"Ας αφήσουμε τα λόγια. Γνώση του ποταμιού σημαίνει νάσαι μέσα στο ποτάμι" (Τ. Σινόπουλος)
Τρίτη 30 Νοεμβρίου 2010
Κυριακή 28 Νοεμβρίου 2010
Ωδή στον Αθανάσιο Κλάρα (Άρης Βελουχιώτης) Λαβύρυθμος
"Κάποιοι ακόμη τον μισούν. Κάποιοι δεν αντέχουν ούτε να ακούν το όνομά του. Και για την επίσημη ιστορία είναι πρόσωπο-ταμπού. Όμως ο Άρης ξανάδωσε στους Έλληνες την περηφάνια τους. Δημιούργησε το μεγαλύτερο εθελοντικό στρατό της Ελληνικής Ιστορίας και μια Ελεύθερη Ελλάδα μέσα στην υποδουλωμένη Ευρώπη". (Διονύσης Χαριτόπουλος). Επέτειος της ανατίναξης της γέφυρας του Γοργοποτάμου και η μνήμη γυρνά στην εμβληματική φυσιογνωμία του Άρη. Δυστυχώς, στις μέρες μας οι συλλογικότητες που κάποτε τροφοδοτούσαν το επαναστατικό φαντασιακό απουσιάζουν και οι αρχηγεσίες της Αριστεράς περί άλλα τυρβάζουν...
Γιώργης Παυλόπουλος, Η Στάχτη
Φύσαγε ὁ ἀγέρας
τὴν πήγαινε στὸν οὐρανὸ
φοβόταν ἐκείνη φοβόταν
οὐὰ φοβιτσιάρα τῆς φώναζε.
Πάψε τρελέ του ἔλεγεδὲν εἴμαστε πιὰ στὴ γῆ
δὲν ἔχουμε πιὰ δέρμα
δὲν ἔχουμε μαλλιὰ
δὲν ἔχουμε μήτε μάτια.
Γίναμε στάχτη τῆς ἔλεγε
ὅμως μὲ βλέπεις καὶ σὲ βλέπω
καὶ μένει ἀκόμα ἡ ἀγάπη
ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ γίνει στάχτη
καὶ μένει ἀκόμα ἡ ἀγάπη.
Εἶμαι ἡ στάχτη σου τοῦ ἔλεγε
καὶ εἶσαι ἡ στάχτη μου
μὰ ποῦ ἀνεβαίνουμε ποῦ πᾶμε
κι ὅλο φυσάει κι ὅλο σὲ χάνω
οὐὰ φοβιτσιάρα τῆς φώναζε.
Πάψε τρελέ του ἔλεγε.
(Τα αντικλείδια)
Στις 26 Νοεμβρίου έκλεισαν κιόλας δύο χρόνια από το φευγιό του ποιητή Γιώργη Παυλόπουλου. Ακολουθεί μια ομιλία του ποιητή με θέμα "Τι είναι η ποίηση;" στο σπίτι της Κύπρου (8/2/1997).
"Αν ένα πουλί μπορούσε να πει με ακρίβεια τι τραγουδάει, γιατί τραγουδάει,
και τι είναι αυτό που το κάνει να τραγουδάει, δεν θα τραγούδαγε".
Κυρίες και ΚύριοιΦίλες και Φίλοι
Παραλλάζοντας αυτή τη σημείωση του Πωλ Βαλερύ, η οποία παραπέμπει αμέσως στον Ποιητή και στην Ποίηση, θα λέγαμε: "Αν ένας ποιητής μπορούσε να πει με ακρίβεια τι γράφει, γιατί γράφει και τι είναι αυτό που τον κάνει να γράφει, δεν θα έγραφε".
Κι εγώ τώρα δεν ξέρω να σας πω τι είναι Ποίηση και γιατί γράφω ποιήματα. Πολύ περισσότερο δεν ξέρω να σας πω σε τι μας βοηθάει η Ποίηση και ποιος είναι ο σκοπός της.
Το μόνο που ξέρω είναι πως ο Ποιητής ήταν πάντα ένας αφοσιωμένος της Ζωής. Είτε τον γεμίζει χαρά, είτε τον θλίβει η Ζωή, είτε τον πάει στον Ουρανό, είτε τον κατεβάζει στην Κόλαση, αυτός μένει πάντα ο αφοσιωμένος της.
Τη μυστήρια αγάπη του για τη Ζωή δεν έχει άλλο τρόπο να την εκφράσει: γράφει ποιήματα. Νομίζω ότι προσπαθεί να εκφράσει κυρίως αυτό που κρύβει η ζωή. 'Οπως ο έρωτας κρύβει αυτό που μας κάνει ερωτευμένους.
Η Ποίηση λοιπόν είναι πράξη ερωτική; 'Η μήπως πράξη απόγνωσης; 'Η μήπως και τα δύο; Πράξη ερωτική και συνάμα πράξη απόγνωσης.
Για την ποιητική πράξη έχουν γραφτεί πολλά και διάφορα. Και από τους ιδιους τους τεχνίτες και από τους θεωρητικούς. Πολλές φορές οι Ποιητές προσπάθησαν να διατυπώσουν τον ανύπαρκτο ορισμό της Ποίησης, σα να κοίταζαν σ' έναν καθρέφτη όπου δεν έβλεπαν το πρόσωπό τους, αλλά το απόλυτο κενό.
Σταχυολογώ πρόχειρα:
Η ποίηση είναι η αναζήτηση του ανεξήγητου (Στήβενς)
Η ποίηση αρχίζει πάντα, όταν κάποιος που πρόκειται να γίνει ποιητής, διαβάζει ένα ποίημα. (Μίλτον)
Η ποίηση μας δημιουργεί την εντύπωση, όχι πως ανακαλύψαμε κάτι καινούργιο, αλλά πως θυμηθήκαμε κάτι που είχαμε ξεχάσει. (Μπράντλεϋ)
Η ποίηση είναι το καταφύγιο που φθονούμε. (Καρυωτάκης)
Η ποίηση είναι ένας φασιανός που χάνεται στους θάμνους (Στήβενς)
Η ποίηση έχει τις ρίζες της στην ανθρώπινη ανάσα. (Σεφέρης)
Η ποίηση υπαγορεύεται από ένα δαιμόνιο, αν και θα ήταν υπερβολή να το χαρακτηρίσει κανείς αγγελικό. (Ζεζλάβ Μίλοζ)
Η ποίηση είναι έκφραση, αν ένας στίχος είναι έκφραση, αν καθένα από τα μέρη που απαρτίζουν ένα στίχο, κάθε μία λέξη, είναι εκφραστικά μόνα τους. Κρότσε
Η ποίηση δεν είναι ο τρόπος να μιλήσουμε αλλά ο καλύτερος τοίχος να κρύψουμε το πρόσωπό μας. Αναγνωστάκης
Η ομορφιά καραδοκεί. Αν είμαστε ευαίσθητοι, θα την αισθανθούμε μέσα στην ποίηση όλων των γλωσσών. Μπόρχες
Η ποίησις είναι ανάπτυξις στίλβοντος ποδηλάτου. Εμπειρίκος
Η ποίηση αρχίζει με την επίγνωση εκ μέρους μας όχι της Πτώσης, αλλά του ότι πέφτουμε. Μπλουμ
'Οταν διαβάζουμε ένα καλό ποίημα, φανταζόμαστε πως κι εμείς θα μπορούσαμε να το έχουμε γράψει, πως το ποίημα προϋπήρχε μέσα μας. Μπόρχες
Η ποίηση ένα πράγμα ανάλαφρο, ιερό και φτερωτό. Πλάτων
Η ποίηση δεν είναι ένα ελευθέρωμα της συγκίνησης, αλλά απόδραση από τη συγκίνηση. Δεν είναι έκφραση της προσωπικότητας, αλλά απόδραση από την προσωπικότητα. Έλιοτ
Η ποίηση είναι η πιο πυκνή μορφή προφορικής έκφρασης. Πάουντ
Η ποιότητα ενός μεγάλου ποιητή είναι πανταχού παρούσα και πουθενά ορατή σαν μία ξεχωριστή συγκίνηση. Κόλεριτζ ή Ντε Κουίνσυ
Αν κάποιος μάθει καλά ελληνικά, μπορεί να βρει σχεδόν "ολόκληρη την ποίηση" στον Όμηρο. Πάουντ
Είναι παράξενο πως γράφει κανείς ποιήματα. Σεφέρης
Οι ποιητές όλων των εποχών έλαβαν μέρος στη συγγραφή ενός Μεγάλου Ποιήματος αενάως εν εξελίξει. Σέλλεϋ
Στην ίδια την ουσία της ποίησης υπάρχει κάτι το απρεπές: Φανερώνονται πράγματα που δεν ξέραμε πως τα κρύβαμε μέσα μας και τρομάζουμε σα να είχε ξεπηδήσει μια τίγρης και στεκόταν μπροστά μας στο φως τινάζοντας την ουρά της. Σέσλαβ Μίλοζ
Όλη η ποίηση είναι ποίηση πειραματική. Στήβενς
Η ποίηση είναι η αιτία που φθείρει το κάθε τι από το μη είναι στο είναι. Πλάτωνας
"Διο ευφυούς η ποιητική εστιν ή μανικού. Τούτων γαρ οι μεν εύπλαστοι οι δε εκστατικοί εισίν". Αριστοτέλης
Ο κατάλογος είναι ανεξάντλητος όπως ανεξάντλητες είναι οι άπειρες αισθήσεις που μας υποβάλλει η Ποίηση. Θα σταματήσω εδώ. Και θα τον κλείσω με μια φράση του Πεσόα: Ο άνεμος φυσάει / έτσι όπως τον άκουσε ο Όμηρος / ακόμα κι αν δεν υπήρξε ποτέ.
Ανέφερα τον Πεσόα, αλλά δεν σας αποκάλυψα τα ονόματα εκείνων που έγραψαν αυτούς τους στοχασμούς για την Ποίηση. Καλύτερα έτσι.'Ισως αυτός ο τρόπος μας φέρνει πιο κοντά σε Κείνον που αποσβύνοντας ολοένα το πρόσωπό του μέσα στο έργο του, γίνεται ο άλλος, γίνεται οι άλλοι, γίνεται ο Κανένας. Θέλω να πω μας φέρνει πιο κοντά στον Ποιητή και στο Ποίημα.
Και τι είναι τελικά το Ποίημα; 'Ισως είναι το νόμισμα που σφίγγει στα δόντια του ο Ποιητής για να μπει στη βάρκα του Θανάτου. Με αυτό θα πληρώσει για το μέγα θαύμα που αξιώθηκε και που δεν είναι άλλο από την ίδια τη ζωή.Έχω γράψει τούτο το χάι-κου: Όλοι χωράμε / οι ζωντανοί κι οι νεκροί / σ' ένα ποίημα
Αλλά και όλη η μνήμη του κόσμου χωράει μέσα στην Ποίηση. 'Η τουλάχιστον αυτή τη μαγική εντύπωση μας δίνει η τέχνης της Ποίησης. Πως όσα έχουν χαθεί και κείνα που θα έρθουν και θα περάσουν και θα χαθούν θα μείνουν για πάντα μέσα στην Ποίηση.
Θα μείνουν για πάντα μέσα στην Ποίηση "όσα κι αν είναι λίγα αυτά που σταματιούνται" όπως θα έλεγε ο Αλεξανδρινός.
Θέλω τώρα να ευχαριστήσω το περιοδικό "Γράμματα και Τέχνες", τον εκδοτικό οίκο Σοκόλη και το πολύ αγαπητό μας φιλόξενο σπίτι της Κύπρου για τη διοργάνωση αυτής της βραδιάς. Να ευχαριστήσω όσους μου έκαναν την τιμή ν' ασχοληθούν με τα ποιήματά μου, τη φίλη μου Ελένη Κεχαγιόγλου που θα διαβάσει, όπως εκείνη ξέρει να διαβάζει, κάποια απ' αυτά.
Να ευχαριστήσω επίσης εσάς που μας τιμήσατε απόψε με την παρουσία σας. Βεβαίως θα σας διαβάσω κι εγώ μερικά από τα δικά μου και θ' αρχίσω με εκείνα που, θα μου επιτρέψετε να το πω, προσπαθούν να εκφράσουν κάτι από την παραξενιά, την αγωνία και την ανάγκη του να γράφεις ποίηματα.
Modigliani
Aυτές τις ημέρες το blog είναι επηρεασμένο από τη λυρική ατμόσφαιρα των έργων του Amedeo Modigliani, του "Μaudit"(ή "Modi") που υπήρξε ο εμβληματικότερα "καταραμένος" καλλιτέχνης της αριστερής όχθης του Σηκουάνα των αρχών του 20ου αι. Λάτρης του γυναικείου σώματος και βλέμματος, άφησε ανεξίτηλα τα ίχνη του στην τέχνη της ζωγραφικής, αν και μας άφησε και γλυπτά πριμιτιβιστικών επιρροών (λόγω της επίδρασης του φίλου του Brancussi,εξαίρετου γλύπτη), που η λιτότητα και κομψότητά τους μας παραπέμπει στις φόρμες των κυκλαδικών ειδωλίων.
Η πιστότερη μεταφορά της σύντομης και τραγικής ζωής του είναι η ταινία του 1958 ,"Les amants de Montparnasse", με ιδανικό ερμηνευτή τον πρόωρα (κι αυτόν..) χαμένο Gerard Philipe.
Σάββατο 27 Νοεμβρίου 2010
Παρασκευή 26 Νοεμβρίου 2010
Δευτέρα 22 Νοεμβρίου 2010
Τα γλωσσικά ιδιώματα των νέων
Όπως οι νέοι κάθε εποχής έτσι και οι σημερινοί έχουν το δικό τους τρόπο έκφρασης. Μια γλώσσα ιδιόμορφη, ακαταλαβίστικη για τους μεγάλους, ρευστή (αφού μεταλλάσσεται διαρκώς ενστερνιζόμενη καινούρια αυθαίρετα γλωσσικά ευρήματα και νεολογισμούς), τολμηρή, έως και υβριστική στα αυτιά των συντηρητικότερων αμύητων, που γίνεται συχνά θέμα δημόσιας συζήτησης. Μια συζήτηση που ανοίγει παλιές πληγές (το γλωσσικό πρόβλημα) και τρέφει κινδυνολογίες (η γλώσσα μας απειλείται!). Πόσο πραγματικά απειλείται; Ή μάλλον, ποια είναι αυτή η πολυσυζητημένη γλώσσα των νέων; Ποια είναι τα χαρακτηριστικά της, ο χώρος της, η διάρκεια ζωής της;
Η σημερινή νεολαία, ζώντας από τα τέλη της δεκαετίας του ‘80 στον αστερισμό των προτύπων που επιβάλλουν το ραδιόφωνο, η τηλεόραση και τα περιοδικά ποικίλης ύλης, καταρχήν υιοθετεί έναν αποσπασματικό τρόπο ομιλίας, γεμάτο με ξενόγλωσσες εκφράσεις και εκείνη την εφηβική προκλητικότητα και διάθεση για αμφισβήτηση των «κατεστημένων» του κόσμου των μεγάλων. «Αργκό light» θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε, ακολουθώντας το πνεύμα των καιρών, τη μοντέρνα γλώσσα που ακούγεται στα στέκια του νεαρόκοσμου της Αθήνας. Το νέο κώδικα επικοινωνίας των δεκαπεντάρηδων και άνω. Έναν κώδικα με ιδιαίτερο πνεύμα και ρυθμό, που ακούγεται ανάμεσα στις συντροφιές στα μπαρ, στις καφετέριες, στο σχολείο.
Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά αυτής της γλώσσας είναι ότι μοιάζει πολύ με μια σημερινή εξυπνακίστικη διαφήμιση. Λογικό, αφού υποκύπτει κι αυτή στους όρους του μάρκετινγκ, αφού ακολουθεί τους νόμους της αγοράς, όπως και άλλα εκφραστικά μέσα μας. Δηλαδή, αποκτά μια πιο απλή και ταυτόχρονα πιο καρικατουρίστικη διάσταση, με στόχο τον εντυπωσιασμό. Άλλο χαρακτηριστικό της είναι ο γρήγορος ρυθμός, που επιταχύνεται με κομμένες λέξεις και, κυρίως, με την απάλειψη των προθέσεων, των άρθρων και των πολλών επιθετικών προσδιορισμών. Συχνή είναι η χρήση αγγλικών λέξεων. Άμεση είναι άλλωστε η σχέση της αγγλικής γλώσσας με τη ροκ και τα άλλα είδη της μοντέρνας μουσικής. Τελευταία οι νέοι, πολύ συχνά μάλιστα, βάζουν στο λεξιλόγιό τους και γαλλικές εκφράσεις, οι οποίες δίνουν την εικόνα ενός ατόμου κοσμοπολίτικου, και με πολλές γνώσεις για τα πράγματα. Στοιχείο που παρουσιάζει έκδηλα τη διάθεση τους να επιδειχθούν. Από την άλλη, στην προσπάθειά τους να αποστασιοποιηθούν από τα τεκταινόμενα, υιοθετούν έναν ειρωνικό τόνο (άλλο ευδιάκριτο χαρακτηριστικό του σημερινού κώδικα επικοινωνίας) και ένα «δύστροπο» πνεύμα.
Ένα σημαντικό επίσης χαρακτηριστικό είναι η πολλαπλότητά της. Ενδεικτικό στοιχείο είναι ότι οι τρόποι «συναισθηματικής» έκφρασης διαφοροποιούνται ανάλογα με τις συνοικίες και τις περιοχές της Αθήνας. Τα παιδιά των βορείων προαστίων μιλούν εντελώς διαφορετικά από εκείνα των νότιων και δυτικών περιοχών του λεκανοπεδίου. Υπάρχουν διαφορετικές εκφράσεις - κλισέ ανάλογα με την περιοχή. Αυτό, άλλωστε, αποτυπώνεται και στον τρόπο συμπεριφοράς. Τα παιδιά των βορείων προαστίων είναι πιο ‘’ανοιχτά’’ στον τρόπο ζωής και τις επιταγές που καθορίζει η τηλεόραση και το μοντέρνο life-style».
Ποιος χώρος ευνοεί περισσότερο αυτό τον ιδιότυπο τρόπο επικοινωνίας; Οι χώροι όπου διασκεδάζουν. Μπορεί σε ένα νάιτ κλαμπ ή σε μια ντισκοτέκ να δεις έναν νεαρό να χρησιμοποιεί άγνωστες για τον πολύ κόσμο εκφράσεις ή λέξεις που τις ακούμε κυρίως στην τηλεόραση ή τις διαβάζουμε στα περιοδικά. Το ίδιο παιδί όμως την άλλη ημέρα, όταν το συναντήσεις στο λεωφορείο ή στο σχολείο, θα μιλά εντελώς φυσιολογικά. Αυτός ο τρόπος ομιλίας αρχίζει και τελειώνει με τους φίλους μέσα στην παρέα. Γι’ αυτό κι είναι πολύ άμεσος.
Η κρεολή αυτή γλώσσα (ανάμιξη ελληνικών με αγγλικές λέξεις κυρίως), όπως τη χαρακτηρίζει ο καθηγητής Γλωσσολογίας κ. Γεώργιος Μπαμπινιώτης, έχει τεχνητό χαρακτήρα καθώς είναι αποκύημα των Μ.Μ.Ε. «Στο παρελθόν όλες οι συνθηματικές γλώσσες ήταν ιδιαίτερα επικοινωνιακές και δημιουργούνταν μέσα στην παρέα, καθώς ο φυσικός τους χώρος ήταν η ομάδα. Παρά την αμεσότητα, σήμερα οι νέοι μιλάνε μεταξύ τους με γλωσσική επίδειξη που ενέχει έντονο το στοιχείο της ειρωνείας. Εδώ έχουμε την ειρωνεία για την ειρωνεία, και φυσικά αυτός ο τρόπος έκφρασης είναι προϊόν μιμητισμού» υπογραμμίζει ο κ. Μπαμπινιώτης.
Ακόμη, ο τρόπος έκφρασης των σημερινών νέων, σε αντίθεση με άλλες εποχές, μέσω του σαρκασμού και της ειρωνείας προς όσα «απαραβίαστα» και δεδομένα σέβεται η κοινή γλώσσα, αμφισβητεί την πολιτιστική κυριαρχία της. Ωστόσο, η γλώσσα αυτή δεν περιέχει αμφισβητήσεις κοινωνικών ή και πολιτικών κατεστημένων. Και αυτό γιατί επηρεάζεται πολύ από τα καταναλωτικά πρότυπα - το δείχνει άλλωστε και η συνεχής ανανέωσή της με καινούριες λέξεις της μόδας, κάτι που την εμποδίζει να αποστασιοποιηθεί από τον επιβαλλόμενο σύγχρονο τρόπο ζωής. Και βέβαια η χρήση του καινούριου αυτού τρόπου έκφρασης δεν είναι απόρροια μιας ενσυνείδητης αλλαγής του τρόπου ζωής. Η έλλειψη ιδεολογικού περιεχομένου στη χρήση της γλώσσας είναι άμεση συνέπεια της απουσίας ιδεολογίας. Όμως, τα παιδιά, χωρίς να έχουν βρει τις δικές τους αληθινές αξίες της ζωής, έχουν την ψευδαίσθηση ότι μιλώντας «κάπως διαφορετικά» αλλάζουν και τα δεδομένα πρότυπα ζωής.
Απ’ την άλλη, η γενικότερη κρίση του εκπαιδευτικού συστήματος και των αξιών της εκπαίδευσης έχει επιδράσει αρνητικά στην αξία που έχει η γλώσσα και η λογοτεχνία στη συνείδηση των μαθητών, με συνέπεια και οι επιδιώξεις τους απέναντι σ’ αυτά τα μαθήματα να έχουν υποβαθμιστεί. Οι σημερινοί νέοι ζουν σαν μεγάλοι, όσον αφορά τις σχέσεις τους και τις ασχολίες τους (π.χ. ελεύθερος έρωτας, νυχτερινή ζωή, διακοπές, αυτοκίνητα, μοτοσικλέτες κ.λ.π.), παρόλο που δεν έχουν την οικονομική αυτάρκεια. Έτσι δεν «προλαβαίνουν» να υπάρξουν μαθητές. Η ψυχαγωγία τους, άλλωστε, δεν περιλαμβάνει αγωγή λόγου. Βλέπουν τηλεόραση, κάνουν κλάμπινγκ, πάνε στην πιτσαρία. «Όταν υποχωρεί ο Παλαμάς, ο Σολωμός, ο Ελύτης, εύλογο είναι» όπως υπογραμμίζει ο κ. Μπαμπινιώτης, «να βρίσκει εύφορο έδαφος ο φτηνός τρόπος ζωής και σκέψης».
Αυτές, όμως, οι μορφές επικοινωνίας δεν επηρεάζουν την ελληνική γλώσσα σε ένα βαθμό που θα είχε γλωσσικό ενδιαφέρον ή θα ενέπνεε ανησυχίες. «Εάν όλα αυτά δεν προβάλλονταν από την τηλεόραση και τα περιοδικά, θα είχαν σβήσει τελείως», παραδέχεται ο κ. Μπαμπινιώτης.
(διασκευασμένο άρθρο του Α. Λακασά, από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ)
Θέματα:
Α. Να γράψετε στο τετράδιό σας την περίληψη του κειμένου (120-130 λέξεις).
Β1. «Οι σημερινοί νέοι ζουν σαν μεγάλοι, όσον αφορά τις σχέσεις τους και τις ασχολίες τους (π.χ. ελεύθερος έρωτας, νυχτερινή ζωή, διακοπές, αυτοκίνητα, μοτοσικλέτες κ.λ.π.), παρόλο που δεν έχουν την οικονομική αυτάρκεια. Έτσι δεν «προλαβαίνουν» να υπάρξουν μαθητές»: να αναπτύξετε με κριτικό τρόπο σε μία παράγραφο το περιεχόμενο της παραπάνω διαπίστωσης.
Β2. Να βρείτε λέξεις /φράσεις που αποκαλύπτουν την οπτική γωνία του αρθρογράφου.
Β3. Στην πρώτη παράγραφο ο αρθρογράφος θέτει ορισμένα ερωτήματα. Τι εξυπηρετεί η χρήση τους;
Β4. α. Να βρείτε δύο λέξεις από την πρώτη παράγραφο, οι οποίες χρησιμοποιούνται συνυποδηλωτικά.
β. αποστασιοποιούμαι, νεολογισμός: να χρησιμοποιήσετε τις παραπάνω λέξεις σε δικές σας προτάσεις, ώστε να φαίνεται καθαρά η σημασία τους.
Γ. α) Πού οφείλονται οι παραβιάσεις των γλωσσικών κανόνων από τους νέους; β) Πιστεύετε πως η νεανική ιδιόλεκτος είναι κατώτερης ποιότητας γλωσσικός κώδικας, όπως ισχυρίζονται μερικοί; Στα παραπάνω ερωτήματα, που σας θέτει ένας δημοσιογράφος, καλείστε να απαντήσετε στο πλαίσιο αφιερώματος μιας εφημερίδας για τη «γλώσσα» των σημερινών νέων. Το κείμενό σας να έχει τη μορφή άρθρου.
Παρασκευή 19 Νοεμβρίου 2010
Πέμπτη 18 Νοεμβρίου 2010
Τρίτη 16 Νοεμβρίου 2010
Η επανάσταση των σιωπηλών, του ΓΙΩΡΓΟΥ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑΚΗ
Οι Σειρήνες όμως έχουν ένα όπλο πιο φοβερό και από το τραγούδι: τη σιωπή τους. Και πιθανότερο, παρόλο που δεν έτυχε ποτέ, θα ήταν να γλιτώσεις από το τραγούδι τους, παρά από τη σιωπή τους.[Φραντς Κάφκα, Η σιωπή των σειρήνων]
Η επανάσταση που οραματίζομαι θα είναι μια επανάσταση των σιωπηλών. Δεν θα έχει σημαίες αναπεπταμένες, συνθήματα και ιδεολογικές διακηρύξεις. Θα είναι μια επανάσταση βουβή, που θα στηρίζεται απλώς στην αλληλεγγύη των βλεμμάτων. Θα ξεκινήσει από την απόλυτη, την οργισμένη σιωπή, και θα αποδώσει στον άνθρωπο ό,τι στερήθηκε, ό,τι ονειρεύθηκε, ό,τι ζήτησε με κραυγές -πριν επιλέξει τη σιωπή.
Γιατί αυτή η σιωπή είναι η απόγνωση και η προσδοκία του. Δεν είναι αποδοχή, μήτε μοιρολατρία. Η σιωπή είναι το μέτρο της διαψευσμένης του ζωής, η πίκρα για τις επαγγελίες που ακυρώθηκαν, η οργή για την υποκρισία και το ψέμα. Η σιωπή είναι το ανώτερο στάδιο της πολιτικής ωριμότητας. Αν οδηγήσει στην επανάσταση, θα είναι μια επανάσταση αληθινή, αφού για πρώτη φορά δεν θα δεσμεύεται από τα λόγια της, θα δεσμεύεται μόνον από τα αισθήματά της.
Η επανάσταση των σιωπηλών δεν απευθύνεται λοιπόν σε ορισμένες τάξεις κοινωνικές, ούτε υπόσχεται ευημερία και δικαιώματα. Υπόσχεται μόνον μια άλλη γλώσσα: Την ξεχασμένη γλώσσα της ειλικρίνειας και της ευθύνης. Δεν επιδιώκει την εξουσία, αφού όπως απέδειξε η Ιστορία αυτό οδηγεί στη βία και τον εκφυλισμό. Επιδιώκει, όμως, να αποδώσει στον άνθρωπο την εξουσία της ζωής του, να απαντήσει στη βουβή απόγνωση της σιωπής του. «Η επανάσταση», σχολίασε ο μέγιστος των θεωρητικών της, «συνιστά μια πνευματική αναταραχή, μέσω της οποίας μια ομάδα ανθρώπων επιδιώκει να θέσει νέα θεμέλια για την ύπαρξή της».
Σε αυτήν λοιπόν την επανάσταση, που αναζητά αιωνίως τα θέμελιά της, δεν έχουν ίσως θέση οι ποιητές, μήτε οι φιλόσοφοι. Εχουν όμως θέση οπωσδήποτε οι άνεργοι. Ο φιλόσοφος προσπαθεί να καταλάβει τον κόσμο, ο ποιητής δημιουργεί τον δικό του. Ο άνεργος όμως τον στερείται εξ ορισμού. Η ανεργία αποτελεί τον παραλογισμό ενός πολιτισμού, που δεν παύει να επαίρεται για τις κατακτήσεις του. Ο παραλογισμός αυτός, αλλού μεταφράζεται στην πρόκληση της χλιδής, στον άνεργο σε ταπεινώσεις που δεν τελειώνουν. Ο άνεργος κατέφυγε στη σιωπή, επειδή κουράστηκε να ακούει για επενδύσεις και για τη μείωση της ανεργίας· που εξαιρεί ωστόσο πάντοτε τον ίδιο. Ο άνεργος είναι πια σιωπηλός, όχι επειδή θέλει να κρύψει την οργή του, αλλά επειδή δεν αντέχει να μιλήσει άλλο.
Η σιωπή -που κρύβει την απόγνωση- χαρακτηρίζει ακόμα όσους νοιάζονται αληθινά για τα δεινά του περιβάλλοντος. Δεν είναι οι οικολόγοι: Οι οικολόγοι φλυαρούν χωρίς μέτρο, και αναζητούν διαρκώς άλλοθι στον εαυτό τους και την «ανάπτυξη». Στην επανάσταση των σιωπηλών, θα συμμετέχουν οι άλλοι: Οσοι γνωρίζουν ότι η ανάσα της φύσεως είναι το ίδιο σπουδαία με τη δική τους ανάσα, ότι τα τραύματά της αποτελούν τραύματα στο δικό τους σώμα και την ψυχή. Αν σήμερα η μόνη προσδοκία τους είναι η επανάσταση των σιωπηλών, είναι επειδή κουράστηκαν να καταγγέλουν: την ασίγαστη μανία καταστροφής σε παραλίες και δάση, τις απάνθρωπες πόλεις που στεγνώνουν τις ψυχές, τη θυσία του αιώνιου και του αναγκαίου στο εφήμερο και το ταπεινό. Η επανάσταση των σιωπηλών δεν υπόσχεται νόμους και διατάγματα, που θα αποβλέπουν στην «προστασία» του περιβάλλοντος. Θεωρεί, αντίθετα, ότι είναι ο άνθρωπος που πρέπει να προστατευθεί. Εκείνος -που σήμερα σιωπά με απόγνωση- και οι επίγονοί του. Το περιβάλλον είναι ανάγκη να παραμείνει όσο γίνεται υπερήφανο και ανέγγιχτο, επειδή μόνον έτσι ανθεί πράγματι η ζωή. Αλλιώς, θα πληθαίνουν οι απομιμήσεις και τα ομοιώματά της.
Στην επανάσταση των σιωπηλών συμμετέχουν και όσοι είδαν το διαφορετικό κόσμο, που έπλασαν μέσα τους, να διαψεύδεται και να συντρίβεται. Μήτε μετάνιωσαν όμως, επειδή ο κόσμος τους είχε αξίες και ήθος, μήτε αλλάζουν. Στην επανάσταση των σιωπηλών, είναι σημαιοφόροι χωρίς σημαίες, πεζοπόροι χωρίς προμήθειες. Διαθέτουν την τιμιότητα του βλέμματος και μια παράδοξη αξιοπρέπεια. Ο κόσμος όμως που έπλασαν -που είχε αξίες και ήθος- είναι πάντοτε εκεί. Και απαιτεί το σεβασμό από όσους μιλούν εξ ονόματός του. Αυτοί οι σημαιοφόροι -χωρίς σημαίες- στην επανάσταση των σιωπηλών είναι η εγρήγορση και η συνείδησή της.
Όσοι άλλωστε κατέφυγαν στη σιωπή δεν έπαυσαν να ονειρεύονται: τη δίκαιη συγκρότηση του κοινωνικού ιστού, την αύρα μιας παιδείας ουσιαστικής, την ενίσχυση των δημιουργικών δυνάμεων που εν είδει μικρής φωτιάς υπάρχουν στον καθένα. Αντί όμως να κερδίσουν τη μοναδικότητά τους, έγιναν αριθμοί και αποδέκτες. Αριθμοί σε πίνακες στατιστικής και σε μετρήσεις θεαματικότητας· αποδέκτες σε επίπλαστες ανάγκες και όμηροι μιας ανεξέλεγκτης προόδου. Κι ενώ τα στοιχεία και οι εξαγγελίες των πολιτικών μιλούν για τη διαρκή άνοδο του εθνικού εισοδήματος, εκείνοι αισθάνονται ότι το βιοτικό τους επίπεδο -με την έννοια του βίου, της ζωής- διαρκώς μειώνεται.
Αυτός άλλωστε -εγώ ή εσείς- που οραματίζεται την επανάσταση των σιωπηλών, δεν ενδιαφέρεται αν επικριθεί ως ρομαντικός, μήτε αν καταταχθεί από τους εχέφρονες στους υπέρμαχους μιας ουτοπίας, από τις πολλές που γνώρισε η Ιστορία. Οι επικριτές της επανάστασης των σιωπηλών, συχνά φορτωμένοι με διπλώματα και κοινωνιολογικές περγαμηνές, αγνοούν την αξία της σιωπής, το εν δυνάμει επαναστατικό της περιεχόμενο. Τι άλλο όμως ήταν η εξέγερση του Πολυτεχνείου -για να αναφερθούμε στην επικαιρότητα- από μια κραυγή σπαρακτική, μια στιγμή επαναστάσεως ύστερα από χρόνια σιωπής; Η σιωπή υπήρχε από νωρίς στις διαψευσμένες προσδοκίες των νέων ανθρώπων, σερνόταν στα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα και τους δρόμους της Αθήνας, μιλούσε με μουσικές και αθέατα δάκρυα. Η βία επιτάχυνε την έκφρασή της, τα τανκς προσπάθησαν να καλύψουν την απειλή της.
Όσοι λοιπόν αμφισβητούν την επανάσταση των σιωπηλών, δεν μέτρησαν ποτέ την αξία της σιωπής, δεν έτυχε ποτέ να αντιληφθούν την εκρηκτική της δύναμη. Μήπως όμως και ο έρωτας δεν είναι ως επί το πλείστον σιωπή, μήπως μέσα στη σιωπή δεν πλάθει ο δημιουργός το έργο του;
«Οι επαναστάσεις είναι τρελές εμπνεύσεις της Ιστορίας», έγραψε ένας σπουδαίος επαναστάτης, που δολοφονήθηκε μάλιστα από τους πρώην συντρόφους του στην εξορία. Η επανάσταση των σιωπηλών δεν θα είναι απλώς μια τρελή έμπνευση της ανθρώπινης ιστορίας. Θα είναι ίσως η συνέχεια και η αποθέωσή της.
Δευτέρα 15 Νοεμβρίου 2010
Σκέψεις 37 χρόνια μετά...
«Στο παιδί μου δεν άρεσαν ποτέ τα παραμύθια
Και του μιλούσανε για Δράκους και για το πιστό σκυλί
Για τα ταξίδια της Πεντάμορφης και για τον άγριο λύκο
Μα στο παιδί δεν άρεσαν ποτέ τα παραμύθια
Τώρα, τα βράδια, κάθομαι και του μιλώ
Λέω το σκύλο σκύλο, το λύκο λύκο, το σκοτάδι σκοτάδι,
Του δείχνω με το χέρι τους κακούς, του μαθαίνω
Ονόματα σαν προσευχές, του τραγουδώ τους νεκρούς μας.
Α, φτάνει πια! Πρέπει να λέμε την αλήθεια στα παιδιά».
Κι αυτή την ποιητική παρακαταθήκη οφείλουμε να ακολουθούμε όλοι μας. Μακριά από μυθοπλασίες και ζητωκραυγές, διθυράμβους και νεκρολογίες. Άλλωστε, τα δοξαστικά για τη γενιά του Πολυτεχνείου δεν ωφελούν. Οι αναφορές σ' ένα ένδοξο παρελθόν και οι συγκρίσεις με το μίζερο σήμερα δεν εξαγνίζουν ούτε εξωραΐζουν το παρόν και το μέλλον, αντίθετα αμβλύνουν τη μνήμη, τροφοδοτώντας την ανιστόρητη κοινωνία με αμνησιακά άτομα. Δυστυχώς, ο μύθος κάλυψε την πραγματικότητα. Γιατί το Πολυτεχνείο ήταν και είναι το άλλοθι μιας κοινωνίας απούσας και σιωπηρής, η "κολυμπήθρα του Σιλωάμ" που πρόσφερε εξαγνισμό στο ενοχικό κενό των συμβιβασμένων και των "τιποτοφρόνων".
Η γενιά του Πολυτεχνείου - εικονοκλαστική, απελευθερωτική και χειραφετημένη - γεννήθηκε σε μιαν ανύποπτη ρωγμή του χρόνου. Γενιά-μεταίχμιο ανάμεσα στον μετεμφυλιακό κύκλο που έκλεισε οριστικά με τη γέννησή της και στον μεταπολιτευτικό, που άρχισε ν' αχνοφαίνεται πάλι με τη γέννησή της.
Το Πολυτεχνείο ήταν και αυθόρμητο και συνειδητό. Ήταν αυθόρμητο, καθώς δεν σχεδιάστηκε γραφειοκρατικά από καμιά πολιτική οργάνωση, αλλά και μια συνειδητή αγωνιστική πράξη, που προετοιμάστηκε μέσα απ' όλη την προηγούμενη πορεία της αντιδικτατορικής πάλης. Υπήρξε η θρυαλλίδα για την έκρηξη ενός εύφλεκτου υλικού που αργά και βασανιστικά συσσωρευόταν χρόνια ολόκληρα, σε παρέες και σπίτια, σχολές και σχολεία, γήπεδα και πλατείες, βιβλιοπωλεία και κινηματογράφους, σε μπουάτ και ταβέρνες, στην Ασφάλεια και τα μπουντρούμια της ΕΑΤ-ΕΣΑ.
Η κατάληψη ήταν τα πάντα. Ήταν με μια καθυστέρηση πέντε ετών, ο απόηχος της μεγάλης πολιτισμικής έκρηξης, της εξέγερσης των νέων του '68 στη Δύση και την Ανατολή. Η κατάληψη ήταν τα πάντα. Τρεις μέρες προσδοκιών και ερώτων, ονείρων και θανάτων. 1968-1973-Τα αδέσποτα χρόνια - Βιετνάμ, Χιλή, Πράγα και Παρίσι, Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, Κον Μπεντίτ, Ρόμπερτ Κέννεντυ, Μαρκούζε, Σαρτρ και Μάο, Τσε Γκεβάρα και χιλιάδες ανώνυμοι αγωνιστές...
Τα σύμβολα, των ελεύθερων Ελλήνων, Στρατιώτες αδέλφια μας, Είμαστε άοπλοι, Εθνικός Ύμνος... σε γνωρίζω από την κόψη ... Ελληνική σημαία, σύμβολο μιας νέας πίστης, Λευκή σημαία, ένα άσπρο πουκάμισο, σύμβολο μιας αθωότητας κατά της βίας και της φασιστικής βαρβαρότητας.
Ένα είναι σίγουρο και αδιαμφισβήτητο γεγονός. Το Πολυτεχνείο δεν έγινε από κόμματα και υψιπετείς διανοούμενους, πολιτικούς και γραφειοκράτες. Η εξέγερση δεν έγινε από τους πανταχού απόντες. Δεν έγινε από χαμαιλέοντες και τυχοδιώκτες. Γιατί όλοι αυτοί κρύβονταν σαν τους τυφλοπόντικες στα λαγούμια της ιδιωτικότητάς τους, γιατί, τότε "όλα τα' σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά". Το Πολυτεχνείο έγινε από τους παρόντες, τους εμψυχωτές και ψυχικά συμμετέχοντες νέους, τους καιόμενους, που ήθελαν εκδίκηση για τα πολτοποιημένα από τον ξενόφερτο φασισμό όνειρά τους. Απ' όλους αυτούς που θεωρούν τη δημοκρατία, την ελευθερία, την ανεξαρτησία, την αλληλεγγύη και την κοινωνική δικαιοσύνη υπέρτατες και οικουμενικές αξίες. Απ' όλους αυτούς που θεωρούν την πολιτική συμμετοχή όχι απλώς δικαίωμα μα υποχρέωση και ολοκλήρωση του ανθρώπου. Αυτό ήταν το Πολυτεχνείο - αντιεξουσιαστικό, αντικομφορμιστικό και αντιοργανωτικό. Ένα «ΑΝΤΙ» που καρφώθηκε σαν πρόκα στο σώμα της αποκοιμισμένης κοινωνίας.
Η σημερινή προσπάθεια να ξεχαστούν οι πρόσφατες ιστορικές μνήμες, να επετειοποιηθεί το Πολυτεχνείο, να μουμιοποιηθεί η γενιά του, δεν είναι τυχαία. Στο πλαίσιο των σύγχρονων κοινωνιών της απάθειας, της αδιαφορίας και του ωχαδερφισμού, του βολέματος και της λοβιτούρας, η μνεία του Πολυτεχνείου είναι είτε άχρηστη είτε υπονομευτική. Το '73 θεωρείται "ντεμοντέ", καθώς δεν μπορεί να εμφιλοχωρήσει στις τρέχουσες μνήμες και συνειδήσεις παρά μόνο σαν καρικατούρα, σα μελό, άχρωμο και άοσμο.
Το Πολυτεχνείο ξεχάστηκε συνειδητά, διότι δεν υπήρχε λόγος να μην ξεχαστεί, ίσως διότι έπρεπε να ξεχαστεί.
Παιδιά! Μην ξεχνάτε πως οι ομόλογοί σας τριάντα χρόνια πριν πίστεψαν πως μπορούν να συγκροτήσουν ένα συλλογικό πολιτικό υποκείμενο, πως ο κόσμος στον οποίον ζούμε δεν είναι δεδομένος και αμετακίνητος, πως οι σχέσεις μας δεν θα επικαθορίζονται νομοτελειακά από την άδικη και φρικαλέα πραγματικότητα, πως μπορούμε να ζήσουμε έξω από συμβατικές παρενθέσεις και συμμορφωτικά πρότυπα "πρέπει" και "μη", πως το μυαλό και η καρδιά μας είναι δυνατόν να φαντασθούν και να επιβάλουν νέα συστήματα κοινωνικών σχέσεων, αξιών και αρμονιών.
Η σημερινή κατάσταση - με την κατίσχυση του ατομοκεντρικού μοντέλου, τη γενίκευση του αγοραίου ανταγωνισμού, όπου το ΕΙΝΑΙ και το ΓΙΓΝΕΣΘΑΙ ταυτίστηκε με το ΕΧΕΙΝ και το ΚΤΕΙΣΘΑΙ - μοιάζει με είδωλο της δικτατορίας. Πολλοί μέσα στο κυνήγι της επιτυχίας έχουν απανθρωποποιηθεί τόσο, ώστε να χάσουν το νεανικό ρομαντισμό, το νόημα και τις αξίες της ζωής. Νεκροζώντανοι, γεμάτοι τύψεις και ενοχές, τοξικομανείς της τρυφής και της μικροαστικής αυταπάτης, υποταγμένοι στο κοσμοείδωλο της ιδιώτευσης, συνθλίβουν τα όνειρά τους και τη νεανική ζωντάνια τους στις μυλόπετρες της μικρονοϊκής συμφεροντολογίας, θυσιάζοντας το απέραντο Αύριο στο τσιφούτικο Σήμερα. Κανείς πια δεν τολμά να σκέφτεται ή να δρα ουτοπικά.
Σήμερα που η επανάσταση είναι αδύνατη και τα οράματα θαμπά και ίσως ύποπτα, που η δημοκρατία γίνεται παρωδία, η αλλαγή συνώνυμη με τη γελοιότητα και τον εξευτελισμό και ο πατριωτισμός μασκαράτα γραικύλων φαυλοκρατών, αναπολούμε νοσταλγικά το πάθος και το σφρίγος εκείνου του Νοέμβρη.
Τώρα ξέρουμε πια ότι οι εκρήξεις λάμπουν για πάντα, αλλά δυστυχώς, διαρκούν για πολύ λίγο.
Υποταγή της γλώσσας - Υποταγή του ανθρώπου
Εξαιρετικό απόσπασμα για τη διδασκαλία του πολιτικού λόγου στη Γ' Λυκείου.
Κυριακή 14 Νοεμβρίου 2010
Ορφέας Περίδης - Εκλογές
"Γι’αυτό το κράτος, που τιμά τα ξέστρωτα γαϊδούρια,
σικτίρ στα χρόνια τα παλιά, σικτίρ και στα καινούργια!"
Γ. Σουρής
Σάββατο 13 Νοεμβρίου 2010
Μανόλης Αναγνωστάκης, ΦΟΒΑΜΑΙ
Φοβάμαι
τους ανθρώπους που εφτά χρόνια
έκαναν πως δεν είχαν πάρει χαμπάρι
και μια ωραία πρωία –μεσούντος κάποιου Ιουλίου–
βγήκαν στις πλατείες με σημαιάκια κραυγάζοντας
«Δώστε τη χούντα στο λαό».
Φοβάμαι τους ανθρώπους
που με καταλερωμένη τη φωλιά
πασχίζουν τώρα να βρουν λεκέδες στη δική σου.
Φοβάμαι τους ανθρώπους
που σου 'κλειναν την πόρτα
μην τυχόν και τους δώσεις κουπόνια
και τώρα τους βλέπεις στο Πολυτεχνείο
να καταθέτουν γαρίφαλα και να δακρύζουν.
Φοβάμαι τους ανθρώπους
που γέμιζαν τις ταβέρνες
και τα 'σπαζαν στα μπουζούκια
κάθε βράδυ
και τώρα τα ξανασπάζουν
όταν τους πιάνει το μεράκι της Φαραντούρη
και έχουν και «απόψεις».
Φοβάμαι τους ανθρώπους
που άλλαζαν πεζοδρόμιο όταν σε συναντούσαν
και τώρα σε λοιδορούν
γιατί, λέει, δεν βαδίζεις στον ίσιο δρόμο.
Φοβάμαι, φοβάμαι πολλούς ανθρώπους.
Φέτος φοβήθηκα ακόμα περισσότερο.
τους ανθρώπους που εφτά χρόνια
έκαναν πως δεν είχαν πάρει χαμπάρι
και μια ωραία πρωία –μεσούντος κάποιου Ιουλίου–
βγήκαν στις πλατείες με σημαιάκια κραυγάζοντας
«Δώστε τη χούντα στο λαό».
Φοβάμαι τους ανθρώπους
που με καταλερωμένη τη φωλιά
πασχίζουν τώρα να βρουν λεκέδες στη δική σου.
Φοβάμαι τους ανθρώπους
που σου 'κλειναν την πόρτα
μην τυχόν και τους δώσεις κουπόνια
και τώρα τους βλέπεις στο Πολυτεχνείο
να καταθέτουν γαρίφαλα και να δακρύζουν.
Φοβάμαι τους ανθρώπους
που γέμιζαν τις ταβέρνες
και τα 'σπαζαν στα μπουζούκια
κάθε βράδυ
και τώρα τα ξανασπάζουν
όταν τους πιάνει το μεράκι της Φαραντούρη
και έχουν και «απόψεις».
Φοβάμαι τους ανθρώπους
που άλλαζαν πεζοδρόμιο όταν σε συναντούσαν
και τώρα σε λοιδορούν
γιατί, λέει, δεν βαδίζεις στον ίσιο δρόμο.
Φοβάμαι, φοβάμαι πολλούς ανθρώπους.
Φέτος φοβήθηκα ακόμα περισσότερο.
Το ποίημα «Φοβάμαι» γράφτηκε τον Νοέμβρη του 1983 και δημοσιεύτηκε στην εφημ. Αυγή.
Παρασκευή 12 Νοεμβρίου 2010
Τετάρτη 10 Νοεμβρίου 2010
"Η ποίηση είναι τα δαχτυλικά μας αποτυπώματα"
Φόρος τιμής σε έναν εξέχοντα εκπρόσωπο της Α' μεταπολεμικής γενιάς ποιητών, τον Έκτορα Κακναβάτο, που πέθανε χθες σε ηλικία 90 ετών.
Ο ποιητής Εκτωρ Κακναβάτος (ψευδώνυμο του Γιώργου Κοντογιώργη) διανύει αισίως την ένατη δεκαετία της ζωής του, δημιουργώντας πρωτότυπο και πρωτογενές έργο, χωρίς, λόγω ηλικίας, να έχει κουραστεί
Ένα «μαμούνι» δημιουργικότητας, το οποίο δεν έπαψε ποτέ να συνομιλεί με το κίνημα του υπερρεαλισμού, ιδιαιτέρως στη μεγάλη του ωριμότητα.
Τι είναι το βιβλίο του, οι «Υψικαμινίζουσες νεοπλασίες» του, παρά ένας φόρος τιμής στον εισηγητή του κινήματος στην ελληνική λογοτεχνική γεωγραφία, τον Ανδρέα Εμπειρίκο. «Εξομολογούμαι πως η παρέμβασή μου, μακριά από το να κλέψει την παράσταση (άπαγε), είναι μία κίνηση, απάντηση ή ανταπόκριση στην προτροπή του ποιητή μας "πάρε τη λέξι μου· δώσε μου το χέρι σου", μ' ένα χέρι που βάλθηκε να "μιλήσει" στα κλαδιά της δικιάς του diction και με τους τρόπους του, a la maniere de Εμπειρίκος».
Το εμπειρίκειο κλαδί του Εκτορα Κακναβάτου συγκεντρώνεται σ' έναν δεμένο τόμο, όπου περιέχεται η ποιητική παραγωγή του μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του '80. Είναι μια εστετίστικη έκδοση, με σεβασμό στην κλασική τυπογραφία, από την «Αγρα» του Σταύρου Πετσόπουλου: «Ποιήματα 1943 - 1987». Σ' αυτήν περιλαμβάνονται οι συλλογές: «Fuga» (1943), «Διασπορά» (1961), «Η κλίμακα του λίθου» (1977), «Τετραψήφιο» (1971), «Τετραψήφιο με την έβδομη χορδή» (1972), «Διήγηση» (1974), «Οδός Λαιστρυγόνων» (1978), «Τα μαχαίρια της Κίρκης» (1981), «Ανάστιξη του θρύλου για τα νεφρά της πολιτείας» (1981), «In Perpetuum» (1983), «Κιβώτιο Ταχυτήτων» (1987).
«Πριν απ' ό,τι άλλο, ο ποιητικός λόγος ρευματοδοτεί πυρήνες συναισθημάτων που είναι φορείς δόνησης της ψυχονοητικής μας στρωμάτωσης. Της οποίας ο χάρτης είναι τόσο ατομικός, τόσο ιδιωτικός, όσο είναι τέτοια τα δακτυλικά μας αποτυπώματα», περιέγραφε τον ρόλο της ποίησης, όταν χρειάστηκε να μιλήσει δημόσια για τον Ανδρέα Εμπειρίκο.
Το προβάδισμα στο διάβασμα ενός ποιήματος έχει, κατά τον Εκτορα Κακναβάτο, ο μόνος και μοναχικός «προσευχόμενος» αναγνώστης μπροστά στις εικόνες της ποίησης, χωρίς την ανάγκη των μεσολαβητών: «Στο ιδιωτικό διάβασμα του ποιήματος (πέρα δηλαδή από το κλίμα που εγκαθιστούν οι επιστημονικές αναλύσεις φιλολόγων, γλωσσολόγων και των ελεύθερων τυφεκιοφόρων του κριτικού λόγου, φθεγγομένου κηνσοριστί από πόστα απυρόβλητα) ίσως να βοηθούσε ένα υποτυπώδες μοντέλο, που αποπειράται να παραστήσει στον αναγνώστη τη φυσιολογία του ερεθίσματος, έτσι που η επικαρπία από αυτόν τον λόγο να μην του προσφέρεται σαν είδος σε συσκευασίες άλλων χειρών, αλλά να είναι συγκομιδή από προσωπικό του τρύγο».
Τα «σταφύλια» του ποιητή παρέμειναν «ζουμερά» και την τελευταία εικοσαετία, στην οποία ακούγεται έντονη στην ποίησή του η μουσική της φυσικής και των μαθηματικών. Εδώ, ο «παγερός» λυρισμός του Πολ Βαλερί και η «αποστασιοποιημένη» γλώσσα του Τσέχου ποιητή και μικροβιολόγου Μίροσλαβ Χόλουμπ στέκονται συμπαραστάτες του σ' ένα ταξίδι προς το χάος, εκεί όπου οι λέξεις ξεπερνούν το νόημά τους υπέρ του ήχου τους. Καθόλου μακριά από το credo του «ότι η γλωσσική επιφάνεια του ποιητικού γεγονότος είναι ένα πλέγμα από κυψέλες εκπομπής ηχοσημάτων».
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 2/8/2010
Φωνή μου ράτσα υψικαμίνου
Πρώτον: σε θέλουνε ακίνδυνη και να ξεχνάς
κι ύστερα καλή μ'αυτούς φιλεναδίτσα
τρυφερή
υποσχετική
οι αχρείοι.
Φωνή μου ράτσα υψικαμίνου από πλευρό
ανοικτό του αίλουρου, της ανηφόρας
απ'τα εννιά σκοινιά του βούρδουλα
κι ο ήλιος φίδι μες στο σύρμα .
Μην ξεχάσης φτύσ' τους .
Άς περιμένουν να σε σβήσω με νερό
ή κατά τες συνταγές αρχαίων Ελληνοσύρων
ας περιμένουν οι αχρείοι
Απαντήσεις κριτηρίου: "Πολιτιστική κληρονομιά"
Α. Το κείμενο ασχολείται με την αξία και την ανάγκη διαφύλαξης της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Αρχικά, η Μελίνα Μερκούρη διαπιστώνει πως η Ελλάδα είναι μια χώρα γεμάτη από μνημεία που προκαλούν το παγκόσμιο ενδιαφέρον. Γι’ αυτό το λόγο υποστηρίζει πως η ανάγκη προστασίας και ανάδειξής τους αποτελεί καθήκον με πολυδιάστατη σημασία, όχι μόνο οικονομική αλλά και διπλωματική και συνάμα εθνική. Επειδή τα μνημεία είναι οι ζωντανοί εκφραστές της παράδοσής μας, θεωρεί πως απαιτούνται κατάλληλες υποδομές συντήρησης και αξιοποίησής τους. Τέλος, κρίνει επιβεβλημένη την αλλαγή του εκπαιδευτικού μας προσανατολισμού, με σκοπό την ουσιαστική βίωση της παράδοσης. (94 λέξεις)
Β1. Η ελληνική παράδοση – σε όλες της τις μορφές – στάθηκε ο θεματοφύλακας και στυλοβάτης του ελληνισμού σε κρίσιμες για την επιβίωσή του περιόδους. Ειδικότερα τα μνημεία του λόγου και της αρχιτεκτονικής δεν έχουν πάψει να αρδεύουν αδιάκοπα τον εθνικό μας πολιτισμό, βοηθώντας να κρατήσουμε την εθνική μας ταυτότητα και να παραμείνουμε αυτοί που είμαστε, υπηρετώντας ταυτόχρονα καλύτερα και τους άλλους, καλύτερα και την ανθρωπότητα. Όταν στην καρδιά της Επανάστασης ακούστηκε το μακρυγιάννειο «γι’ αυτά (τα αγάλματα) πολεμήσαμε», ο στρατηγός συμπύκνωνε τον πόθο του λαού όχι μόνο για ανεξαρτησία αλλά και για διαφύλαξη κάθε μνημείου που υπενθυμίζει στους νεότερους την παρουσία του ελληνισμού. Για παράδειγμα, μελετώντας την αρχιτεκτονική μας παράδοση καταλαβαίνουμε πως κανένα αρχιτεκτόνημα δεν έχει αξία μακριά από το χώρο του, αποκομμένο από μια γενικότερη θεώρηση της πόλης και του κόσμου, στερημένο από τη λειτουργικότητά του. Οι μεγάλες εκκλησίες του παρελθόντος, άσχετα με τον όγκο τους, την επιβλητικότητα και τη σημασία τους, είχαν το προσόν να εντάσσονται στον ευρύτερο χώρο τους. Τα σπουδαία αυτά έργα φώτιζαν τα μικρότερα γειτονικά τους κτίσματα και έμοιαζαν να τα καθοδηγούν σαν πρώτα βιολιά σε μια ορχήστρα με σφριγηλό και αδιαίρετο ήχο.
Β2. α.
Θ.Π.: «Η προστασία … χρέος».
Ανάπτυγμα: «Είναι και συμφέρον … της εθνικής ανεξαρτησίας μας».
Κατακλείδα: «Έτσι, πέρα από κάθε σκοπιμότητα … υπερηφάνειά μας».
Τρόποι ανάπτυξης: α. με αιτιολόγηση: «Είναι και συμφέρον … υποθέσεων» και β. με παράδειγμα: «Ας μην ξεχνάμε … της εθνικής ανεξαρτησίας μας».
β. Οι δύο πρώτες παράγραφοι συνδέονται με την επανάληψη της λέξης «προστασία».
Β3. Η 1η παράγραφος οργανώνεται παραγωγικά. Στην αρχή βρίσκουμε μια γενική διαπίστωση: «Έχουμε το προνόμιο… και ιστορία» και στο ανάπτυγμα της παραγράφου το αποδεικτικό υλικό που αναπτύσσει το θέμα (πορεία από το γενικό στο ειδικό).
Β4. α. υποστήριξη (υποστήριγμα) // βαρύτητα (ισχύς, γόητρο).
- Ανήλθε κοινωνικά στηριζόμενος αποκλειστικά στις δικές του δυνάμεις, καθώς δε διέθετε ποτέ πολιτικά ερείσματα.
- Με το κύρος που διαθέτει λόγω της πολυετούς πείρας του εμπνέει μεγάλο σεβασμό σε όλους.
β. παραβολή, συνημμένος.
Β5. (i) πλεονέκτημα, (ii) διαφύλαξη, υποχρέωση, (iii) αποτελεσματική, (iv) φύλακας.
Γ. Ενδεικτική ανάπτυξη
«Μες το μουσείο (δις) / μια μέρα μπήκα με φόρα κι εγώ. / Δε θέλω μπάλα ούτε τραμπάλα / δε θέλω ούτε να παίξω κρυφτό. / Θέλω (τρις) μουσείο / θέλω να βλέπω τους θησαυρούς / που δεν τους χωράει ανθρώπου νους …», τραγουδούσαν τα παιδιά και οι ενήλικες στη Λιλιπούπολη του Τρίτου Προγράμματος στα τέλη της δεκαετίας του ‘70 και καλούσαν συνομηλίκους αλλά και ενηλίκους να γευτούν τη μαγεία της τέχνης και του πολιτισμού της καθημερινότητας άλλων εποχών στις «κιβωτούς» της γνώσης, τα μουσεία.
Μακρινή φαίνεται στους περισσότερους η εποχή αυτή. Τώρα οι γονείς δεν παίρνουν τα παιδιά από το χέρι, για να επισκεφθούν κάποιο μουσείο ή μνημείο, αλλά για να τα οδηγήσουν σε κάποιο «τέμενος» της διασκέδασης και του καταναλωτισμού. Οι σχέσεις μας με αυτούς τους χώρους πολιτισμού είναι από επιδερμικές και αδιάφορες έως εχθρικές. Αγνοούμε την αξία τους και θεωρούμε «χάσιμο» χρόνου την επίσκεψή μας.
Aνακαινίστηκαν για να αποδυθούν το χαρακτηρισμό των αρτηριοσκληρωτικών χώρων και ενσωμάτωσαν φιλικές εικόνες της καθημερινότητας δημιουργώντας καλαίσθητους χώρους υποδοχής και εστίασης, τύπωσαν επιμελημένους καταλόγους, εντούτοις, η σχέση των Ελλήνων με τα 111 Μουσεία της χώρας και τους 79 αρχαιολογικούς χώρους, παραμένει σχέση απόστασης. Μολονότι την τελευταία εικοσαετία τα Μουσεία της χώρας πλήθυναν σε αριθμό και εξειδικεύτηκαν για να ικανοποιήσουν κάθε ενδιαφέρον και εκσυγχρονίστηκαν (απέκτησαν καινούριες προθήκες, εντυπωσιακούς φωτισμούς, κλιματισμό κ.ά.), η σχέση των Ελλήνων μαζί τους δεν μπορεί να χαρακτηριστεί θερμή.
Σίγουρα, δεν πρόκειται για μια σχέση ενθαρρυντική, ειδικά αν αναλογιστεί κανείς ότι είμαστε ένας λαός που κουβαλά μέσα στο χρόνο μία πλούσια πολιτισμική κληρονομιά. Τα ερεθίσματα που έχουν οι Νεοέλληνες δεν είναι αρκετά. Υπάρχει μεγάλη έλλειψη ενημέρωσης, η προβολή των θεμάτων του πολιτισμού από τα Μέσα Ενημέρωσης - και κυρίως το μαζικότερο όλων των Μέσων, την τηλεόραση - είναι πενιχρή, ενώ το σύστημα παιδείας δεν προάγει τα θέματα πολιτισμικής κληρονομιάς. Δεν αρκεί, λόγου χάρη, το ότι τα τελευταία χρόνια έχουν πληθύνει οι επισκέψεις σχολείων στα Μουσεία. Τα οφέλη της πρακτικής αυτής εξανεμίζονται, όταν δε γίνεται μύηση των παιδιών από τη μικρή τους κιόλας ηλικία, με συγκεκριμένα σχολικά μαθήματα πάνω στις τέχνες και στον πολιτισμό. Κάπως έτσι για τα περισσότερα παιδιά η επίσκεψη στα Μουσεία τείνει να ισοδυναμεί με ευκαιρία δραπέτευσης από το χώρο του σχολείου και μόνο. Κάτι σαν εκδρομή! Δεν είναι όμως μία εκδρομή γνωριμίας και προσέγγισης του πολιτισμικού μας πλούτου, εάν λειτουργεί αποσπασματικά, χωρίς να εντάσσεται σε ένα οργανωμένο πλαίσιο και με μαθήματα που σιγά σιγά θα φέρουν κοντά το παιδί στον πολιτισμό.
Εξάλλου, βασική αιτία γι’ αυτό το φαινόμενο είναι η γενικευμένη αδιαφορία του Έλληνα. Μας είναι πολύ οικεία η εικόνα ενός αρχαιολογικού χώρου το καλοκαίρι, σε κάποιο μέρος της Ελλάδας, με τη συντριπτική πλειονότητα των επισκεπτών να είναι ξένοι και, μέσα στον καυτό ήλιο, να απολαμβάνουν μια μοναδική εμπειρία με την περιήγησή τους, την ίδια στιγμή που οι Έλληνες ενδιαφέρονται μόνο για τα εστιατόρια που έχουν καλό φαγητό. Αντίστοιχη εικόνα είναι κι αυτή των ξένων τουριστών που έρχονται όσο το δυνατόν καλύτερα ενημερωμένοι για τα μέρη που θα επισκεφθούν, ενώ οι Έλληνες αγνοούν ακόμη και τα πλέον βασικά. Αλλά και στο εξωτερικό όταν ταξιδεύουν οι συμπατριώτες μας θεωρούν πρωταρχικής σημασίας τα ψώνια και δευτερευόντως τις επισκέψεις σε μουσεία ή αρχαιο-λογικούς χώρους.
Άλλη μία αιτία είναι το υλιστικό πνεύμα της εποχής, που τείνει καθετί πνευματικό να το θέσει σε δεύτερη μοίρα και, μοιραία, να το απαξιώσει. Πώς να αγαπήσουν τα παιδιά τον πολιτισμό, όταν οι γονείς δεν τους πήραν ποτέ ένα λεύκωμα τέχνης ως δώρο, ενώ τους εξασφαλίζουν όλα τα τεχνολογικά καλούδια (“gadgets”);
Εξάλλου, πολλά από τα μουσεία, ειδικά όσα βρίσκονται στην περιφέρεια, δεν πληρούν στοιχειώδεις όρους της μουσειολογίας, στην πραγματικότητα αποτελούν απλές μουσειακές συλλογές, οι οποίες τονώνουν το αίσθημα τοπικισμού των κατοίκων, όμως δεν αποτελούν τον καλύτερο πρεσβευτή για τη σύνδεση του χθες με το σήμερα. Αραδιασμένα αντικείμενα, σε πολλές περιπτώσεις χωρίς την ύπαρξη μίας λεζάντας, στοιβάζονται σε χώρους εντελώς ακατάλληλους, σε μια προσπάθεια να χωρέσουν τα πάντα. Και μπορεί σε κάποια Μουσεία να έχουν εισαχθεί οι νέες τεχνολογίες, ορισμένα άλλα έχουν μείνει κυριολεκτικά στην παλαιολιθική εποχή. Τα εκθέματα εκτίθενται απλώς (χωρίς καμία δυνατότητα διάδρασης), το πληροφοριακό υλικό είναι γραμμένο με απωθητικό τρόπο που θυμίζει μάθημα αρχαιολογίας, ενώ σε πολλές περιπτώσεις οι λεζάντες είναι γραμμένες με τόσο μικρά γράμματα, που θα πρέπει ο επισκέπτης να κολλήσει το πρόσωπό του στο τζάμι που προστατεύει το έκθεμα για να τις διαβάσει».
Τέλος, υπήρχε μια εποχή κατά την οποία η ύπαρξη των μουσείων θεωρούνταν αυταπόδεικτη και κανείς δεν έθετε ενοχλητικά ερωτήματα σε σχέση με τη χρησιμότητα τους στη σύγχρονη ζωή. Οι παραδοσιακές λειτουργίες του μουσείου - συλλογή, καταγραφή, τεκμηρίωση, συντήρηση, μελέτη, έκθεση - αρκούσαν, για να δικαιολογήσουν την ύπαρξη του θεσμού. Στην παραδοσιακή εκδοχή του όμως το μουσείο ήταν ένας επίσημος θεσμός που ευνοούσε τη διατήρηση μιας κυρίαρχης ιδεολογίας και καλλιεργούσε άμεσα ή έμμεσα την έννοια του κοινωνικού αποκλεισμού. Ο αποκλεισμός αυτός γίνεται και σήμερα αισθητός από ανθρώπους και κοινωνικές ομάδες που αισθάνονται ότι τα μουσεία δεν τους αφορούν, δε μιλούν τη γλώσσα τους και δεν μπορούν να συνδεθούν με την πραγματικότητα της εποχής μας.
Για να ανατραπεί αυτή η θλιβερή και αποκαρδιωτική κατάσταση, είναι αναγκαίο οι επόμενες γενιές να μυηθούν εξ απαλών ονύχων στη μαγεία των χώρων της τέχνης και του πολιτισμού. Ας μην ξεχνάμε πως η μεγαλύτερη αριθμητικά κατηγορία επισκεπτών στα μουσεία είναι οι μαθητές και η συνηθισμένη στρατηγική για την προσέλκυσή τους βασίζεται στην οργάνωση δημιουργικών εκπαιδευτικών προγραμμάτων, ώστε να καταστήσουν την επίσκεψη στο μουσείο πιο ευχάριστη. Με κουβέντα, λίγο θεατρικό παιχνίδι, ίσως ζωγραφική ή κατασκευές, όπου υπάρχουν ειδικά διαμορφωμένοι χώροι, επιδιώκουν να κρατήσουν ζωντανό το ενδιαφέρον τους. Η ανταπόκριση των παιδιών σε αυτό που τους προτείνεται, είναι γενικά θετική, εφόσον πειθαρχούν από συνήθεια: η επίσκεψη και η παρακολούθηση ενός εκπαιδευτικού προγράμματος είναι προέκταση της σχολικής μαθησιακής διαδικασίας. Για παράδειγμα, το υπουργείο Παιδείας κατάλαβε τις παιδαγωγικές αρετές της χρήσης νέων τεχνολογιών στο μάθημα, το γνωρίζουν οι εκδότες και προσφέρουν βιβλία-παιχνίδια κτλ. Στην προκειμένη περίπτωση τα μουσειακά αντικείμενα και οι χώροι τους θα έπρεπε να ενδυθούν αντίστοιχα με τους ανταγωνιστές τους. Μέγας ανταγωνιστής, η λατρεμένη τεχνολογία των ηλεκτρονικών παιχνιδιών με την προσωπική εμπλοκή στα δρώμενα. Με άλλα λόγια, οι νεαρές ηλικίες θα προτιμούσαν μάλλον ένα σκηνοθετημένο μουσεια-κό "θέαμα", μια τάση που αναπτύσσουν τα τελευταία χρόνια με επιτυχία τα μεγάλα μουσεία του κόσμου.
Ενδεχομένως ο μόνος τρόπος για να επιβιώσουν τα μουσεία σήμερα είναι να καθιερωθούν στη συνείδηση των ανθρώπων ως ιδρύματα με κάποια εμφανή χρησιμότητα για τη σύγχρονη ζωή. Τι μπορεί να αφορά αυτή η χρησιμότητα; Η απάντηση θα πρέπει να αναζητηθεί στο κατά πόσον τα μουσεία εμπλουτίζουν τη ζωή μας, όχι μόνο γνωστικά ή αισθητικά, αλλά και κοινωνικά, συναισθηματικά, πνευματικά και με πολλούς άλλους τρόπους. Κατά πόσον, με άλλα λόγια, τα μουσεία μάς ανοίγουν «παράθυρα» στον κόσμο. Μια νέα σκέψη, ένα καινούριο ενδιαφέρον, μια απρόσμενη συγκίνηση, η απόκτηση μιας νέας δεξιότητας, μια πρωτόγνωρη εμπειρία, η αφορμή για ανανεωμένο προβληματισμό - καθετί που ανοίγει το μυαλό και την καρδιά και εμπλουτίζει την καθημερινότητά μας, καθετί που μας δημιουργεί νέα ερεθίσματα, καθετί που δίνει νέο νόημα στη ζωή μας - είναι ένα τέτοιο «παράθυρο». Για να ανοίξουν αυτά τα παράθυρα, δεν αρκεί να είναι το μουσείο ανοικτό και προσβάσιμο σε όσο το δυνατόν περισσότερες κατηγορίες κοινού. Αυτό είναι κάτι που λίγο πολύ τα περισσότερα μουσεία προσπαθούν να κάνουν. Αυτό που κυρίως χρειάζεται είναι το μουσείο να αφουγκραστεί και να ακούσει και άλλες φωνές, τις φωνές όλων εκείνων στους οποίους απευθύνεται, να κάνει διάλογο, να ξεκινήσει επαφές με ευρύτερες ομάδες πολιτών με στόχο να τους κινητοποιήσει και να δημιουργήσει μαζί τους μια δυναμική σχέση επικοινωνίας και συνεργασίας.
Τα Μουσεία καταβάλλουν σημαντικές προσπάθειες τα τελευταία χρόνια ν’ αλλάξουν την εικόνα τους. Να αποδυθούν το ρόλο του απροσπέλαστου χώρου που γνωρίζουν μόνον οι ειδικοί και οι μυημένοι. Τα Μουσεία σήμερα προσπαθούν να διηγηθούν μία ιστορία φιλική ακόμα και για τον αδαή επισκέπτη, μέσα από τον τρόπο παρουσίασης των εκθεμάτων τους.
Τέλος, ο ισχυρός ανταγωνισμός μεταξύ των τουριστικών χωρών επιβάλλει τώρα πια μια νέα θεώρηση. Φυσικές ομορφιές υπάρχουν σε πολλές χώρες. Ο «ήλιος» και η «θάλασσα» δεν είναι πλέον τόσο ελκυστικές σειρήνες στην προσέλκυση τουριστών. Εκείνο που θα μετρήσει περισσότερο στα επόμενα χρόνια είναι η ανάδειξη ιδιαιτεροτήτων σε κάθε χώρα. Και στη δική μας δεν έχουμε διλήμματα, γιατί οι αρχαιότητες μπορούν και πάλι να μας περισώσουν. Χρειάζεται μια νέα προσέγγιση αναβάθμισης του αρχαιολογικού στοιχείου. Θα μπορούσαν, π.χ., να επιλεγούν ορισμένα ευρήματα, όπως το Ασκληπιείον ή η Αρχαία Αγορά της Κω, οι Δελφοί, η Ολυμπία, οι Μυκήνες, η Κνωσός κτλ. και να αναπαρασταθούν σε γειτονικούς χώρους, σε φυσική κλίμακα, δημιουργώντας οάσεις αρχαίας ζωής και δραστηριοτήτων, μια Ancient Land, που σίγουρα θα προκαλούσε το ενδιαφέρον του ξένου.
Ο Έλληνας δε διαθέτει τη συνήθεια να πηγαίνει στα Μουσεία. Από την άλλη, οι αρχαιότητες τον έχουν επηρεάσει βαθύτατα. Και αυτό δεν το δείχνουν οι στατιστικές. Οι αρχαιότητες είναι ο πιο συνεκτικός ιστός στην κοινωνία μας. Γιατί είναι οι αρχαιότητες που τους τελευταίους δύο αιώνες έχουν δημιουργήσει αυτό που λέμε κοινωνική συνοχή. Όπου κι εάν στρέψεις το βλέμμα σου αυτό είναι εμφανές. Επομένως, οι αρχαιότητες, το βασικό τους ρόλο τον έχουν παίξει. Από αυτό το σημείο και μετά για να βελτιώσουμε τη σχέση των Ελλήνων με τα Μουσεία χρειάζεται προσπάθεια. Πρέπει να ξεπεράσουμε τον εαυτό μας, να μη δειλιάσουμε στις τομές.
Δευτέρα 8 Νοεμβρίου 2010
Σάββατο 6 Νοεμβρίου 2010
Η επιστροφή των Μαρμάρων - Απαντήσεις
Α. Η συντάκτρια αφορμάται από την αναζωπύρωση του ζητήματος των «Ελγινείων» και εξετάζει από μιαν άλλη οπτική γωνία την άρνηση των Βρετανών για την επιστροφή των Μαρμάρων στη γενέθλια γη τους. Θεωρεί πως η συμπεριφορά τους είναι αποτέλεσμα της ανάγκης όλων των λαών να ανήκουν κάπου, να έχουν μιαν ιστορία κι έναν πολιτισμό, γεγονός που δικαιολογεί την προσπάθεια οικειοποίησης των ελληνικών Μαρμάρων. Καταληκτικά, τονίζει πως τα «Ελγίνεια» δεν έχουν ιδιοκτήτη, αλλά αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της γης που τα δημιούργησε και στην οποία πρέπει να επιστρέψουν. [84 λέξεις]
Β1. Το επιχείρημα του Νόουλ:
Π1: Έχομεν αυτές τις ωραίες αρχαιότητες.
Π2: Ο λαός μας μπορεί όποτε θέλει να τις θαυμάσει.
Συμπέρασμα: Δεν υπάρχει λόγος να τις μεταφέρουμε στην άλλη άκρη της Ευρώπης.
Ο συλλογισμός αυτός ως προς τη μορφή είναι έγκυρος, αφού το συμπέρασμα απορρέει με λογική αναγκαιότητα από τις προκείμενες. Ωστόσο, χαρακτηρίζεται αναληθής, από τη στιγμή που δεν έχει βάση η πρώτη προκείμενη. Ο Νόουλ θεωρεί δεδομένο πως τα Μάρμαρα ανήκουν στους Βρετανούς, γεγονός εντελώς παράλογο, αφού αποτελούν πολιτιστική κληρονομιά και δημιούργημα των Ελλήνων. Συνεπώς, το επιχείρημα δεν είναι ορθό.
Το επιχείρημα του Καβάφη:
Π1: Είμεθα κύριοι να διαθέσωμεν τα ημέτερα … τα ερείπια της Ακροπόλεως … άλλον λαόν.
Π2: Δεν υπάρχει παράδειγμα εν των κόσμω … ενός έθνους άλλου.
Συμπέρασμα: Ο λόρδος Έλγιν … απογύμνωνεν.
Ο Καβάφης αναφέρει χαρακτηριστικά ότι τα Μάρμαρα δεν είναι ανεξάρτητα αγάλματα αλλά τεμάχια ενός μοναδικού μνημείου, πολύ σημαντικού για το ελληνικό έθνος. Αναφέρει, επίσης, πως δεν υπάρχει παράδειγμα στην υπόλοιπη ιστορία να έχουν αγοραστεί από κάποιο δυνάστη τα εθνικά σύμβολα άλλου έθνους, διότι εδώ στην Ελλάδα ο Λόρδος Έλγιν τα απέκτησε παίρνοντας τη συγκατάθεση των Τούρκων. Οι προκείμενες του συγκεκριμένου συλλογισμού ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα και αφού υπάρχει νοηματική συνάφεια μεταξύ τους και του συμπεράσματος, το συμπέρασμα είναι έγκυρο, άρα και ορθό.
