτερη ιδιότητα, γιατί διανοούμαι σημαίνει στοχάζομαι, συλλογίζομαι σε βάθος, σκέφτομαι κριτικά.
Θα πρέπει να σταθούμε λίγο σε αυτή την έλλειψη. Ως συναρτώμενη με την περιφερειακή θέση της Ελλάδας στο ευρωπαϊκό και στο ευρύτερο δυτικό διανοητικό γίγνεσθαι, είναι, ως έναν βαθμό, κατανοήσιμη. Λέω ως έναν βαθμό, γιατί το γεγονός ότι η νεοελληνική διανόηση υπήρξε σχεδόν πάντοτε μεταπρατική των ιδεών που παράγονται στα διανοητικά κέντρα δεν δικαιολογεί τη σημερινή έκταση της απουσίας αυτενέργειας στη σκέψη της. Ελάχιστοι είναι οι σημερινοί έλληνες διανοούμενοι που συνδιαλέγονται δημιουργικά με τις ιδέες των διανοουμένων των κέντρων, δηλαδή που παράγουν δική τους σκέψη και που θα μπορούσαν ως εκ τούτου να χαρακτηριστούν διανοούμενοι με την ουσιαστική έννοια του όρου. Οι περισσότεροι- οι συντριπτικά περισσότεροι- αναπαράγουν άκριτα τις «κεντρικές» ιδέες, ακόμη και όταν οι ιδέες αυτές είναι φανερό ότι δεν μπορούν να μας βοηθήσουν να κατανοήσουμε καλύτερα την ελληνική πραγματικότητα. Από την άποψη αυτή, η ελληνική διανόηση παραμένει αφόρητα επαρχιωτική!
Τα παραπάνω ήταν, πιστεύω, απαραίτητα αν θέλουμε να απαντήσουμε με κάποια ακρίβεια στο ερώτημα αν οι Έλληνες διανοούμενοι σιωπούν ή όχι σήμερα, σε μιαν εποχή που ο λόγος της διανόησης είναι στον τόπο μας ιδιαίτερα αναγκαίος. Σε ό,τι αφορά τους διανοουμένους με την ουσιαστική έννοια του όρου, θα έλεγα ότι γενικά δεν σιωπούν, με τη διευκρίνιση όμως ότι, επειδή είναι πολύ λίγοι και επειδή ορισμένοι από αυτούς μιλούν λιγότερο απ΄ ό,τι θα έπρεπε ή δεν μιλούν καθόλου, η φωνή τους διακρίνεται πολύ δύσκολα. Και αυτό γιατί χάνεται κάτω από τη φωνή των διανοουμένων με τη μη ουσιαστική έννοια του όρου, οι περισσότεροι από τους οποίους όχι μόνο μιλούν, ενίοτε ακατάσχετα, αλλά και συχνά φωνασκούν.
Έχοντας λοιπόν απεικονίσει το τοπίο των διανοουμένων μας σήμερα με τους όρους που το περιέγραψα, θα μπορούσε κανείς, ως προς την παρουσία τους στην ελληνική πραγματικότητα, να επιχειρήσει να καταρτίσει μια τυπολογία τους. Έτσι θα έλεγα ότι οι Έλληνες διανοούμενοι γενικά, δηλαδή με την ευρύτερη έννοια του όρου (στην οποία περιλαμβάνονται, βέβαια, και οι διανοούμενοι με τη στενότερη έννοιά του), θα μπορούσαν να διακριθούν σήμερα σε επτά κατηγορίες, στις εξής:
1. Σε εκείνους που μιλούν όσο θα έπρεπε.
2. Σε εκείνους που, δυστυχώς, μιλούν λίγο.
3. Σε εκείνους που, δυστυχώς, σιωπούν.
4. Σε εκείνους που, ευτυχώς, μιλούν λίγο.
5. Σε εκείνους που, ευτυχώς, σιωπούν.
6. Σε εκείνους που, δυστυχώς, μιλούν πολύ.
7. Σε εκείνους που, δυστυχώς, δεν σιωπούν.
Αθροίζοντας συγκριτικά τις ποσότητες ομιλίας και σιωπής των παραπάνω κατηγοριών το εξαγόμενο (μιλώντας πάντοτε γενικά) φέρνει αναπόφευκτα στον νου τον γνωστό δεκασύλλαβο στίχο του ιρλανδού ποιητή Γουίλιαμ Μπάτλερ Γέιτς (1865-199), τον οποίο μεταφράζω στον εθνικό μας δεκαπεντασύλλαβο: "Αυτοί που ξέρουν δεν μιλούν κι όσοι μιλούν δεν ξέρουν".
[Νάσος Βαγενάς, εφημ. ΤΟ ΒΗΜΑ, 21/3/2010]

Κυριακή 1 Μαΐου 2011

1 Μάη του 1944, Η εκτέλεση των 200 της Καισαριανής
Έργο, χαρακτικό του Τάσσου

Αυτά τα δένδρα δεν βολεύονται με λιγότερο ουρανό
Αυτές οι πέτρες δεν βολεύονται κάτου από τα ξένα βήματα
αυτά τα πρόσωπα δεν βολεύονται παρά μόνο στον ήλιο
αυτές οι καρδιές δεν βολεύονται παρά μόνο στο δίκιο...