1) Γνήσια ερώτηση με την οποία ζητάμε πληροφορίες για κάτι που αγνοούμε.
π.χ.: Τι είναι η προκατάληψη;
2) Ρητορική ερώτηση: ερώτηση που διατυπώνεται απλώς ως σχήμα λόγου και όχι για να απαντηθεί, καθώς η απάντησή της είτε είναι αυτονόητη είτε εντελώς περιττή. Η ρητορική ερώτηση ισοδυναμεί με καταφατική ή αρνητική απόφανση και σκοπό έχει να προβληματίσει τον αναγνώστη και να τον οδηγήσει στο υπονοούμενο συμπέρασμα του πομπού.
π.χ.: Έως ποιο βαθμό οι αντιλήψεις, οι κρίσεις, οι αποφάσεις μας στην καθημερινή ζωή είναι «δικές μας και όχι αποτέλεσμα επιρροής της μικρής και της μεγάλης κοινωνίας απάνω μας; … Δεν είμαστε τόσο ελεύθε-ροι όσο νομίζουμε … (Ευ. Παπανούτσος).
3) Ερώτηση προσταγής: Διατυπώνει με ευγένεια κάποιο αίτημα / παράκληση.
π.χ.: Θα μου δώσεις επιτέλους αυτά που σου ζήτησα;
4) «Αντίπαλη» ερώτηση: ερώτηση-αντίρρηση που θα μπορούσε να διατυπωθεί από κάποιον που διαφωνεί με τη θέση του συγγραφέα. Θέτοντας μόνος του ο συγγραφέας μία «αντίπαλη» ερώτηση αποσοβεί ενδεχόμενες αντιρρήσεις που θα εξέφραζε κάποιος και αποσαφηνίζει τη δική του θέση.
π.χ.: Έχουμε λοιπόν καταδικαστεί να είμαστε αιχμάλωτοι της συμβιωτικής ομάδας; Θα παρεξηγούσε τη θέση μας εκείνος που θα την ερμήνευε με αυτόν τον τρόπο… (Ευ. Παπανούτσος).ΑΣΚΗΣΗ: Μελετήστε το παρακάτω κείμενο και στη συνέχεια εργαστείτε ως εξής:
α. Ποιες από τις ερωτήσεις είναι γνήσιες και ποιες ρητορικές; Σε ποιες περιπτώσεις χρησιμοποιούμε ερωτήσεις του πρώτου τύπου και σε ποιες του δεύτερου;
β. Αν ήσασταν στη θέση του δημοσιογράφου, ποιες άλλες ερωτήσεις θα θέλατε να υποβάλετε;
γ. Ποιες άλλες ρητορικές ερωτήσεις θα μπορούσατε να προσθέσετε εσείς, για να βοηθήσετε τον αναγνώστη να μπει στη θέση των ατόμων με κινητικά προβλήματα;
δ. Αφηγηθείτε τη συνέντευξη αυτή στην τάξη.
Ποιος ορίζει τι είναι σέξι;
- Πιστεύετε ότι εκδηλώσεις σαν αυτό το φεστιβάλ φέρνουν στο προσκήνιο το θέμα της αναπηρίας;
«Είναι σημαντικό να γίνονται τέτοιες προσπάθειες. Η αναπηρία είναι ακόμα κάτι άγνωστο. Δεν είναι αποδεκτή όπως θα έπρεπε. Οι άνθρωποι με τέτοια προβλήματα αγωνίζονται για τα πιο απλά πράγματα και για να γίνουν αποδεκτοί. Το μήνυμα του φεστιβάλ είναι η αποδοχή της διαφορετικότητας. Γιατί μπορεί να είναι διαφορετικά τα σώματά μας, αλλά το μυαλό μας είναι το ίδιο, όπως και οι ανάγκες μας. Δικαιούμαστε μια θέση στον κόσμο. Αλλά συνήθως μας αγνοούν, σαν να μην υπάρχουμε».
- Γιατί πιστεύετε ότι αντιδρούν έτσι οι λεγόμενοι φυσιολογικοί;
«Ίσως φοβούνται. Η αναπηρία είναι κάτι που δεν ξέρουν. Συνήθως όταν δεν είμαστε εξοικειωμένοι με κάτι, το απωθούμε. Αρνούμαστε και να το δούμε».
- Εσείς, πάντως, έχετε γίνει σύμβολο των ανθρώπων με αναπηρίες και παράδειγμα προς μίμηση. Πώς νιώθετε γι' αυτό;
«Το βρίσκω υπέροχο που έχω γίνει κατά κάποιο τρόπο η φωνή αυτών των ανθρώπων. Παραδέχομαι ότι είμαι διαφορετική, αλλά δεν είμαι άσχημη ούτε γκροτέσκ ούτε οτιδήποτε άλλο από τους χαρακτηρισμούς που μας αποδί-δουν. Ποιος ορίζει τι είναι άσχημο, αποκρουστικό, σέξι; Γιατί να προσπαθούμε να γίνουμε κάτι που δεν είμαστε; Είναι κρίμα να μην απολαμβάνουμε αυτό που είμαστε και το σώμα που έχουμε».