Β2. «Τα Ελγίνεια Μάρμαρα δε θα εγκαταλείψουν ποτέ το Λονδίνο… Βρίσκονται εκεί όπου θα παραμείνουν, στην αίθουσα του Μουσείου, εκεί όπου όλοι μπορούν να τα βλέπουν δωρεάν», τονίζει με κατηγορηματικό, σχεδόν αυταρχικό ύφος ο διευθυντής του Βρετανικού Μουσείου. Το αξιοπερίεργο είναι πως μιλά με τόση αποφασιστικότητα για τα ελληνικά μάρμαρα, σα να έχει το δικαίωμα ως ιδιοκτήτης τους να καθορίζει την τύχη τους. Κατ’ αρχάς, τα μνημεία, που αποτελούν, πέρα από έργα τέχνης απαράμιλλης ομορφιάς, και απομεινάρια αξιοθαύμαστου πολιτισμού που φώτισε ολόκληρη της Ευρώπη και υπήρξε η αιτία της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού, δεν ανήκουν σε κανέναν, δεν περιχαρακώνονται στα πλαίσια ιδιοκτησιακών και νομικών ζητημάτων, αλλά είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με τον τόπο, στον οποίο δημιουργήθηκαν, τη γενέθλια γη τους. Επομένως, παραμένοντας στο Βρετανικό Μουσείο χάνουν το συμβολισμό που προηγουμένως είχαν λόγω της λειτουργικότητάς τους στο όλο τοπίο. Επίσης, ισχυρίζεται πως, εάν δεν είχαν μεταφερθεί στο Λονδίνο θα υφίσταντο άλλον έναν αιώνα φθοράς. Όμως αυτό δεν ισχύει, διότι την πραγματική φθορά την υπέστησαν αρχικά κατά τη μεταφορά στους στο Λονδίνο και κατά δεύτερο λόγο, από τις βαρβαρότητες των εκεί «συντηρητών» τους. Από την άλλη πλευρά, η δήλωσή του πως τα Μάρμαρα βρίσκονται εκεί όπου θα παραμείνουν, για να τα βλέπουν όλοι δωρεάν, υποβαθμίζει την αξία των ελληνικών Μαρμάρων, αφού ο ίδιος μοιάζει να τα αντιμετωπίζει ως εκθέματα, ως αντικείμενα προς εμπορική εκμετάλλευση. Το τελευταίο γίνεται περισσότερο αισθητό, από τη στιγμή που εισάγει το οικονομικό κριτήριο και το συνδέει με τον πολιτισμό. Οι αξίες, όμως, και τα ιδεώδη δεν πωλούνται ούτε αγοράζονται, αλλά διαδίδονται και αφομοιώνονται. Επομένως, η δωρεάν επίσκεψη είναι κάτι το δεδομένο, όχι όμως μια παραχώρηση. Βεβαίως, να σημειωθεί πως κάτι τέτοιο δεν τηρείται, εφόσον το «όλοι» περιορίζεται στους Βρετα-νούς, από τη στιγμή που οι ξένοι επισκέπτες του Μουσείου πληρώνουν κανονικότατα την είσοδό τους.
Β3. Η συντάκτρια εντάσσει την αρπαγή των Μαρμάρων σε μια γενικότερη συμπεριφορά των Ευρωπαίων, μια εσωτερική ανάγκη να ανήκουν κάπου, να έχουν καταγωγή. Αυτή την ανάγκη τούς καλύπτει ο ελληνικός τόπος, ο οποίος τους προσφέρει τη δυνατότητα «να κατασκευάσουν ένα φωτεινό μύθο για τις σκοτεινές τους ρίζες», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η συντάκτρια. Επομένως, η ίδια θεωρεί πως οι Άγγλοι κινούμενοι από την ανάγκη τους να έχουν παρελθόν και πολιτιστική προϊστορία, δημιουργούν την ψευδαίσθηση στον εαυτό τους, την οποία προσπαθούν να επιβάλλουν στους άλλους λαούς και κυρίως τον ελληνικό, ότι τα Μάρμαρα του Παρθενώνα δικαιωματικά τους ανήκουν. Άποψη η οποία εμφανώς τονίζεται από τον Τζάιμς Νόουλ. Η συντάκτρια, τέλος, πιστεύει πως τα «Ελγίνεια» δεν έχουν ιδιοκτήτες, αλλά αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της γενέθλιας γης τους, της αθηναϊκής γης, γι΄ αυτό και η επιστροφή τους είναι απαραίτητη και δικαιολογημένη.
Β4. αναζωπυρώνεται = φουντώνει
συνονθύλευμα = σύμφυρμα (αμάλγαμα, κράμα)
απαράμιλλη = ασυναγώνιστη
οικειοποιηθούν = ιδιοποιηθούν
εδραιωμένη = παγιωμένη
Γ. Ενδεικτικό παράδειγμα:
Από: ……………… @ ………….gr
Προς: Jim @ ………………uk
ΘΕΜΑ: «Η επιστροφή των Μαρμάρων»
Αγαπητέ Jim,
Θυμάμαι πολύ καλά την επιμονή σου – σχεδόν εμμονή – να σου εκφράσω την άποψή μου, μπροστά στους υπόλοιπους φίλους σου, για τη μεγάλη μου «αγάπη», το θεό Διόνυσο, που εδώ και δύο αιώνες βρίσκεται εξορισμένος στο Βρετανικό Μουσείο. Ξέρω πως ήταν μία από τις προκλήσεις σου, στην οποία δεν μπόρεσα να ανταποκριθώ, καθώς βρισκόσουν σε θέση ισχύος, ενώ εγώ δεν ήμουν τίποτα άλλο παρά μια απλή επισκέπτρια στη χώρα ενός φίλου – ο οποίος δε χάνει την ευκαιρία να με πειράζει.
Σαράντα οχτώ ώρες, λοιπόν, μετά την επιστροφή μου στα πάτρια εδάφη, ανανεωμένη και με πλούσιο υλικό είμαι έτοιμη να απαντήσω στις απορίες σου. Όσο για τους φίλους της ευχάριστης παρέας μας, κατά την επίσκεψη στο Βρετανικό Μουσείο, είναι – φαντάζομαι – ώρα να βγουν από το σκοτάδι της αμάθειας, να γνωρίσουν επιτέλους τι είναι τα «Ελγίνεια» Μάρμαρα και να πάψουν να παριστάνουν τους «Αρειανούς» και μάλιστα όταν χαζεύουν το Διόνυσό μου.
Θα χρειαστεί η μηχανή του χρόνου να μας ταξιδέψει αρκετά πίσω, βαθιά στο παρελθόν, όταν στα στις αρχές του 19ου αιώνα κι ενώ η Ελλάδα βρισκόταν υπό Οθωμανική κατοχή, ο Λόρδος Έλγιν, Βρετανός πρεσβευτής στην Κωνσταντινούπολη, συγκροτεί μια ομάδα ανθρώπων, καλλιτεχνών και μη, που θα μεταβούν στην Ακρόπολη, ώστε να κάνουν αρχιτεκτονικά σχέδια, ύστερα από δωροδοκία Τούρκων αξιωματικών. Η τουρκική ηγεσία των Αθηνών, έπειτα από φήμες ενδεχόμενης στρατιωτικής δράσης των Γάλλων, διατάζει την ομάδα του Έλγιν να κατέβει από την Ακρόπολη. Η εκ νέου πρόσβασή τους στην Ακρόπολη, που οδήγησε στην καταστροφή των μνημείων, πραγματοποιήθηκε ύστερα από ειδική άδεια, το φιρμάνι, που λέγεται πως απέσπασε ο Έλγιν από το Σουλτάνο στην Πόλη.
Από τότε τα Μάρμαρα αυτά ξεριζώθηκαν από τη γενέθλια γη τους, ονομάστηκαν «Ελγίνεια» και στολίζουν με μία συγκαλυμμένη μελαγχολία αλλά και μεγαλοπρέπεια τις αίθουσες του Βρετανικού Μουσείου. Οι αγώνες για την επιστροφή τους αναρίθμητοι και τις περισσότερες φορές οργανωμένοι από τη φωτισμένη προσωπικότητα της Μελίνας Μερκούρη, Ελληνίδας η οποία με πάθος αφιερώθηκε στην αποκατάσταση της «πολιτιστικής αυτής ανταρσίας» από μέρους του Έλγιν. Κάθε προσπάθεια, όμως, συναντά το ηχηρό «όχι» των Βρετανών, οι οποίοι κατηγορηματικά αρνούνται την επιστροφή των Μαρμάρων. Μάλιστα, το πλέον τυπικό επιχείρημα των εκάστοτε κυβερνήσεων της χώρας σου είναι ότι ο Σουλτάνος είχε παραχωρήσει επίσημο έγγραφο στο Λόρδο Έλγιν, το οποίο αποτελούσε την επίσημη άδεια για την ομάδα που είχε συσταθεί από το Βρετανό πρεσβευτή, προκειμένου να μελετήσει τις μορφές, να επιθεωρήσει τα μνημεία που ήθελε να αντιγράψει ή να πάρει τμήματα επιγραφών ή μορφών. Σ’ αυτά, ο βρετανικός αντίλογος προσθέτει πως τα Μάρμαρα αποτελούν πλέον νόμιμη ιδιοκτησία του Βρετανικού Μουσείου και πως μια επικείμενη επιστροφή τους θα ήταν δυνατό να πυροδοτήσει μια ενδεχόμενη εκκένωση των μουσείων ανά τον κόσμο. Προς επίρρωση της παραπάνω παρωδίας προβάλλουν τη «δήθεν» αδιαφορία από μέρους των Ελλήνων για την πολιτιστική τους κληρονομιά, καθώς και την ακατάλληλη και εχθρική, για τα Μάρμαρα, αθηναϊκή ατμόσφαιρα, λόγω της ρύπανσης.
Παρόλ΄ αυτά, τα επιχειρήματα των υπόλογων για την αρπαγή των Παρθενώνειων Μαρμάρων αντα-ποκρίνονται αμυδρά στην πραγματικότητα. είναι ουσιαστικά εντελώς αβάσιμα και έωλα. Το περίφημο φιρμάνι που προτάσσει η βρετανική πλευρά αμφισβητείται έντονα, όχι μόνο από την ελληνική πλευρά αλλά και από Άγγλους καθηγητές, οι οποίοι μάλιστα δηλώνουν κατηγορηματικά ότι δεν υπάρχει τέτοιο νόμιμο έγγραφο παρά μόνο μια μετάφραση αυτού. Ακόμη, όμως, κι αν εξακριβωθεί η πιστότητα της μετάφρασης – κάτι εξαιρετικά αμφίβολο – δε νομιμοποιεί τις καταστροφές που προκάλεσε ο Έλγιν κατά τη απόσπαση των Μαρμάρων. Όσον αφορά τον ισχυρισμό ότι τα Ελγίνεια αποτελούν αγγλική ιδιοκτησία – εξωφρενικά παράλογη δήλωση – είναι οφθαλμοφανές πως το ζήτημα των ελληνικών γλυπτών αφορά τις δύο χώρες, Ελλάδα και Αγγλία, και σε καμία περίπτωση δεν ανάγεται σε νομική σχέση του Μουσείου και της Ελληνικής Κυβέρνησης.
Πέρα, όμως, από τη νομική διάσταση του θέματος, πρέπει να σου επισημάνω και την ηθική πλευρά. Τα Μάρμαρα αυτά αποτελούν απομεινάρια μιας αριστοτεχνικής αρχιτεκτονικής και γλυπτικής, τα ευγενέστερα και τελειότερα σύμβολα μιας χώρας, τη στιγμή που ακροβατούσε ανάμεσα στον εκτουρκισμό και τη διατήρηση της εθνικής της ταυτότητας και παράδοσης. πρόκειται για το σεβασμό μιας παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς που δεν μπορεί να περιχαρακωθεί μέσα σε νομικά και ιδιοκτησιακά πλαίσια. Η Ελλάδα, άλλωστε, δεν προβάλλει τον εθνικισμό ή την υπεροψία ως λόγο επιστροφής των Μαρμάρων, αντίθετα τονίζει την επιτακτική ανάγκη της αποκατάστασης μιας αδικίας. Επομένως, υπερβολές τύπου, ότι θα εκκενωθούν πολλά ξένα μουσεία, δεν ευσταθεί. Όσο, δε, για την αδιαφορία των Ελλήνων και το εχθρικό περιβάλλον για τα Μάρμαρα, αρκεί να αναρωτηθεί κάποιος πώς είναι δυνατόν να ισχύει κάτι τέτοιο, τη στιγμή που αυτοί οι άνθρωποι κι αυτό το περιβάλλον τούς έδωσαν ζωή και με κάθε θυσία προσπάθησαν να τα διατηρήσουν παρά τις βαρβαρότητες του Τούρκων και τις λεηλασίες των ποικίλης προέλευσης εισβολέων.
Προσωπικά πιστεύω πως η απομάκρυνση των Μαρμάρων του Παρθενώνα αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα «εγκλήματα» της ανθρωπότητας, που αποδεικνύει αναμφισβήτητα την αδυναμία του ανθρώπου να συλλάβει το μεγαλείο και την αξία της τέχνης. Καθώς και το πόσο αυτά τα στοιχεία είναι συνυφασμένα με την ιστορία και την κουλτούρα ενός λαού. Συγκεκριμένα, τα Γλυπτά του Παρθενώνα αντανακλούν το αρχαίο ελληνικό πνεύμα και τις ύψιστες αρετές της δημοκρατίας, της ισότητας και της δημιουργίας που αυτό υπηρέτησε. Η θέση τους και η κατασκευή τους είναι απολύτως μελετημένες, ώστε να μη μειώνουν τη λειτουργικότητα κάθε μορίου της ύλης των μνημείων. Επομένως, καθετί αποκτά το νόημα για το οποίο δημιουργήθηκε, μόνο όταν βρίσκεται στο χώρο που γεννήθηκε. Τα Μάρμαρά μας, λοιπόν, στην ψυχρή αί-θουσα του Βρετανικού Μουσείου, χάνουν τη θέρμη και το πάθος της ελληνικής δημιουργίας και αποπνέουν μια βαθιά μελαγχολία μιας ψυχής που τοποθετήθηκε σε ξένο σώμα. Γιατί, στην ουσία, έτσι είναι. το ελληνικό σώμα αναζητά, διεκδικεί και τελικά θα ξανακερδίσει την κλεμμένη του ψυχή.
Πιστεύω να σε διαφώτισα και να ικανοποίησα την ερευνητική σου διάθεση. Αλλά πέρα από το αστείο της μικρής μας «κόντρας», σου μιλάω ειλικρινά πως μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση το γεγονός ότι οι υπόλοιποι της παρέας γνώριζαν ελάχιστα για το ιδιαίτερα σημαντικό ζήτημα των Μαρμάρων. Θα είχε πολύ μεγάλο ενδιαφέρον αν στα πλαίσια του σχολείου σου συζητούσατε το θέμα αυτό, τόσο για να ενημερωθούν όσοι δεν το γνωρίζουν, αλλά και για να ακουστεί κι ένας αντίλογος απαλλαγμένος από τα κρατικά συμφέροντα.
Ονειρεύομαι μια δεύτερη επίσκεψη στον αγαπημένο μου Διόνυσο, χωρίς να με ενοχλεί ο έρωτάς του για τη νεαρή Καρυάτιδα. Αυτή τη φορά, όμως, ελπίζω να μην υπάρξουν άλλοι «Αρειανοί» που να ρωτούν ποιος είναι ο Διόνυσος και τι είναι τα «Ελγίνεια». Θα εκραγώ. πίστεψέ με.
Περιμένω με ανυπομονησία νέα σου!
Παρασκευή 5 Νοεμβρίου 2010
Η επιστροφή των Μαρμάρων
Ο διευθυντής του Βρετανικού Μουσείου είναι κατηγορηματικός. «Τα Ελγίνεια Μάρμαρα δε θα εγκαταλείψουν ποτέ το Λονδίνο... Βρίσκονται εκεί όπου θα παραμείνουν, στην αίθουσα του μουσείου, εκεί όπου όλοι μπορούν να τα δουν δωρεάν». Σε άρθρο του στους «Τάιμς» επαναλαμβάνονται και πάλι τα ίδια επιχειρήματα: «Αν δεν είχαν μεταφερθεί τότε στο Λονδίνο, τα Μάρμαρα του Παρθενώνα θα υφίσταντο τουλάχιστον άλλον ένα αιώνα φθοράς». «Άλλωστε υπάρχουν και νομικά εμπόδια». Ένα συνονθύλευμα φανταστικών φόβων, σκοπιμοτήτων και στρεβλών αντιλήψεων.
Ποιοι και πώς διαχειρίζονται τα σύμβολα της ιστορίας μας; Σε ποιους, αλήθεια, ανήκει η ιστορία μας; Ο υπουργός Πολιτισμού τόνισε ότι δεν μας ενδιαφέρει το τυπικό, νομικό μέρος των τίτλων ιδιοκτησίας, αλλά το πραγματικό και ουσιαστικό μέρος της επιστροφής των Μαρμάρων στη φυσική θέση τους, στο Μουσείο Ακροπόλεως.
Ο περί Ελλάδος λόγος δεν έπαψε ποτέ να είναι επίκαιρος. Ανέκαθεν ο τόπος αυτός προσφερόταν για την κατασκευή της αφήγησης μιας αρχής, μιας καταγωγής, ενός «ανήκειν». Αν οι Ευρωπαίοι λάτρεψαν τον Αρχαίο Ελληνικό Πολιτισμό είναι γιατί θέλησαν να κατασκευάσουν ένα φωτεινό μύθο για τις σκοτεινές ρίζες τους. Την απαράμιλλη ομορφιά της απαρχής ζήλεψαν, αυτήν θέλησαν να οικειοποιηθούν. Η παρακράτηση των Ελγινείων εδώ εντάσσεται. Μια εδραιωμένη στο συλλογικό ασυνείδητο αίσθηση ότι αυτό το παρελθόν είναι δικό τους, ότι «αυτή η ομορφιά μάς ανήκει». Η ιδιοκτησία ακόμη και ως κλοπή επιτρέπει τέτοιες αυθαιρεσίες. Δεν ήταν τελικά το μικρό κράτος που έφτιαξε στη συνέχεια ο Καποδίστριας, δεν ήταν γι' αυτό που ο Shelley έλεγε «Είμαστε όλοι Έλληνες» και ο Βyron έδινε τη ζωή του. Τη δική τους καταγωγή αναζητούσαν οι Ευρωπαίοι όταν αγωνίζονταν για τη δική μας ανεξαρτησία. «Η καταγωγή είναι ο σκοπός», είπε ο Κarl Κraus. Γι' αυτό πάσχιζαν οι τότε φιλέλληνες, γι' αυτό πασχίζουν και οι σημερινοί. Ίσως με μεγαλύτερο πάθος ή απελπισία. Γιατί ακόμη πιο αναγκαία φαντάζει σήμερα η καταγωγή, το «ανήκειν». Κανένας άνθρωπος, κανένας λαός δεν μπορεί να ζήσει χωρίς το μύθο της καταγωγής. Ο ελληνοβρετανικός περί των Μαρμάρων διάλογος έχει μακρά ιστορία.
Σε άρθρο του περιοδικού «Ο 19ος Αιών», με τίτλο «Ο Αστεϊσμός περί των Ελγινείων Μαρμάρων», ο τότε διευθυντής του Τζέιμς Νόουλς έγραφε το 1891: «Τι ιδέα, ενώ έχομεν τις ωραίες αυτές αρχαιότητες και μπορεί ο λαός μας να πηγαίνει να τις θαυμάζει όποτε θέλει, τι ιδέα να τις στείλομε στην άλλη άκρη της Ευρώπης!»... «Ποιος γνωρίζει εάν καμιά από τις ολιγόβιες κυβερνήσεις της δεν θα τα πουλούσε αντί εκατομμυρίου στη Γερμανία ή αντί δύο στην Αμερική ή χειρότερα εάν δεν θα τα πουλούσε λιανικώς, από λίγο στον καθένα;...».
Από την Αλεξάνδρεια έρχεται η οργισμένη απάντηση του Καβάφη στην εφημερίδα «Εθνική»: «Είμεθα Κύριοι να διαθέσωμεν ως θέλομεν τα ημέτερα... Δεν είναι αγάλματα. Είναι τεμάχια μοναδικού μνημείου... Εις το ελληνικόν έθνος την σήμερον τα ερείπια της Ακροπόλεως είναι πολύ σπουδαιότερα και ιερώτερα αφ' ότι είναι οιονδήποτε άλλο εθνικόν μνημείον εις οιονδήποτε άλλον λαόν... Δεν υπάρχει παράδειγμα εν τω κόσμω όλω ενός έθνους διατηρούντος, ουχί διά της κατακτήσεως αλλά διά προσφάτου αγοράς από δυνάστην, τα εθνικά σύμβολα άλλου έθνους... Ο λόρδος Έλγιν απέκτησε τα μάρμαρα του Παρθενώνος ουχί από τους Έλληνες αλλά από τους δυνάστες αυτών Τούρκους αφαιρώντας ό,τι ήθελε "άνευ της ελαχίστης μερίμνης διά το μνημείον όπερ απογύμνωνεν"».
Αν τα Ελγίνεια πρέπει να γυρίσουν στον τόπο τους δεν είναι μέσα στα πλαίσια κάποιας αλλαγής ιδιοκτησίας. Δεν έχουν ιδιοκτήτες οι μύθοι της καταγωγής. Έχουν όμως έναν τόπο που τους γέννησε. Αν πρέπει να γυρίσουν είναι χάριν αυτού που υπήρξε. Το κάλλος, το μέτρο, η ομορφιά, η αγωνία που άγγιξε το στοίχημα της τελειότητας. Δεν είμαστε ιδιοκτήτες τους, ζούμε όμως στον τόπο όπου συνέβησαν. Και ο τόπος, ο γενέθλιος τόπος όπου συνέβησαν είναι ακόμα εδώ!
(Φ. Τσαλίκογλου, «ΤΑ ΝΕΑ» , 29-1-2002)
Θέματα:
Α. Να συμπτύξετε το περιεχόμενο του άρθρου σε ένα δικό σας κείμενο 80 – 90 λέξεων.
Β1. Να εντοπίσετε και να αξιολογήσετε τα επιχειρήματα με τα οποία ο Τζέιμς Νόουλ και ο Καβάφης υποστηρίζουν τις απόψεις τους για τα γλυπτά του Παρθενώνα.
Β2. Να αντικρούσετε με επιχειρήματα την άποψη που εκφράζει ο διευθυντής του Βρετανικού Μουσείου.
Β3. Ποια είναι η οπτική γωνία της συντάκτριας και ποια η θέση της; Να την αναδιατυπώσετε με δικά σας λόγια.
Β4. Να αντικαταστήσετε τις υπογραμμισμένες λέξεις με ένα συνώνυμό τους, χωρίς να μεταβληθεί το νόημα των προτάσεων:
Β3. Ποια είναι η οπτική γωνία της συντάκτριας και ποια η θέση της; Να την αναδιατυπώσετε με δικά σας λόγια.
Β4. Να αντικαταστήσετε τις υπογραμμισμένες λέξεις με ένα συνώνυμό τους, χωρίς να μεταβληθεί το νόημα των προτάσεων:
- Ένα συνονθύλευμα φανταστικών φόβων.
- Την απαράμιλλη ομορφιά της απαρχής ζήλεψαν, αυτήν θέλησαν να οικειοποιηθούν.
- Μια εδραιωμένη στο συλλογικό ασυνείδητο αίσθηση ότι αυτό το παρελθόν είναι δικό του.
Γ. Στο πλαίσιο της ηλεκτρονικής αλληλογραφίας με ένα Βρετανό συνομήλικό σας, προσπαθείτε να τον ευαισθητοποιήσετε για το θέμα των γλυπτών του Παρθενώνα και τον παρακινείτε να προκαλέσει συζήτηση στην τάξη του σχετικά με το θέμα αυτό. Η επιστολή σας (e-mail) να κυμαίνεται μεταξύ 500-600 λέξεων.
Πέμπτη 4 Νοεμβρίου 2010
Roger Casement, Iρλανδός ποιητής
Επιστρέψτε τα μάρμαρα του Ελγίνου: αφήστε τα ακηλίδωτα,
καθάρια κάτω από τον αττικό ουρανό.
Τα βρόμικα αδράχτια του βορινού μας κλίματος τα κατατρώνε
πιο πολύ κι από το πέρασμα των αιώνων.
Πόσες φορές το μουγκρητό της θάλασσας του Πειραιά
διαπερνώντας τους κίονες και το ναό το σούρουπο,
χάιδευε αυτά τα μάρμαρα, που τώρα πρέπει να φύγουν
από το πολύβουο Λονδίνο και τα άστατα μεσημέρια του.
Ω! Αφήστε τα να ακούσουν ξανά τους ήχους που λούζουν
το Ιερό της Αθηνάς μέσα στην αύρα του πρωινού.
Το μουγκανητό του βοδιού, τα κουδουνίσματα της κατσίκας
και το νανουριστικό βόμβο της αύρας του Υμηττού.
Δώστε πίσω τα μάρμαρα, αφήστε τα να αγρυπνούν εκεί όπου η τέχνη
ακόμη στέκει άγρυπνη πάνω από τον τάφο του Φειδία.
http://www.youtube.com/watch?v=T7k-t7OU78A&feature=related
καθάρια κάτω από τον αττικό ουρανό.
Τα βρόμικα αδράχτια του βορινού μας κλίματος τα κατατρώνε
πιο πολύ κι από το πέρασμα των αιώνων.
Πόσες φορές το μουγκρητό της θάλασσας του Πειραιά
διαπερνώντας τους κίονες και το ναό το σούρουπο,
χάιδευε αυτά τα μάρμαρα, που τώρα πρέπει να φύγουν
από το πολύβουο Λονδίνο και τα άστατα μεσημέρια του.
Ω! Αφήστε τα να ακούσουν ξανά τους ήχους που λούζουν
το Ιερό της Αθηνάς μέσα στην αύρα του πρωινού.
Το μουγκανητό του βοδιού, τα κουδουνίσματα της κατσίκας
και το νανουριστικό βόμβο της αύρας του Υμηττού.
Δώστε πίσω τα μάρμαρα, αφήστε τα να αγρυπνούν εκεί όπου η τέχνη
ακόμη στέκει άγρυπνη πάνω από τον τάφο του Φειδία.
http://www.youtube.com/watch?v=T7k-t7OU78A&feature=related