- Σπουδάσατε τέχνες. Γιατί;
«Αυτό ήθελα να κάνω πάντα. Ζωγραφίζω από τριών χρόνων και νομίζω ότι αυτός ήταν ο φυσικός δρόμος για μένα. Είμαι μέλος του συλλόγου καλλιτεχνών που ζωγραφίζουν με το στόμα και τα πόδια. Μέσα από την τέχνη εκφράζω όλα αυτά που είναι στην καρδιά μου: το σώμα μου, το ότι είμαι μια γυναίκα που μεγαλώνει το παιδί της μόνη, την αναπηρία μου».
- Όταν σας πρότεινε ο Κουίν να ποζάρετε, δεχτήκατε αμέσως;
«Όχι. Ήμουν πολύ καχύποπτη. Αναρωτιόμουν γιατί ένας αρτιμελής καλλιτέχνης θέλει να κάνει αγάλματα αν-θρώπων με αναπηρίες. Είχε στο μυαλό του κλασικές εικόνες, όπως την Αφροδίτη της Μήλου. Αυτή δεν έχει χέρια γιατί έχουν πέσει. Ούτε εγώ έχω, γιατί δεν υπάρχουν. Μοιάζουμε. Μόνο που εγώ μιλάω, ενώ αυτή όχι. Μου άρεσε η ιδέα να αναπαραστήσει την αναπηρία μου μέσα από την προοπτική της αρχαίας Ελλάδας. Επιπλέον, το γλυπτό θα υπάρχει για πολλά χρόνια αφότου θα έχω φύγει».
- Δεν σας ενόχλησε το γεγονός ότι κάποιοι το χαρακτήρισαν αποκρουστικό και ότι γενικά δίχασε κριτικούς και κοινό;
«Όχι, μου άρεσε. Ακόμα και έτσι συζητήθηκε. Είναι η πρώτη φορά, τουλάχιστον απ' όσο ξέρω εγώ, που κάποιο άτομο με αναπηρία έγινε γλυπτό και μάλιστα στο κέντρο του Λονδίνου. Νομίζω ότι αυτό και μόνο περνάει ένα πολύ δυνατό μήνυμα».
- Γιατί δεν βάλατε τεχνητά άκρα; Δεν θα σας διευκόλυναν;
«Όχι. Τα φορούσα, αλλά ήταν ζεστά, βαριά και έκαναν περίεργους θορύβους. Έμοιαζα σαν ρομπότ. Γιατί να μοιάζω σαν όλους τους άλλους, επειδή τους κάνει να νιώθουν καλύτερα; Εγώ είμαι εντάξει με τον εαυτό μου. Γιατί να ντρέπομαι για το πώς είμαι; Για να νιώθουν οι άλλοι άνετα; Αν ήταν ανοιχτόμυαλοι και ανοιχτόκαρδοι, θα ήταν άνετοι μαζί μου όπως είμαι».
- Είστε καλλιτέχνις, μητέρα και ένας ενεργός άνθρωπος γεμάτος ζωή. Είναι αυτό μια «νίκη» στην αναπηρία σας;
«Βεβαίως. Αν θες κάτι απελπισμένα, το κυνηγάς. Το να σπάω τα όρια που μου επιβάλλονται, είναι κάτι που μου δίνει ώθηση. Έχω περάσει όλη μου τη ζωή να αγωνίζομαι και να προσπαθώ να είμαι δυνατή».
- Πώς είναι η καθημερινή σας ζωή;
«Όπως όλων των ανθρώπων. Μερικές είναι καλές μέρες, άλλες όχι και τόσο».
Χρυσούλα Παπαϊωάννου, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 18/06/2007
Το άγαλμά της σε προχωρημένη εγκυμοσύνη είχε στηθεί στην πλατεία Τραφάλγκαρ στο Λονδίνο. Και είχε προκαλέσει σάλο. Η Άλισον Λάπερ γεννήθηκε χωρίς χέρια και με μικρά πόδια. Έγινε, παρόλ’ αυτά, μούσα του Βρετανού γλύπτη Μαρκ Κουίν. Και η ίδια όμως είναι καλλιτέχνις. Ζωγραφίζει και κάνει φωτογραφικές εγκαταστάσεις. Όλα τα κάνει με το στόμα, αντλώντας συχνά την έμπνευσή της από το «πρόβλημά» της. Η Άλισον Λάπερ έχει γίνει το σύμβολο των ατόμων με αναπηρίες. Παθιασμένη για ζωή και δημιουργία, αγωνίζεται και διεκδικεί τα δικαιώματά της, αυτά που για τους περισσότερους είναι αυτονόητα. Το δικαίωμα στη ζωή, στις ευκαιρίες, στη μητρότητα. Σε πείσμα όσων πιστεύουν ότι τα άτομα αυτά δεν μπορούν να είναι γονείς, η 42χρονη Λάπερ έγινε μητέρα και μεγαλώνει μόνη της τον εφτάχρονο γιο της, τον Πάρη. Βρέθηκε στην Αθήνα για το 1ο Διεθνές Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ με θέμα την αναπηρία, «Emotion Pictures».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου